Στα 425 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκε το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών τον Αύγουστο, παρουσιάζοντας μικρή μεταβολή σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Στα 425 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκε το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών τον Αύγουστο του 2009, παρουσιάζοντας μικρή μεταβολή σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2008.
Όπως σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος σε ανακοίνωσή της, η σχετικά μεγάλη υποχώρηση του εμπορικού ελλείμματος και η μικρότερη υποχώρηση του ελλείμματος του ισοζυγίου εισοδημάτων αντισταθμίστηκαν από τον περιορισμό των πλεονασμάτων κυρίως του ισοζυγίου υπηρεσιών και δευτερευόντως του ισοζυγίου τρεχουσών μεταβιβάσεων.
Η υποχώρηση του συνολικού ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου κατά 921 εκατ. ευρώ προήλθε από τη μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων κατά 425 εκατ. ευρώ, των καθαρών πληρωμών για εισαγωγές καυσίμων κατά 308 εκατ. ευρώ και των καθαρών πληρωμών για αγορές πλοίων κατά 188 εκατ. ευρώ.
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου των υπηρεσιών περιορίστηκε κατά 793 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της μείωσης των καθαρών εισπράξεων από υπηρεσίες μεταφορών και ταξιδιωτικές υπηρεσίες κατά 448 και 320 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα. Ειδικότερα, οι ταξιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα από μη κατοίκους μειώθηκαν κατά 10,7% σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2008, ενώ, αντίθετα, οι ταξιδιωτικές δαπάνες στο εξωτερικό από κατοίκους Ελλάδος αυξήθηκαν κατά 9,7%. Οι ακαθάριστες εισπράξεις από υπηρεσίες μεταφορών (κυρίως ναυτιλιακές) εμφάνισαν μεγάλη μείωση (κατά 38,7%).
Το έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων μειώθηκε κατά 56 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω του περιορισμού των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη.
Τέλος, το ισοζύγιο τρεχουσών μεταβιβάσεων παρουσίασε έλλειμμα 43 εκατ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 150 εκατ. ευρώ τον Αύγουστο 2008, κυρίως λόγω της μείωσης των εισπράξεων του τομέα της γενικής κυβέρνησης από την ΕΕ και της αύξησης των αντίστοιχων πληρωμών.
Το διάστημα Ιανουαρίου-Αυγούστου 2009 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 5.059 εκατ. ευρώ ή 23,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2008 και διαμορφώθηκε σε 16.771 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με την ΤτΕ, η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως τη μεγάλη μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και – σε πολύ μικρότερο βαθμό – τη μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου εισοδημάτων. Ταυτόχρονα όμως, τα πλεονάσματα των ισοζυγίων των υπηρεσιών και των τρεχουσών μεταβιβάσεων εμφάνισαν μεγάλη μείωση.
Ο περιορισμός του συνολικού ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου κατά 9.460 εκατ. ευρώ προήλθε από τη μείωση του εμπορικού ελλείμματος των αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων κατά 5.363 εκατ. ευρώ, των καθαρών πληρωμών για εισαγωγές καυσίμων κατά 3.177 εκατ. ευρώ και των καθαρών πληρωμών για αγορές πλοίων κατά 920 εκατ. ευρώ. Όσον αφορά το εμπορικό ισοζύγιο εκτός πλοίων και καυσίμων, οι πληρωμές για εισαγωγές μειώθηκαν κατά 6.941 εκατ. ευρώ ή 25,3%, δηλαδή πολύ περισσότερο από ό,τι οι εισπράξεις από εξαγωγές, οι οποίες μειώθηκαν κατά 1.578 εκατ. ευρώ ή 17,4%.
Η μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών κατά 3.655 εκατ. ευρώ αντανακλά κυρίως τον περιορισμό των καθαρών εισπράξεων από υπηρεσίες μεταφορών και ταξιδιωτικές υπηρεσίες. Οι ακαθάριστες εισπράξεις από υπηρεσίες μεταφορών (κυρίως από την εμπορική ναυτιλία) μειώθηκαν σημαντικά (κατά 31,3%), με αποτέλεσμα οι αντίστοιχες καθαρές εισπράξεις να περιοριστούν κατά 2.430 εκατ. ευρώ.
Επίσης, οι ταξιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα από μη κατοίκους μειώθηκαν κατά 13,2%, ενώ οι αντίστοιχες δαπάνες στο εξωτερικό από κατοίκους Ελλάδος μειώθηκαν κατά 5%, με αποτέλεσμα οι καθαρές εισπράξεις για ταξιδιωτικές υπηρεσίες να μειωθούν κατά 1.063 εκατ. ευρώ. Τέλος, οι καθαρές πληρωμές για «λοιπές» υπηρεσίες εμφάνισαν αύξηση κατά 161 εκατ. ευρώ.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων περιορίστηκε κατά 334 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2008, δεδομένου ότι οι καθαρές πληρωμές για τόκους, μερίσματα και κέρδη σημείωσαν πτώση λόγω των εξελίξεων στις διεθνείς χρηματαγορές και κεφαλαιαγορές. Τέλος, το πλεόνασμα του ισοζυγίου των τρεχουσών μεταβιβάσεων περιορίστηκε κατά 1.080 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της μείωσης των μεταβιβάσεων από την ΕΕ προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης και δευτερευόντως λόγω της αύξησης των αντίστοιχων πληρωμών.