«Φρένο στα ελλείμματα» και «επιτάχυνση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» προτείνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος.
«Φρένο στα ελλείμματα» και «επιτάχυνση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» προτείνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος.
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του σε ημερίδα με θέμα «Από την κρίση του 1929 στην κρίση του 2009», την οποία διοργάνωσε το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία στην αίθουσα Γερουσίας του Μεγάρου της Βουλής, ο κ. Προβόπουλος επεσήμανε ότι η κρίση έχει αναδείξει τις χρόνιες μακροοικονομικές ανισορροπίες και τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας.
Kορυφαία εκδήλωση αυτών, όπως είπε, είναι τα μεγάλα «δίδυμα» ελλείμματα (το δημοσιονομικό και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών) και χρέη (το δημόσιο και το εξωτερικό).
Για το λόγο αυτό, ανέφερε, επείγει η εφαρμογή ενός συγκροτημένου μεσοπρόθεσμου σχεδίου, που θα περιλαμβάνει τολμηρές αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Τόνισε δε πως «βασικός άξονας του προγράμματος πρέπει να είναι: Φρένο στα ελλείμματα - επιτάχυνση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».
«Με την επιλογή αυτή», επεσήμανε, «πιστεύω ότι μπορεί να επιτευχθεί η δημοσιονομική εξυγίανση με τρόπο που δεν θα παραβλάπτει, αλλά αντίθετα θα τονώνει την αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας».
Σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική προσαρμογή ανέφερε ότι θα πρέπει να έχει στόχο από το 2010 τη μείωση του «διαρθρωτικού» δημοσιονομικού ελλείμματος κατά 1,5-2% του ΑΕΠ ετησίως.
Όπως υπογράμμισε, για να υπάρξει αξιόπιστη, αισθητή και γρήγορη βελτίωση και να αντιστραφεί το αρνητικό κλίμα, θα απαιτηθεί εντονότερη προσπάθεια κατά τη διετία 2010-2011. Θα απαιτηθεί δηλαδή σωρευτική μείωση του διαρθρωτικού ελλείμματος κατά 5 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.
Υπολογίζεται, εάν επιτευχθεί εξάλειψη της σπατάλης και της φοροδιαφυγής σταδιακά εντός 10 ετών, το δημοσιονομικό όφελος θα μπορούσε να είναι της τάξεως των 3 έως 5 δισ. ευρώ ή 1,2% έως 2,2% του ΑΕΠ ετησίως, ανέφερε ο κ. Προβόπουλος.
Παράλληλα, πρόσθεσε πως οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ταχείας απόδοσης, που βελτιώνουν τη συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας, θα αμβλύνουν τις επιπτώσεις της κρίσης και θα ενισχύσουν την ανάκαμψη.
Όπως εκτίμησε, αν αποσοβηθεί το δημοσιονομικό αδιέξοδο και ταυτόχρονα «πυροδοτηθεί» ο διαρθρωτικός αναπροσανατολισμός, θα δρομολογηθεί με σιγουριά το πολυετές σχέδιο προσαρμογής που χρειάζεται η ελληνική οικονομία.
Χαιρετισμό στην ημερίδα απηύθυνε ο πρόεδρος της Βουλής και Πρόεδρος του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία Φίλιππος Πετσάλνικος.
Ο κ. Πετσάλνικος σημείωσε ότι οι αιτίες της διεθνούς κρίσης εστιάζονται στην πλεονεξία και την απληστία του διεθνούς τραπεζικού συστήματος για κέρδη και στην έλλειψη ενός ικανού παγκόσμιου ρυθμιστικού πλαισίου του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Στην Ελλάδα, όπως ανέφερε, οι συνέπειες της κρίσης έχουν γίνει αισθητές χωρίς όμως ακόμη να μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια η διάρκεια της και το μέγεθος της.
Οι χρόνιες αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας καθιστούν τις συνέπειες της κρίσης πιο σοβαρές, τόνισε ο κ. Πετσάλνικος, σημειώνοντας ότι η εφαρμογή μιας πολιτικής που θα προβλέπει μεταξύ άλλων μια βιώσιμη ανάπτυξη φιλική προς το περιβάλλον, ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα και περιστολή των δαπανών είναι αναγκαία περισσότερο από ποτέ.
Αναφερόμενος σε επιμέρους πολιτικές που ακολουθήθηκαν για την καταπολέμηση της κρίσης, υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι οι πρώτες χρηματοδοτήσεις για την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω του Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΜΕ) δεν κατέληξαν στις επιχειρήσεις που πραγματικά τις είχαν ανάγκη λόγω των προϋποθέσεων που είχαν τεθεί.
Στην εκδήλωση μίλησε και ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Νικόλαος Καραμούζης.
Ο κ. Καραμούζης τόνισε ότι οι τράπεζες, «παρά τα λεγόμενα, επιδεικνύουν καθημερινά, στο σημερινό δύσκολο περιβάλλον όλο και περισσότερο ευελιξία, προσαρμοστικότητα, κατανόηση και κοινωνική ευθύνη στις δυσκολίες των πελατών τους».
Υπογράμμισε δε πως το κλείσιμο μιας επιχείρησης, ο πλειστηριασμός ενός σπιτιού, η κατάσχεση ενός αυτοκινήτου, αποτελεί για κάθε τράπεζα έσχατο μέσο, γιατί είναι μια στενάχωρη διαδικασία για όλους, γιατί, έτσι, μεγιστοποιείται και οριστικοποιείται η ζημιά μας, γιατί, έτσι, χάνεται πολύτιμο παραγωγικό κεφάλαιο.
Αυτή, όμως, η προσέγγιση δεν πρέπει να παρερμηνευτεί ως γενικευμένη απαλλαγή των δανειζομένων από τις υποχρεώσεις τους, ούτε ως υποχρέωση συντήρησης στο διηνεκές υπερχρεωμένων και θνησιγενών επιχειρήσεων, ούτε ως αφορμή για γενικότερη καθιέρωση χρηματοδοτήσεων με μη τραπεζικά κριτήρια, πρόσθεσε.
Για τη χρηματιστηριακή κρίση του 1929 μίλησαν ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κώστας Κωστής και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης Γεώργιος Σταθάκης, ενώ για την τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση ανέπτυξε τις θέσεις του ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Τρύφων Κολλίντζας.
Χαιρετισμό απηύθυνε επίσης ο πρώην πρόεδρος της Βουλής Δημήτρης Σιούφας.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ