Tο Συμβούλιο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα πρέπει να λάβει τις αποφάσεις για την ανακούφιση εκατομμυρίων πολιτών της Ενωσης, οι οποίοι πλήττονται από την ακρίβεια τόσο των τροφίμων όσο και των καυσίμων. Αν τυχόν και δεν αποφασίσει ουσιαστικά μέτρα, τότε, όπως αναφέρουν οικονομολόγοι και κοινωνιολόγοι, είναι πιθανόν να υπάρξουν εκρήξεις και κοινωνικές εντάσεις, που δεν μπορεί κανείς να προσδιορίσει την ένταση.
To θέμα αποκτά μεγάλη σημασία και για την Ελλάδα, στην οποία ο πληθωρισμός βαίνει αυξανόμενος και τα μέτρα πολιτικής δεν έχουν συγκεκριμενοποιηθεί ακόμη, πολύ δε περισσότερο οι προβλεπόμενες δαπάνες είναι συγκρατημένες, καθώς δεν θα πρέπει να υπερβεί το έλλειμμα το 3% του ΑΕΠ.
Στο Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών της Ε.Ε., συζητήθηκαν οι εξελίξεις στις τιμές των τροφίμων με βάση σημείωμα των υπηρεσιών, το οποίο εγκρίθηκε και παραπέμφθηκε για συζήτηση στο Συμβούλιο Κορυφής. Με βάση τα διαλαμβανόμενα στο σημείωμα, οι εξελίξεις δεν είναι και τόσο ευοίωνες. Τα δε μέτρα πολιτικής αντιμετώπισης της κρίσης ασθενή.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται, κατά τα τελευταία έτη, η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει ραγδαία αύξηση των τιμών των βασικών προϊόντων. Μολονότι οι ανατιμήσεις των βασικών προϊόντων δεν υπήρξαν ομοιόμορφες, οι αυξήσεις ήταν γενικές (συμπεριλαμβανομένων του πετρελαίου, των γεωργικών προϊόντων και ορισμένων μετάλλων) και συνυπολογιζόμενες είχαν μεγαλύτερο αντίκτυπο από ό,τι οι επιμέρους εξελίξεις των τιμών. Επειτα από μια τριακονταετία πτώσης των τιμών των τροφίμων σε παγκόσμια κλίμακα (σε πραγματικές τιμές), η τάση αυτή ανεστράφη θεαματικά από το 2006 και μετά, με ραγδαία άνοδο των τιμών των γεωργικών προϊόντων, μολονότι, παρά τις ταχείες αυξήσεις, οι σημερινές τιμές των τροφίμων παραμένουν, σε πραγματικές τιμές, κατά μέσο όρο χαμηλότερες από ό,τι ήταν λόγου χάρη κατά τη δεκαετία του '80. Οι τιμές του σιταριού και των γαλακτοκομικών προϊόντων στην Ευρώπη αυξήθηκαν κατά 96% και κατά 30% αντιστοίχως μεταξύ Σεπτεμβρίου του 2006 και Φεβρουαρίου του 2008.
Η επιτάχυνση της αύξησης των τιμών των γεωργικών βασικών προϊόντων είχε σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές των τροφίμων στη ζώνη ευρώ. Μεταξύ Σεπτεμβρίου του 2007 και Μαρτίου του 2008, η συμβολή του πληθωρισμού στις τιμές των τροφίμων στο συνολικό πληθωρισμό της ζώνης ευρώ αυξήθηκε από 0,4% σε 1,0%. Ο πληθωρισμός στις τιμές μεταποιημένων τροφίμων εκτινάχθηκε από 1,2% σε 8,2% μεταξύ Ιουλίου του 2007 και Μαρτίου του 2008, ενώ ο πληθωρισμός των τιμών μη μεταποιημένων τροφίμων αυξήθηκε, από 2,1% το Σεπτέμβριο του 2007, σε 3,8% το Μάρτιο του 2008. Ο πληθωριστικός αντίκτυπος των αυξήσεων των τιμών των τροφίμων ποικίλλει σημαντικά μεταξύ των κρατών - μελών, ανάλογα με τις ειδικές συνθήκες κάθε χώρας, όπως το μερίδιο των τροφίμων στο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και ο βαθμός ανταγωνισμού στις αγορές λιανικής (π.χ. οι τιμές για τα μεταποιημένα τρόφιμα αυξήθηκαν κατά 0,7% στη Γαλλία το 2007, ενώ η αύξηση στη Σλοβενία ανήλθε σε 5,7%). Ο περιορισμένος ανταγωνισμός στα διάφορα στάδια της αλυσίδας προμήθειας τροφίμων στους τομείς της λιανικής πώλησης και της διανομής είναι ένας λόγος που μπορεί να έχει προκαλέσει το φαινόμενο αυτό και που έχει τροφοδοτήσει ή επιτείνει τον πληθωρισμό στον τομέα των τροφίμων.
Οπως τονίζεται στην εισήγηση, παρά την πρόσφατη πτώση στις τιμές (χονδρικής) ορισμένων βασικών προϊόντων, όπως το σιτάρι ή ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα, εξακολουθεί να υπάρχει στενότητα στις αγορές γεωργικών προϊόντων και ο κίνδυνος περαιτέρω αυξήσεων των τιμών παραμένει.
Στις κινητήριες δυνάμεις και τους παράγοντες πίσω από τις πρόσφατες αυξήσεις των τιμών των γεωργικών βασικών προϊόντων, τονίζεται στη μελέτη, περιλαμβάνονται διαρθρωτικοί αλλά και πλέον προσωρινοί παράγοντες και οφείλονται κατά κύριο λόγο σε εξω-ενωσιακούς παράγοντες:
• Ενας σημαντικός καθοριστικός διαρθρωτικός παράγοντας για τη μεγαλύτερη στενότητα των αγορών υπήρξε η αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση, κυρίως λόγω της αύξησης του εισοδήματος στις αναδυόμενες οικονομίες, ιδίως στην Κίνα και την Ινδία, που επέτεινε τις συνέπειες της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού. Οι υψηλότερες τιμές πετρελαίου και ενέργειας επηρεάζουν επίσης τις γεωργικές τιμές, λόγω των υψηλότερων τιμών των εισροών για τους γεωργούς, καθώς και του υψηλότερου κόστους των μεταφορών και της μεταποίησης των τροφίμων. Σύμφωνα με μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, αύξηση κατά 10% των τιμών του αργού πετρελαίου μεταφράζεται σε αύξηση των τιμών των τροφίμων κατά 1%-2%.
Εξάλλου, η αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση, που απορρέει από την παραγωγή βιοκαυσίμων, μετατοπίζει ταυτοχρόνως την προσφορά από τις καλλιέργειες που είναι αφιερωμένες στην παραγωγή τροφίμων στις καλλιέργειες για την παραγωγή καυσίμων, με ιδιαίτερα ισχυρό αντίκτυπο στις τιμές του αραβοσίτου/ της σόγιας. Αλλοι διαρθρωτικοί παράγοντες που μειώνουν την προσφορά περιλαμβάνουν την επιβράδυνση της αύξησης των αποδόσεων σε σιτηρά, καθώς και το δυνητικό αντίκτυπο της αλλαγής του κλίματος (που μπορεί να έχει πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στην προσφορά λόγω της μείωσης των αρόσιμων γαιών, μακροπρόθεσμα, και αύξηση της αστάθειας της γεωργικής παραγωγής, βραχυπρόθεσμα, λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων).
• Προσωρινοί παράγοντες από πλευράς προσφοράς έχουν επιτείνει την ήδη υφιστάμενη στενότητα των αγορών. Ιδιαίτερα σημαντικά υπήρξαν τα ελλείμματα όσον αφορά την προσφορά που σημείωσαν ορισμένες σημαντικές χώρες παραγωγής και εξαγωγής, λόγω των κακών καιρικών συνθηκών το 2006 και το 2007, που οδήγησαν σε εξαιρετικά περιορισμένες αποδόσεις (π.χ. στην Αυστραλία). Λόγω των πρωτοφανών χαμηλών επιπέδων των διεθνών αποθεμάτων, η απότομη αύξηση των τιμών των γεωργικών βασικών προϊόντων δεν μετριάσθηκε μέσω της διάθεσης αποθεμάτων. Εξάλλου, πολλές σημαντικές χώρες παραγωγής επέβαλαν εξαγωγικούς περιορισμούς ή φόρους για να αποφύγουν τις εγχώριες ελλείψεις, πράγμα που επέτεινε περαιτέρω τη στενότητα των διεθνών αγορών γεωργικών προϊόντων. Εξάλλου, η μετατόπιση χαρτοφυλακίων επενδύσεων προς τις αγορές βασικών προϊόντων και τις αγορές παράγωγων προϊόντων σε μια συγκυρία χαμηλών επιτοκίων και διόρθωσης των παγκόσμιων ανισορροπιών, συμπεριλαμβανομένης της υποτίμησης του αμερικανικού δολαρίου, μπορεί επίσης να συνέβαλαν στην αύξηση των τιμών των τροφίμων το 2007. Ωστόσο, θα πρέπει να αναγνωρισθεί ο θετικός ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει στο γεωργικό τομέα μια βαθύτερη και πιο αναπτυγμένη χρηματοπιστωτική αγορά για τη συνολική ανάπτυξη της γεωργικής οικονομίας.
Οι υψηλότερες γεωργικές τιμές οφείλονταν εν μέρει στις υψηλότερες τιμές πετρελαίου και ενέργειας μέσω υψηλότερων τιμών των εισροών για τους γεωργούς, καθώς και υψηλότερου κόστους των μεταφορών και της μεταποίησης των τροφίμων. Το Συμβούλιο Ecofin εξέφρασε την ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη ραγδαία αύξηση των τιμών του πετρελαίου και συζήτησε ποικίλους τρόπους αντιμετώπισης των κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών τους. Οι εξελίξεις αυτές υπογραμμίζουν την ανάγκη προώθησης της ενεργειακής απόδοσης και εναλλακτικών πηγών ενέργειας, αύξησης της διαφάνειας των πετρελαιαγορών, προώθησης του ανταγωνισμού στις αγορές ενέργειας και ενίσχυσης του διαλόγου με τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Το Συμβούλιο Ecofin επιβεβαιώνει τη συμφωνία, η οποία επετεύχθη στο Μάντσεστερ το 2005, σύμφωνα με την οποία θα πρέπει να αποφευχθούν οι στρεβλωτικές δημοσιονομικές και άλλες πολιτικές επεμβάσεις, καθότι εμποδίζουν τους οικονομικούς παράγοντες να συμβάλουν στην απαιτούμενη προσαρμογή.
Τα μέτρα που μπορούν να μελετηθούν για την ελάφρυνση του αντίκτυπου των υψηλότερων τιμών του πετρελαίου στα πιο φτωχά στρώματα του πληθυσμού θα πρέπει να παραμείνουν βραχυπρόθεσμα και στοχοθετημένα, και θα πρέπει να επιδιώκουν την αποφυγή στρεβλωτικών επιπτώσεων. Το Συμβούλιο παρακινεί την Επιτροπή να προβεί σε περαιτέρω επισκόπηση των εξελίξεων στις αγορές βασικών προϊόντων και να μελετήσει κατάλληλες πολιτικές αντιδράσεις, με στόχο τον περιορισμό της αστάθειας των τιμών.
Προς τούτο, είναι σκόπιμο να διαμορφωθούν οι κατάλληλες πολιτικές αντιδράσεις όσον αφορά την προσφορά και τη ζήτηση που μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση της ανοδικής πίεσης επί των τιμών των γεωργικών βασικών προϊόντων και των τροφίμων στην Ε.Ε. μέσω της ανταπόκρισης στα μηνύματα της αγοράς στο γεωργικό τομέα και μέσω της βελτίωσης της δυνατότητας αντίδρασης της προσφοράς. Οι πολιτικές αυτές μπορούν να εκφρασθούν ως βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μέτρα.
Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα:
• Προκειμένου να αυξηθεί η προσφορά, είναι σκόπιμο:
- Να εξακολουθήσει να βελτιώνεται ο προσανατολισμός της γεωργίας προς την αγορά, ούτως ώστε να μπορούν οι γεωργοί να ανταποκρίνονται ταχύτερα στα μηνύματα των τιμών και να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των αγορών συντελεστών γεωργικής παραγωγής (π.χ. «τσεκ-απ» της ΚΓΠ)·
- Να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητα των πολιτικών για τα βιοκαύσιμα στην Ε.Ε. και να εκτιμηθούν οι πιθανές επιπτώσεις για τα γεωργικά προϊόντα διατροφής και να αναληφθεί δράση, εφόσον χρειάζεται, για την αντιμετώπιση των ελλείψεων.
- Να αυξηθεί η αύξηση παραγωγικότητας στη γεωργία (μεταξύ άλλων μέσω της έρευνας και της καινοτομίας) τόσο στην Ε.Ε. όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες.
• Δεδομένων των διαφορετικών επιπτώσεων των αυξήσεων τιμών των βασικών προϊόντων στις τιμές κατανάλωσης στα κράτη-μέλη, φαίνεται ότι δικαιολογείται η εξέταση της ανταγωνιστικής δομής της αλυσίδας προμήθειας τροφίμων, ιδίως όσον αφορά τη συγκέντρωση και τον κατακερματισμό της αγοράς των τομέων λιανικής πώλησης και διανομής τροφίμων. Θα πρέπει να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός σε εθνικό επίπεδο και να συνεχισθεί περαιτέρω η υλοποίηση της ενιαίας αγοράς.
Βιοκαύσιμα
Ενώ τα βιοκαύσιμα εξακολουθούν να καλύπτουν μόνον το 1,5% της παγκόσμιας προμήθειας υγρών καυσίμων, σε αυτά οφείλεται περίπου το ήμισυ της αύξησης της κατανάλωσης αραβοσίτου κατά την περίοδο 2006-2007, λόγω της παραγωγής αιθανόλης από αραβόσιτο στις ΗΠΑ. Αντιθέτως, ο αντίκτυπος της πολιτικής βιοκαυσίμων της Ε.Ε. υπήρξε μέχρι στιγμής σχετικά περιορισμένος, καθότι τα βιοκαύσιμα χρησιμοποιούν επί του παρόντος λιγότερο από 1% της παραγωγής σιτηρών της Ε.Ε.
Είναι σαφές ότι απαιτείται περαιτέρω και βαθύτερη ανάλυση των επιμέρους αιτίων για τις αυξήσεις των τιμών των γεωργικών βασικών προϊόντων, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις μελλοντικές συνέπειες της αλλαγής του κλίματος στη γεωργική παραγωγή. Βραχυπρόθεσμα, φαίνεται ότι οι ρυθμοί αύξησης των τιμών των τροφίμων έχουν κορυφωθεί και αναμένεται ότι θα μετριασθούν. Ωστόσο, μελλοντικά, το πιο πιθανό σενάριο είναι ότι οι παγκόσμιες δημογραφικές τάσεις, σε συνδυασμό με την αύξηση των εισοδημάτων και τις μεταβαλλόμενες μορφές κατανάλωσης τροφίμων, ιδίως στις αναδυόμενες αγορές, και η αυξανόμενη παραγωγή βιοκαυσίμων, θα εξακολουθήσουν να αυξάνουν τη ζήτηση γεωργικών βασικών προϊόντων.
Βραχυπρόθεσμοι στόχοι
• Εχουν ληφθεί πολλά βραχυπρόθεσμα μέτρα στην ΚΓΠ, για να μετριασθούν οι επιπτώσεις των αυξήσεων των τιμών, μεταξύ άλλων η αναστολή των εισαγωγικών δασμών για τα σιτηρά και, για το 2008, της υποχρέωσης παύσης καλλιέργειας, η απόφαση αύξησης των γαλακτοκομικών ποσοστώσεων και η πώληση αποθεμάτων παρέμβασης.
• Είναι επίσης σκόπιμο να σημειωθούν οι πιθανές συνέπειες της αύξησης των τιμών των τροφίμων στη διανομή τους. Ορισμένα κράτη - μέλη εξέτασαν το ενδεχόμενο λήψης βραχυπρόθεσμων μέτρων για να μετριάσουν τον προσωρινό αντίκτυπο των προσφάτων εξελίξεων, όσον αφορά τις τιμές των βασικών προϊόντων για τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα. Ωστόσο, είναι σκόπιμο να εξασφαλισθεί ότι τα μηνύματα των τιμών δεν παραμορφώνονται και να αποφευχθεί η εμφάνιση γενικότερων επακόλουθων επιπτώσεων στους μισθούς και τις τιμές (μεταξύ άλλων μέσω συστημάτων τιμαριθμικής αναπροσαρμογής). Εν προκειμένω, και σύμφωνα με τη δήλωση του Μάντσεστερ για τις τιμές του πετρελαίου, τα όποια μέτρα ληφθούν θα πρέπει να είναι βραχυπρόθεσμα και στοχοθετημένα.
Αναδημοσίευση από τη Ναυτεμπορική της 17ης Ιουνίου 2008