Η εγχώρια κατανάλωση ενδυμάτων τζιν παρουσίασε μικρές ετήσιες διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου 1997-2007. Ειδικότερα, το 2007 η συνολική αγορά μειώθηκε κατά 3,6% έναντι του προηγούμενου έτους, ενώ τη διετία 2005-2006 παρέμεινε σχετικά σταθερή.
Η εγχώρια κατανάλωση ενδυμάτων τζιν παρουσίασε μικρές ετήσιες διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου 1997-2007. Ειδικότερα, το 2007 η συνολική αγορά μειώθηκε κατά 3,6% έναντι του προηγούμενου έτους, ενώ τη διετία 2005-2006 παρέμεινε σχετικά σταθερή.
Τα παντελόνια καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κατανάλωσης, το δε μερίδιό τους εκτιμάται σε 90% το 2007. Ακολουθούν με διαφορά τα μπουφάν, τα πουκάμισα και τα λοιπά είδη ένδυσης (φούστες, φορέματα, κ.ά.).
Τα παραπάνω επισημαίνονται στην κλαδική μελέτη που εκπόνησε πρόσφατα η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP και στην οποία διερευνάται η αγορά των ενδυμάτων τζιν τα τελευταία χρόνια.
Η ζήτηση των τζιν ενδυμάτων επηρεάζεται από παράγοντες όπως είναι το διαθέσιμο εισόδημα, οι τάσεις της μόδας, η διαφήμιση, η τιμή των προϊόντων, καθώς και το μέγεθος και η σύνθεση του πληθυσμού. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της συνολικής κατανάλωσης τα τελευταία κυρίως χρόνια, αποτελεί η αγορά των γυναικείων τζιν, καθώς η ζήτηση για ανδρικά τζιν ενδύματα εμφανίζει διαχρονικά σημάδια σταθερότητας.
Ο κλάδος των ενδυμάτων τζιν απαρτίζεται από αρκετές επιχειρήσεις. Στον παραγωγικό τομέα δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο μικρού ή μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, ενώ μεγάλες εταιρείες δραστηριοποιούνται κυρίως στον εισαγωγικό τομέα, οι οποίες εμπορεύονται προϊόντα με ισχυρά εμπορικά σήματα. Στο σύνολο της κατανάλωσης ενδυμάτων τζιν, τα εισαγόμενα είδη καλύπτουν ποσοστό άνω του 50% τα τελευταία χρόνια, το δε ποσοστό συνεχώς διευρύνεται, σαν αποτέλεσμα της κάμψης της παραγωγικής δραστηριότητας. Η εγχώρια αγορά είναι μοιρασμένη μεταξύ αρκετών εταιρειών (και εμπορικών σημάτων), με αποτέλεσμα αξιόλογες εταιρείες του κλάδου να καταλαμβάνουν μικρά σχετικά μερίδια αγοράς.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του εξεταζόμενου κλάδου είναι η παραγωγή ενδυμάτων με τη μέθοδο του «φασόν». Με τη συγκεκριμένη μέθοδο οι παραγωγικές επιχειρήσεις προσπαθούν να μειώσουν το εργατικό κόστος αναθέτοντας μέρος ή το σύνολο της παραγωγικής διαδικασίας σε άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες βρίσκονται στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Ωστόσο, η εγχώρια παραγωγή ενδυμάτων τζιν με τη μορφή αυτή περιορίζεται σταδιακά, γεγονός που οφείλεται στο ότι μεγάλο μέρος αυτής έχει μεταφερθεί σε χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος όπως οι βαλκανικές (π.χ. Π.Γ.Δ.Μ., Βουλγαρία). Αρκετές εταιρίες του εξωτερικού που παλαιότερα ανέθεταν την παραγωγή ενδυμάτων τζιν σε ελληνικές επιχειρήσεις, έχουν προσανατολισθεί πλέον σε παραγωγικές μονάδες τρίτων χωρών.
Ο έντονος ανταγωνισμός που επικρατεί στην αγορά δημιουργεί προβλήματα κυρίως στις μικρού μεγέθους επιχειρήσεις του κλάδου, οι περισσότερες από τις οποίες αδυνατούν να διαθέσουν τα απαιτούμενα κεφάλαια για την απόκτηση νέου μηχανολογικού εξοπλισμού με στόχο τον εκσυγχρονισμό της παραγωγικής τους διαδικασίας, καθώς και για τη δημιουργία τμημάτων σχεδιασμού ενδυμάτων ώστε να είναι σε θέση να ανταγωνιστούν τα εισαγόμενα προϊόντα.
Η λιανική πώληση ενδυμάτων τζιν περιλαμβάνει εξειδικευμένα καταστήματα (με casual ένδυση), αλυσίδες καταστημάτων λιανικής πώλησης ενδυμάτων και πολυκαταστήματα. Ωστόσο, σταδιακά καθίσταται ολοένα εντονότερη η διείσδυση ορισμένων προμηθευτικών εταιρειών του κλάδου (κυρίως εισαγωγικών) στη λιανική πώληση ενδυμάτων με τη δημιουργία δικών τους καταστημάτων, τα οποία λειτουργούν ως εταιρικά ή και με τη μέθοδο της δικαιόχρησης (franchising). Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα σημεία πώλησης που ιδρύουν εταιρείες του κλάδου έχουν τη μορφή των «shop in shop» εντός πολυκαταστημάτων.
Στα πλαίσια της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση παραγωγικών αλλά και εισαγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός με βάση δείγμα 8 παραγωγικών επιχειρήσεων για τη διετία 2005-2006, καθώς και αντίστοιχος ισολογισμός για 8 εισαγωγικές επιχειρήσεις. Οι συνολικές πωλήσεις των παραγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασαν αύξηση μόλις κατά 2,7% το 2006/2005. Ο χαμηλότερος ρυθμός αύξησης του κόστους πωληθέντων κατά (0,5%) οδήγησε σε αύξηση του μικτού περιθωρίου κέρδους κατά 6,9%. Ωστόσο, τα κέρδη προ φόρου εισοδήματος μειώθηκαν κατά 22,4%, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην αύξηση των λοιπών λειτουργικών εξόδων σε συνδυασμό με τη μείωση των μη λειτουργικών εσόδων.
Οι συνολικές πωλήσεις των οχτώ εισαγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκαν κατά 8% περίπου σε σχέση με το 2005. Η άνοδος του κόστους πωληθέντων κατά 8,3% οδήγησε σε αύξηση του μικτού περιθωρίου κατά 7,4%. Οι χρηματοοικονομικές δαπάνες παρουσίασαν αύξηση κατά 36%, ενώ σημαντική ήταν και η αύξηση των λειτουργικών εξόδων κατά 13,1%, γεγονός που οδήγησε στη μείωση του λειτουργικού αποτελέσματος κατά 16,9%. Συνέπεια των παραπάνω ήταν η μείωση των καθαρών κερδών κατά 14,1% το 2006/2005.
Όσον αφορά την εξέλιξη της αγοράς των εξεταζομένων προϊόντων κατά τη διετία 2008-2009, σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις, η κατανάλωση τζιν ενδυμάτων προβλέπεται ότι θα είναι ελαφρώς ανοδική, το δε ποσοστό μεταβολής εκτιμάται ότι θα κυμανθεί περίπου στο 2% ετησίως. Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, την προσεχή διετία θα διατεθούν στην αγορά πρωτότυπα τζιν ενδύματα με έντονες επεξεργασίες, που αναμένεται να αυξήσουν τη ζήτηση.