Οικονομία & Αγορές
Δευτέρα, 22 Σεπτεμβρίου 2008 11:22

To χρονικό της κρίσης στη Wall Street

Η εβδομάδα που πέρασε ήταν για πολλούς αναλυτές εκείνη που ανέδειξε πως η τρέχουσα κρίση είναι η σοβαρότερη μετά το κραχ του 1929. Αρκεί μόνο η απαρίθμηση των γεγονότων στις ΗΠΑ, για να φανεί η διαφορετικότητά της από όλες αυτής της πιθανά ιστορικής για την παγκόσμια οικονομία χρονιάς.

Η εβδομάδα που πέρασε ήταν για πολλούς αναλυτές εκείνη που ανέδειξε πως η τρέχουσα κρίση είναι η σοβαρότερη μετά το κραχ του 1929. Αρκεί μόνο η απαρίθμηση των γεγονότων στις ΗΠΑ, για να φανεί η διαφορετικότητά της από όλες αυτής της πιθανά ιστορικής για την παγκόσμια οικονομία χρονιάς.

Ακόμα δεν είναι για πολλούς διεθνείς οικονομικούς παράγοντες βέβαιο αν τα χειρότερα αυτής της κρίσης βρίσκονται πίσω μας. Αλλά όλοι αντιλαμβάνονται πως το μέλλον των τραπεζικών δεδομένων δεν πρόκειται να μοιάζει με ό,τι γνώριζε ο μέσος καταναλωτής έως σήμερα.

Τα χρηματιστήρια του πλανήτη, με ελάχιστες εξαιρέσεις, από την πρώτη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου κινήθηκαν καθοδικά, στην αρχή με συνεδριάσεις περιορισμένου όγκου, ειδικότερα τη δεύτερη εβδομάδα του μήνα. Την τρίτη εβδομάδα όμως, που εξέπνεαν τα παράγωγα, τα γεγονότα και οι αντιδράσεις των επενδυτών, ανέβασαν σε υψηλά επίπεδα για την τρέχουσα χρονιά τη νευρικότητα και τους τζίρους.

Ο Dow Jones Industrial Average, τη Δευτέρα 15/9, πέρασε από τις 11.300 μονάδες, κάτω από τις 11.000 μονάδες, με αποτέλεσμα να την ονομάσουν μαύρη Δευτέρα αλλά και η Τετάρτη δεν υστέρησε σε ρευστοποιήσεις που έφεραν το βασικό αυτό δείκτη στις 10.600.

Την Πέμπτη, αφού πέρασε και κάτω από αυτά τα επίπεδα, τρομάζοντας τους επενδυτές παγκοσμίως, ανέστρεψε πορεία και έτσι, με τα κέρδη της Παρασκευής, ο DJ βρέθηκε να φλερτάρει με τις 11.400. Με δύο γερά πτωτικές συνεδριάσεις, μια ουδέτερη σε αποτέλεσμα και όγκους και δύο ανοδικές XL μεγέθους, οι αγορές επέστρεψαν στα επίπεδα της αρχής του μήνα.

Αξίζει να καταγραφούν χρονολογικά τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, ώστε να γίνει αντιληπτή η επίδρασή τους στις διαθέσεις των επενδυτών. Για την τρέχουσα δε εβδομάδα, που θα προσφέρει αιτίες για χρηματιστηριακές αντιδράσεις από τις εξελίξεις στο μακροοικονομικό πεδίο, αναμένουμε σταδιακά να αρχίσει η αποτίμηση, σε διάφορα τμήματα και επίπεδα της αμερικανικής αγοράς, των τολμηρών και επιθετικών αποφάσεων που πάρθηκαν πρόσφατα και δεν έχουν «κριτικαριστεί» στα ταμπλό που αρχικά πανηγύρισαν.

Το χρονολόγιο μιας ιστορικής κρίσης

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου: Η κυβέρνηση των ΗΠΑ διασώζει τις Fannie Mae και Freddie Mac, θέτοντάς τες υπό καθεστώς προστασίας. Δεσμεύθηκε να παράσχει 200 δισ. δολάρια στο νέο σχήμα, που θα γίνει με τη συνένωσή τους, το ίδρυμα που θα κυριαρχήσει στην αγορά στεγαστικών δανείων. Ενεργοποίησε επίσης ένα πρόγραμμα που επιτρέπει στο κράτος να αγοράζει mortgage-backed securities (MBS) αξιόγραφα που έχουν εκδώσει οι Fannie και Freddie με βάση στεγαστικά δάνειά τους. Απέκτησε, τέλος, με όλα αυτά το 79,9% από κάθε μια αποδεχόμενη warrants στην ονομαστική τους τιμή.

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου: Μέρα αργίας πάλι, πριν από το άνοιγμα των αγορών στις 15/9, η Fed εξαγγέλλει την επιπλέον βοήθεια που αποφάσισε να παρέχει στην κεφαλαιαγορά, επιτρέποντας την πρόσβαση και διευρύνοντας την γκάμα των εγγυήσεων που απαιτούνται για το Primary Dealer Credit Facility (PDCF). Σε μια προσπάθεια, να διευκολύνει τις σχέσεις των τραπεζών με τα συνεργαζόμενα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η διάρκεια αυτής της «παραχώρησης», θα είναι ως τις 30 Ιανουαρίου του 2009.

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου: Ενα κονσόρτσιουμ τραπεζών παγκοσμίου εμβελείας, δηλαδή οι Bank of America, Barclays, Citibank, Credit Suisse, Deutsche Bank, Goldman Sachs, JP Morgan, Merrill Lynch, Morgan Stanley, και UBS, δεσμεύτηκαν για τη δημιουργία ενός Ταμείου, όπου η κάθε μια θα συνεισφέρει 7 δισ. δολάρια και από τα 70 δισ. θα δύναται όποια από τις συμμετέχουσες να σηκώσει για την κάλυψη άμεσων αναγκών ρευστότητας το ένα τρίτο.

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου: Η Lehman Brothers Holdings Inc καταφεύγει στο περί πτώχευσης άρθρο Chapter 11. Αντίστοιχη κατάρρευση είχε να συμβεί στις ΗΠΑ από την περίπτωση της Drexel Burnham Lambert το 1990.

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου: Η Bank of America αναγγέλλει την εξαγορά της Merrill Lynch, με συνολικό τίμημα 50 δισ. δολάρια, με ανταλλαγή μετοχών και κοστολογώντας τη μετοχή της Merrill στα 29 δολάρια. Σημειωτέον πως η μετοχή την εβδομάδα πριν το «deal» είχε υποστεί καθίζηση κατά 36,2% από τα ήδη ψαλιδισμένα επίπεδα, λόγο κρίσης το 2008.

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου: Η Fed μαζί με το υπουργείο οικονομικών αναγγέλλουν τη σωτηρία της American International Group (AIG): Το διοικητικό συμβούλιο της Fed εξουσιοδότησε τη Fed της Νέας Υόρκης να παράσχει 85 δισ. δολάρια στην AIG, με τη λογική της πλατφόρμας που χρησιμοποιήθηκε και στην περίπτωση της Bear Stearns. Ετσι η Fed απέκτησε το 79,9% του ασφαλιστικού Ομίλου που ημι-κρατικοποιήθηκε και άλλαξε management.

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου: H Barclays ανακοίνωσε την πρόθεση να εξαγοράσει τμήμα της Lehman Brothers Holdings Inc και συγκεκριμένα τη Lehman Brothers North American investment banking and capital markets businesses.

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου: Το FOMC (Federal Open Market Committee) κράτησε τα επιτόκια αμετάβλητα, σημειώνοντας «significantly increased strains in financial markets», δηλαδή υπολογίσιμα αυξημένες εντάσεις στις κεφαλαιαγορές.

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου: Η SEC δηλαδή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ, εξέδωσε νέους κανόνες για να προστατεύσει την επενδυτική κοινότητα από πρακτικές κατάχρησης του short selling, δηλώνοντας μηδενική ανοχή σε κάθε απόπειρα που θα πέσει στην αντίληψή της.

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου: Η Fed και το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσαν την ειδική έκδοση ομολόγων και ένα πρόγραμμα δημοπρασιών ανεξάρτητο, για την άντληση κεφαλαίων που θα χρειαστούν στη Fed, για την εκπλήρωση των πρωτοβουλιών που ανέλαβε. Θα διευκολυνθούν με αυτή τη διαδικασία οι άνθρωποι της Fed στο να πραγματοποιήσουν την απορρόφηση από το τραπεζικό σύστημα, περιουσιακών στοιχείων με λιγότερη αποδοχή στην ελεύθερη αγορά. Τις τελευταίες μέρες, αυτά τα less liquid assets from the banking system ονομάστηκαν από τους αναλυτές και τους δημοσιογράφους toxic assets.

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου: Οι Bank of Canada, Bank of England (BOE), European Central Bank (ECB), Federal Reserve, Bank of Japan (BOJ) και η Swiss National Bank (SNB), που χαρακτηρίζονται ως οι κύριες Κεντρικές Τράπεζες του κόσμου, ανακοίνωσαν τη λήψη συντονισμένων μέτρων για να διαχειριστούν τις αυξημένες πιέσεις στις αγορές ομολόγων δολαρίου μικρής διάρκειας. Η συμφωνία αντιπροσώπευε μια αύξηση στην παγκόσμια ρευστότητα τη σχετική με το δολάριο, ύψους 180 δισ. δολαρίων.

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου: Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ γνωστοποίησε άμεσες ενέργειες για να εξολοθρεύσει την παραποίηση της τάσης των μετοχών. Αναγκάζοντας τους μεγάλους παίκτες των αγορών (με ύψος κεφαλαίων άνω των 100 εκατομμυρίων δολαρίων) να δίδουν καθημερινά εικόνα των short θέσεών τους, απόφαση που φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση πολλά hedge Funds.

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου: Η Fed ανακοίνωσε εμπλουτισμό του προγράμματος παροχής ρευστότητας προς τις αγορές. Αναγνωρίζοντας το πρόβλημα με τα asset-backed commercial paper (ABCP), που έχουμε αναφέρει εδώ και μήνες, ως τμήμα της αγοράς που «πάγωσε» μετά το ξέσπασμα της credit crisis. Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου: Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε πρόγραμμα εγγύησης για τα αμοιβαία που δραστηριοποιούνται στα money markets (αγορές διαθεσίμων). O πρόεδρος George W. Bush ενέκρινε τη χρήση των διεξόδων που υπάρχουν, ώστε ο υπουργός Οικονομικών να χρησιμοποιήσει τα οικονομικά μέσα του Exchange Stabilization Fund για να μη χάσουν τα λεφτά τους οι επενδυτές αμοιβαίων από την αγορά αυτή. Αφορμή δόθηκε από το γεγονός του «breaking the buck» σε αμοιβαία των money markets. Δηλαδή πτώση της αξίας του αμοιβαίου τόση, ώστε το κάθε δολάριο που τοποθετήθηκε να «προσφέρει» ως απόδοση όχι απλά μηδέν, αλλά απώλειες κεφαλαίου.

Οι αγορές διαθεσίμων, ωστόσο, ήταν επί δεκαετίες τα ασφαλή λιμάνια, όπου οι επενδυτές δεν προσδοκούσαν τεράστια κέρδη, αλλά πίστευαν πως δεν είναι δυνατό να χάσουν κιόλας.

Το Exchange Stabilization Fund δημιουργήθηκε από την Πράξη Gold Reserve του 1934, που εξουσιοδοτεί τον υπουργό, ύστερα από έγκριση του προέδρου, να αγοράζει και να πωλεί χρυσό, συνάλλαγμα, και άλλα επενδυτικά προϊόντα, όπως ομόλογα και μετοχές που εγκρίνει το International Monetary Fund, για να συμβάλουν οι ΗΠΑ στην παγκόσμια οικονομική σταθερότητα.

Οι πρώτες αντιδράσεις στις πολιτικές πρωτοβουλίες

Εκτός από τις διακυμάνσεις των χρηματιστηριακών δεικτών, οι αγορές απάντησαν διά των αναλυτών και των πολιτικών επίσης. Ωστόσο, η περασμένη εβδομάδα, που άρχισε με τη Μαύρη Δευτέρα, τελείωσε με την Παρασκευή των «εκτοξεύσεων». Τα περισσότερα αναδυόμενα χρηματιστήρια σημείωσαν τη μεγαλύτερη ημερήσια μεταβολή εικοσαετίας! Για τους τραπεζικούς δείκτες, στα περισσότερα ώριμα χρηματιστήρια το τελευταίο διήμερο της περασμένης εβδομάδας ήταν το καλύτερο σε επίπεδο ανοδικής μεταβολής.

Περιττό να αναφερθούμε διεξοδικά, λοιπόν, στο πώς αντέδρασαν οι επενδυτές. Τα μέσα ενημέρωσης χαρακτήρισαν το κύμα των ειδήσεων, από το προηγούμενο Σαββατοκύριακο ως την Πέμπτη, επιβεβαίωση της μετατροπής του credit crisis σε banking crisis. Αυτό άρχισε να εμφανίζεται ως επικεφαλίδα των οικονομικών ειδήσεων στα δελτία, από την περασμένη Τετάρτη και μετά.

Ωστόσο, μετά τις κινήσεις της πολιτικής εξουσίας, τα μέσα μετέτρεψαν το μότο των ημερών σε Banks in crisis. Αφήνοντας να εννοηθεί πως δεν υπάρχει κρίση του τραπεζικού συστήματος αλλά ότι μερικές τράπεζες βρίσκονται σε κρίση.

Στις 16 Σεπτεμβρίου, στη Wall Street Journal οι Simona Covel, Kelly K. Spors and Raymund Flandez έστρεφαν το αναλυτικό τους βλέμμα στις παράπλευρες απώλειες της κρίσης. «Καθώς σείστηκε η Wall Street, οι τίτλοι της μικρής και μεσαίας κεφαλαιοποίησης θα αρχίσουν να αντιλαμβάνονται τις επιπτώσεις του δεύτερου κύματος της κρίσης. Οι μορφή τους θα είναι οι αυστηρότερες πρακτικές των τραπεζών για την επιλογή των δανειοληπτών και τα σκληρότερα πλαίσια δανεισμού. Η τρέχουσα κρίση είναι η χαριστική βολή σε μικρές εταιρείες που υπέφεραν το 2008. Οι μικρές εταιρείες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη των τραπεζικών δανείων, διότι οι καταναλωτές μείωσαν τη δραστηριότητά τους, αφού το επιτόκιο στις πιστωτικές κάρτες ανέβηκε και οι αποδόσεις των επενδύσεων στα αμοιβαία έγιναν απώλειες. Τώρα, το οικονομικό περιβάλλον φαίνεται δύστροπο και οι επιχειρήσεις θα βρεθούν αντιμέτωπες, σε λίγους μήνες, με πολύ σκληρότερες απαιτήσεις από την πλευρά των τραπεζών. Καταλήγουν δε με την άποψη του Andrew Zacharakis, που είναι καθηγητής στο Babson College. Αν επιχειρηθεί η επιβολή μιας νέας κατάστασης στις συνθήκες δανεισμού, αυτή θα γίνει ακαριαία».

Στις 18 Σεπτεμβρίου, στη Wall Street Journal, οι Jon Hilsenrath, Serena Ng και Damian Paletta, λίγες μέρες μετά την πτώχευση της Lehman Brothers και τη διάσωση της AIG, διαπιστώνουν πως η κρίση που άρχισε πριν από 13 μήνες εισήλθε σε νέα φάση πολύ σοβαρότερη της προηγούμενης. Απογυμνώθηκαν οι ελπίδες που είχαν οι περισσότεροι επενδυτές, πως η ζημιά θα περιοριστεί σε ορισμένα ιδρύματα που στοιχημάτισαν επί στεγαστικών δανείων που εξατμίστηκαν. Αποκαλύφθηκαν νέες διαδικασίες παραγωγής ζημιών, εκτός του sub prime. Οπως είναι οι αγορές των credit-default swaps, αλλά και τα προϊόντα που πούλησε η AIG και άλλες ασφαλιστικές εταιρείες. Κάθε επεισόδιο σε αυτή την κρίση φαίνεται να προκαλεί πολιτική παρέμβαση, που αποκτά διαρκώς ευρύτερο πεδίο δράσης, αλλά γίνεται και συνεχώς «ακριβότερη» από την προηγούμενη, δίνοντας ταυτόχρονα μεγαλύτερες πιθανότητες στο ενδεχόμενο εμφάνισης ανεπιθύμητων παρενεργειών.

Στις 18 Σεπτεμβρίου, ο Matthias Rieker της Dow Jones παρατηρούσε: Η κυριαρχία των εμπορικών τραπεζών (το τοποθετεί σε αντιδιαστολή με τις επενδυτικές) στην κεφαλαιαγορά θα επιφέρει εκ βάθρων μεταβολές στην επανεκτίμηση του κινδύνου. Το Leverage (η μόχλευση των κεφαλαίων) θα εξαφανιστεί από την αμερικανική αγορά συνολικά. Ενώ ο Pierre Paulden στο Bloomberg τόνιζε: Η κρίση που οδήγησε στην καταστροφή τις Lehman Brothers Holdings Inc και Bear Stearns Cos σπρώχνει το κόστος δανεισμού στα ψηλότερα επίπεδα από το Νοέμβριο του 2002. Το μέσο επιτόκιο στα ομόλογα που χρησιμοποιούνται περισσότερο από τους διαχειριστές αμοιβαίων ανέβηκε στο 7,43%, από 5,99% ένα χρόνο πριν. Τα ανώτερα δε όρια πετάχτηκαν από το 9,17% στο 13,6%!

Στις 19 Σεπτεμβρίου, ο Scott Lanman στο Bloomberg υπογράμμισε: Σε μια προσπάθεια να αναζωογονηθεί το οικονομικό σύστημα των ΗΠΑ, η Federal Reserve και το υπουργείο Οικονομικών, με σειρά επιμέρους κινήσεων, που θα απαιτήσουν την έγκριση του Κογκρέσου, ξεκινούν την επιβολή έκτακτων μέτρων. Η αναγγελία σήμερα έγινε για να αντιμετωπιστεί ριζικά η έξοδος ρεκόρ των επενδυτών από την αγορά διαθεσίμων, μετά τις ζημιές που παρουσίασαν ορισμένα από τα αμοιβαία αυτής της κατηγορίας, αν και επί μακρόν θεωρούνταν μεταξύ των ασφαλέστερων επενδύσεων. Η Rebecca Christie και ο John Brinsley παρουσίασαν ως αιτία εκτός των money markets, τη διάθεση της κυβέρνησης να απαλλαγούν οι τράπεζες των ΗΠΑ από τα «δηλητηριώδη» assets που εξέδωσαν, διακίνησαν και χρησιμοποίησαν. Αυτή η παρέμβαση είναι η μεγαλύτερη από την Great Depression και μετά.

Το κόστος των πρωτοβουλιών θα αναζητήσουν οι αγορές, στις εβδομάδες που θα ακολουθήσουν και οι πολιτικοί ή οι τέως πρόεδροι της Fed, ήταν οι πρώτοι που μέσα στο Σαββατοκύριακο στο Bloomberg, έκαναν υπολογισμούς και εκτιμήσεις με τα δικά τους «μαθηματικά».

Ο κ. William Ford, τέως πρόεδρος της Fed της Ατλάντα, υπολόγισε το κόστος των κινήσεων της Fed και του υπουργείου Οικονομικών μεταξύ των 800 δισ. δολαρίων και 2 τρισ., ενώ ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής, Richard Shelby, που συμμετέχει και στην επιτροπή της γερουσίας για τις Τράπεζες, το τοποθετεί μεταξύ των 500 δισ. και του 1 τρισ., παραδεχόμενος πως πρόκειται για το μεγαλύτερο σχέδιο διάσωσης που αποφασίστηκε στην ιστορία των ΗΠΑ. Το νεωτεριστικό πνεύμα που διέκρινε τις κινήσεις προκάλεσε ιδιαίτερες συζητήσεις. Σύμφωνα με το MarketNews International, ο γερουσιαστής Jim Bunning εξέδωσε την ακόλουθη δήλωση. «Μετά τις πρόσφατες αποφάσεις, οι Αμερικανοί του χρόνου, αντί της 4ης Ιουλίου, θα γιορτάσουν την 'απελευθέρωση της Βαστίλης'. Η ελεύθερη αγορά των ΗΠΑ πέθανε. Ακόμα και τα τρισέγγονά μου θα είναι φορτωμένα με το υπολογιζόμενο σε 1 τρισ. δολάρια χρέος που τους άφησε η υλοποίηση αυτών των προτάσεων».

ΚΩΣΤΑΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ