Έντονη απαισιοδοξία των νοικοκυριών, καθίζηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, δυσκολία αποπληρωμής των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας και θέρμανσης και αρνητικές προσδοκίες από την πλευρά των βιομηχανιών είναι ορισμένα από τα ευρήματα της Έρευνας Οικονομικής Συγκυρίας του Νομού Θεσσαλονίκης («Βαρόμετρο ΕΒΕΘ») για το δεύτερο εξάμηνο του 2022.
Έντονη απαισιοδοξία των νοικοκυριών, καθίζηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, δυσκολία αποπληρωμής των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας και θέρμανσης και αρνητικές προσδοκίες από την πλευρά των βιομηχανιών είναι ορισμένα από τα ευρήματα της Έρευνας Οικονομικής Συγκυρίας του Νομού Θεσσαλονίκης («Βαρόμετρο ΕΒΕΘ») για το δεύτερο εξάμηνο του 2022.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, οι καταναλωτές στο Νομό Θεσσαλονίκης εξακολουθούν να διακατέχονται από έντονη απαισιοδοξία, καθώς ο συνδυασμός του κύματος ακρίβειας σε προϊόντα και ενέργεια, αλλά και της αβεβαιότητας που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, δημιουργεί ένα μίγμα μεγάλης ανασφάλειας. Έτσι, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης στον Νομό Θεσσαλονίκης διαμορφώνεται στις -47 μονάδες, σχεδόν στο ίδιο επίπεδο σχέση με τον περασμένο Μάρτιο 2022.
Η έρευνα καταγράφει καθίζηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης στον Νομό Θεσσαλονίκης, μια τάση η οποία αποτυπώνεται τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης παραμένει στο επίπεδο που καταγράφηκε τον Μάρτιο του 2020 με την έναρξη της πανδημίας στη χώρα μας και τις συνθήκες καραντίνας και αναστολής σημαντικού μέρους της οικονομικής δραστηριότητας που ακολούθησε (-45 έναντι -47 σήμερα) και βέβαια πολύ μακριά από το -2 τον Σεπτέμβριο 2019 - το καλύτερο σημείο του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης από την έναρξη των μετρήσεων του Βαρόμετρου ΕΒΕΘ τον Μάρτιο του 2009.
Η ακρίβεια σε προϊόντα και ενέργεια και η επίπτωσή της στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, είναι εντυπωσιακή: το 30% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι επιβιώνουν εις βάρος των αποταμιεύσεών τους ή δανειζόμενοι (στο ίδιο επίπεδο με τον περασμένο Μάρτιο 2022), ενώ το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι έχουν σήμερα τη δυνατότητα να αποταμιεύσουν πολύ ή λίγο μειώθηκε περαιτέρω στο 15% έναντι 18% το περασμένο εξάμηνο και 27% τον Σεπτέμβριο του 2021. Παράλληλα, οι καταναλωτές αναμένουν ακόμα μεγαλύτερη αύξηση τιμών το επόμενο διάστημα, ενώ το 40% δηλώνουν ότι οι αυξήσεις σε προϊόντα και ενέργεια ήρθαν για να μείνουν και θα έχουν μόνιμο χαρακτήρα. Ωστόσο, το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν αδυναμία αποπληρωμής των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και θέρμανσης μειώθηκε από το 25% τον Μάρτιο του 2022 στο 15% και 19% αντίστοιχα σήμερα αλλά το 65% και 59% αντίστοιχα δηλώνουν ακόμα δυσκολία στην αποπληρωμή τους.
Ακόμη, 7 στους 10 δηλώνουν ότι έχουν περιορίσει δαπάνες για ψυχαγωγία και ταξίδια, ενώ 2 στους 3 δηλώνουν ότι έχουν περιορίσει δαπάνες για ένδυση και υπόδηση και 1 στους 2 δηλώνουν ότι έχουν περιορίσει ακόμα και τις δαπάνες βασικών καταναλωτικών αγαθών, όπως τα τρόφιμα.
Ειδικά για το θέμα της θέρμανσης, 2 στα 3 νοικοκυριά περίπου δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν κυρίως φυσικό αέριο για την θέρμανση της κατοικίας τους έναντι μόλις 15% που χρησιμοποιούν πετρέλαιο και 9% συσκευές ρεύματος (κλιματιστικά, ηλεκτρικά σώματα, θερμοσυσσωρευτές κτλ), ενδεικτικό της βαρύτητας των τιμών του φυσικού αερίου για τα νοικοκυριά τον φετινό χειμώνα.
Συνολικά, καταγράφεται υποχώρηση της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών και εγκατάσταση έντονα αρνητικού κλίματος μεταξύ των καταναλωτών. Τα σημάδια της κατάστασης αυτής αποτυπώνονται και στην αρνητική πρόθεση – προφανώς λόγω αδυναμίας – πραγματοποίησης σημαντικών αγορών το επόμενο διάστημα και αποταμίευσης.
Ειδικότερα, οι καταναλωτές του Νομού Θεσσαλονίκης αναφέρουν:
Πολύ αρνητική αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών για το διάστημα που προηγήθηκε και βαθιά απαισιοδοξία για την περαιτέρω εξέλιξή της, καθώς σταθεροποιείται σε πολύ υψηλό επίπεδο το ποσοστό όσων αναμένουν επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του νοικοκυριού τους (στο 64% σήμερα).
Μειώνεται ελαφρά - παραμένοντας ωστόσο σε πολύ υψηλό επίπεδο - από 80% σε 73% το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι η γενική οικονομική κατάσταση της χώρας επιδεινώθηκε πολύ ή αρκετά κατά το προηγούμενο 12μηνο. Παράλληλα, σταθεροποιείται σε υψηλό επίπεδο το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι η γενική οικονομική κατάσταση της χώρας θα επιδεινωθεί κατά το επόμενο δωδεκάμηνο (70% έναντι αντίστοιχου ποσοστού 71% τον περασμένο Μάρτιο 2022).
Η ακρίβεια και η αύξηση των τιμών καταναλωτή είναι πλέον αισθητές από το σύνολο σχεδόν των καταναλωτών, ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης. Οι καταναλωτές στο Νομό Θεσσαλονίκης εκτιμούν ότι οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν «Λίγο» (4%), «Αρκετά» (37%) ή «Πολύ»” (57%) κατά το τελευταίο 12μηνο (αθροιστικά 98% έχουν διαπιστώσει αύξηση των τιμών καταναλωτή). Παράλληλα, η συντριπτική πλειοψηφία (82%) των καταναλωτών στο Νόμο Θεσσαλονίκης εκτιμούν ότι το επόμενο 12μηνο οι τιμές καταναλωτή θα αυξηθούν με μικρότερο (13%), παρόμοιο (34%) ή μεγαλύτερο (35%) ρυθμό σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα.
Ιδιαίτερα απαισιόδοξοι εμφανίζονται οι καταναλωτές και σε σχέση με την εξέλιξη της ανεργίας, καθώς η ευρεία πλειοψηφία πιστεύουν πως τα επίπεδα της ανεργίας θα αυξηθούν «πολύ» ή «λίγο» (56% συγκριτικά με 61% τον Μάρτιο του 2022).
Καθίζηση σε αρνητικό έδαφος παρουσιάζει και ο δείκτης αξιολόγησης της συγκυρίας για την πραγματοποίηση σημαντικών αγορών (μόλις 7% θεωρούν την συγκυρία κατάλληλη για σημαντικές αγορές, όπως έπιπλα, ηλεκτρικές/ηλεκτρονικές συσκευές κτλ, σε σταθερό επίπεδο σε σχέση με τον Μάρτιο 2022). Εικόνα αντίστοιχης καθίζησης καταγράφεται και στο δείκτη πρόθεσης για την πραγματοποίηση τέτοιων αγορών στο μέλλον.
Στάσιμη σε χαμηλό επίπεδο παραμένει και η πρόθεση για αποταμίευση (15% σήμερα σε σχέση με 14% τον Μάρτιο 2022), ενώ σταθεροποιείται σε υψηλό επίπεδο το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι «τρώνε από τα έτοιμα», αναλώνοντας τις αποταμιεύσεις τους ή χρεώνονται όλο και περισσότερο (30% από 31%), αυξάνεται ελαφρά στο 54% το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι τα φέρνουν ίσα – ίσα με τα εισοδήματά τους (50% το αντίστοιχο ποσοστό για τον Μάρτιο 2022) και μειώνεται περαιτέρω στο 15% το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι αποταμιεύουν χρήματα (18% τον περασμένο Μάρτιο 2022).
Σταθερά χαμηλή η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου στο Νομό Θεσσαλονίκης, με το 4% των καταναλωτών να δηλώνουν ότι είναι πολύ ή αρκετά πιθανό να πραγματοποιήσουν κάποια αγορά αυτοκινήτου (έναντι 5% τον Μάρτιο 2022).
Διατηρείται σχεδόν αμετάβλητη η πρόθεση αγοράς ή ανέγερσης σπιτιού για το επόμενο 12μηνο (στο 3% σταθερά) και αντίστοιχα η πρόθεση ανακαίνισης ή επισκευής-βελτίωσης σπιτιού για το επόμενο 12μηνο (στο 10% έναντι 12% τον Μάρτιο 2022).
Ο «Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για τη Βιομηχανία» στον Νομό Θεσσαλονίκης επιδεινώνεται περαιτέρω σε αρνητικό έδαφος, μετά την πτώση που σημείωσε τον Μάρτιο του 2022 από το υψηλότερο σημείο των μετρήσεων του Βαρόμετρου ΕΒΕΘ τον Σεπτέμβριο του 2011.
Έτσι, το ισοζύγιο θετικών - αρνητικών εκτιμήσεων του «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών της Βιομηχανίας» βρίσκεται πλέον στις -17 μονάδες στο Νομό Θεσσαλονίκης, έναντι -11 τον Μάρτιο 2022.
Μετά από μια διετία, όπου ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για τη Βιομηχανία εμφανίζονταν να «φλερτάρει» με την εγκατάσταση σε θετικό έδαφος, αρκετά μακριά από τις σταθερά αρνητικές τιμές που καταγράφονταν από το 2009 μέχρι και το 2016 – 2017, η εμφάνιση της επιδημίας του κορωνοϊού και τα περιοριστικά μέτρα που εφαρμόστηκαν για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, οδήγησαν στην κατάρρευση του τον Μάρτιο του 2020 σε επίπεδο χειρότερο ακόμα και από τις χαμηλότερες τιμές που είχαν καταγραφεί κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης της χώρας (2010 – 2011).
Ενάμιση χρόνο αργότερα (Σεπτέμβριος 2021) καταγράφηκε μια εντυπωσιακή ανάκαμψη του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών για τη Βιομηχανία, που οφείλονταν κυρίως στην εντυπωσιακή ανάκαμψη της αξιολόγησης της παραγωγής του προηγούμενου 6μηνου, την περαιτέρω βελτίωση των προσδοκιών για την εξέλιξη της παραγωγής και την εξέλιξη των παραγγελιών από το εξωτερικό (εξαγωγές) για το επόμενο εξάμηνο.
Η εικόνα αυτή ανατράπηκε τον Μάρτιο του 2022 με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και την κορύφωση της ενεργειακής κρίσης και επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο σήμερα. Τόσο η εκτίμηση για την εξέλιξη της παραγωγής το επόμενο εξάμηνο, όσο και η εκτίμηση για την εξέλιξη των εξαγωγών το επόμενο εξάμηνο, βρίσκονται σε αρνητικό έδαφος με σαφή επιδείνωση σε σχέση με τον Μάρτιο 2022.
Την ίδια στιγμή, σε θετικό επίπεδο και με μικρή ανάκαμψη σε σχέση με τον Μάρτιο 2022, βρίσκεται ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο των Υπηρεσιών.
Πιο αναλυτικά, ο σχετικός «Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών» για τον τομέα των Υπηρεσιών καταγράφεται ξανά σε θετικό έδαφος - για τρίτο συνεχόμενο εξάμηνο - στο +13.
Μικρή βελτίωση του κλίματος καταγράφεται και στις επιχειρήσεις Λιανικού Εμπορίου στο Νομό Θεσσαλονίκης σε σχέση με τον Μάρτιο 2022, με τον «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών για το Λιανικό Εμπόριο» να βρίσκεται πλέον σχεδόν σε ουδέτερο έδαφος.
Έτσι, το ισοζύγιο θετικών - αρνητικών εκτιμήσεων του «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών Λιανικού Εμπορίου» βρίσκεται στο -1 (από -10 τον Μάρτιο 2022).
Μικρή βελτίωση του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών σε σχέση με τον περασμένο Μάρτιο 2022 υπάρχει και στον κλάδο των Κατασκευών.
Έτσι, το ισοζύγιο θετικών-αρνητικών εκτιμήσεων του «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών Κατασκευών» βρίσκεται στις -7 μονάδες στο Νομό Θεσσαλονίκης (έναντι -17 τον Μάρτιο 2022).
Το 65% των νοικοκυριών δυσκολεύεται να πληρώσει τον λογαριασμό ρεύματος
Δυσβάσταχτοι χαρακτηρίζονται οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος από το 15% των νοικοκυριών στο Νομό Θεσσαλονίκης και αναφέρουν ότι δεν είναι σε θέση να τους πληρώσουν, ενώ το 65% τους θεωρούν υψηλούς και αναφέρουν ότι τους δυσκολεύει η αποπληρωμή τους.
Αυτό προκύπτει από τις «ad-hoc» ερωτήσεις του Βαρόμετρου ΕΒΕΘ, ενώ αντίστοιχη είναι η εικόνα και σε σχέση με τους λογαριασμούς θέρμανσης, καθώς κι εδώ το 19% δηλώνουν ότι οι λογαριασμοί αυτοί είναι δυσβάσταχτοι και δεν είναι σε θέση να τους εξοφλήσουν ενώ το 59% τους θεωρούν υψηλούς και δυσκολεύονται να τους αποπληρώσουν. Παράλληλα, μόλις το 19% και 15% των νοικοκυριών δηλώνουν ότι οι λογαριασμοί είναι φυσιολογικοί ή χαμηλοί και δεν δυσκολεύονται στην αποπληρωμή τους, αντίστοιχα. Πρέπει να σημειωθεί ότι, παρά την πολύ αρνητική εικόνα που καταγράφεται, υπάρχει μια μικρή βελτίωση σε σχέση με τις αντίστοιχες απαντήσεις που είχαν καταγραφεί τον Μάρτιο του 2022, που προφανώς οφείλεται στην επιδότηση μέρους του κόστους ενέργειας από την Πολιτεία.
Πάνω από 1 στα 2 νοικοκυριά στο Νομό Θεσσαλονίκης δηλώνουν ότι δεν έχουν πραγματοποιήσει παρεμβάσεις ενεργειακής εξοικονόμησης στο κτίριο της κατοικίας τους. Στον αντίποδα, το 27% έχουν προχωρήσει στην εγκατάσταση φωτιστικών χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης (led), το 20% έχουν εγκαταστήσει νέα κουφώματα με διπλά ή τριπλά τζάμια, το 16% έχουν υλοποιήσει κάποιας μορφής θερμομόνωση (στέγης, όψεων κτλ) και το 14% έχουν εγκαταστήσει νέα συστήματα ψύξης/θέρμανσης χαμηλής κατανάλωσης ή χρησιμοποιούν ηλεκτρικές συσκευές χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης. Παρόμοιο ποσοστό (14%) έχουν εγκαταστήσει στοιχεία ηλιοπροστασίας (τέντες, περσίδες, πάνελ ηλιοπροστασίας κτλ) και μόλις το 5% κάνουν χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (φωτοβολταϊκά συστήματα, συστήματα αιολικής ενέργειας κτλ).
Ιδιαίτερα σημαντικό εύρημα της έρευνας, αποτελεί το ότι 2 στα 3 νοικοκυριά στο Νομό Θεσσαλονίκης δηλώνουν ότι θερμαίνονται με φυσικό αέριο, ενώ το 15% χρησιμοποιούν πετρέλαιο θέρμανσης, το 9% χρησιμοποιούν συσκευές ηλεκτρικού ρεύματος και το 7% καυσόξυλα.
Μόνιμες θεωρούν τις αυξήσεις τιμών σε προϊόντα και ενέργεια 4 στους 10 καταναλωτές στο Νομό Θεσσαλονίκης (40%), ενώ το 29% θεωρούν ότι οι τιμές θα επανέλθουν στα προ των αυξήσεων επίπεδα από το 2024 και μετά. Μόλις το 14% διαβλέπουν επαναφορά των τιμών σε επίπεδα προ των αυξήσεων κάποια στιγμή μέσα στο 2023.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν το κύμα ακρίβειας σε προϊόντα και ενέργεια, οι καταναλωτές στο Νομό Θεσσαλονίκης έχουν λάβει μια σειρά από μέτρα, όπως περιορισμό άλλων δαπανών όπως η ψυχαγωγία και τα ταξίδια (69%), περιορισμό δαπανών ένδυσης – υπόδησης (64%), περιορισμό των αγορών βασικών καταναλωτικών αγαθών όπως π.χ. τα τρόφιμα (50%), περιορισμό της χρήσης Ι.Χ. οχημάτων (36%), αναβολή σημαντικών αγορών όπως κατοικία ή αυτοκίνητο (30%), μείωση αποθεματικών/καταθέσεων (22%), ενώ το 9% αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε δανεισμό.
Μόλις 1 στα 7 νοικοκυριά περίπου (15%) δηλώνουν ότι δεν έχουν λάβει κάποιο μέτρο για την αντιμετώπιση της ακρίβειας σε προϊόντα και ενέργεια. Η γενική εικόνα δεν έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με τον Μάρτιο 2022.
Σε σχέση με τα πιο επιθυμητά μέτρα στήριξης για να ανταπεξέλθουν στο κύμα ακρίβειας σε προϊόντα, καύσιμα και ενέργεια, οι καταναλωτές στον Νομό Θεσσαλονίκης προκρίνουν την μείωση φόρων κατανάλωσης (ΦΠΑ, ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα καύσιμα κτλ) με 41% και ακολουθούν σε απόσταση η επιδοτήσεις των λογαριασμών θέρμανσης (18%), οι επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος (15%) και η μείωση φόρου εισοδήματος και ασφαλιστικών εισφορών με 15% επίσης, ενώ η επιδότηση των καυσίμων κίνησης επιλέγεται μόνο από το 2%.
7 στους 10 καταναλωτές στον Νομό Θεσσαλονίκης, δηλώνουν ότι, σε σχέση με την περίοδο πριν την αύξηση τιμών στα προϊόντα, αγοράζουν πλέον κυρίως προϊόντα σε προσφορά (2 σε 1, δωρεάν επιπλέον ποσότητα, ειδικές εκπτώσεις κτλ), ενώ το 44% αγοράζουν πλέον μικρότερες ποσότητες προϊόντων, το 42% επιλέγουν καταστήματα/super market με τις χαμηλότερες τιμές, το 35% αγοράζουν προϊόντα από διαφορετικά καταστήματα/super market για να πετύχουν τη μικρότερη δυνατή δαπάνη και το 31% αγοράζουν πλέον κυρίως προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
8 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχει αυξηθεί το συνολικό ενεργειακό κόστος τους
Αντίστοιχα οι επιχειρήσεις στο πλαίσιο των “ad-hoc” ερωτήσεων τους αναφέρουν σε ποσοστό 83%, έναντι 82% τον Μάρτιο του 2022 ότι έχει αυξηθεί το συνολικό ενεργειακό κόστος λειτουργίας τους.
Η μέση αύξηση που αναφέρεται είναι 60% (έναντι μέσου όρου 75% τον Μάρτιο 2022) με το 7% να αναφέρουν αύξηση άνω του 100% (13% τον Μάρτιο 2022), ενώ το 29% αναφέρουν αυξήσεις άνω του 50% (40% τον Μάρτιο 2022).
1 στις 2 επιχειρήσεις (51%) θεωρούν ότι το πιο αποτελεσματικό μέτρο για την αντιμετώπιση του αυξημένου κόστους ενέργειας και καυσίμων θα ήταν η μείωση του ΦΠΑ και των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ενώ το 24% επιλέγει τον καθορισμό πλαφόν στις τελικές τιμές ενέργειας/καυσίμων και το 16% την υψηλότερη επιδότηση των επιχειρήσεων για την αγορά ενέργειας ή/και καυσίμων.
Επίσης, συνολικά 1 στις 2 επιχειρήσεις στο Νομό Θεσσαλονίκης διαπιστώνουν προβλήματα ελλείψεων πρώτων υλών ή προϊόντων στην αγορά (43% τον Μάρτιο 2022), είτε σε μικρό βαθμό (31%) είτε σε μεγάλο βαθμό (19%).
4 στις 5 επιχειρήσεις (80% έναντι 74% τον Μάρτιο 2022) διαπιστώνουν αύξηση των τιμών πρώτων υλών και προϊόντων γενικά και μόλις το 10% δεν έχουν διαπιστώσει κάποια αύξηση κόστους.
Ακόμη, το 70% των επιχειρήσεων αναφέρουν ότι ενσωμάτωσαν ή ενσωματώνουν τις αυξήσεις στο κόστος πρώτων υλών και ενέργειας στο τελικό κόστος πώλησης των προϊόντων ή υπηρεσιών τους (65% τον Μάρτιο 2022), είτε σε μικρό βαθμό (40%), είτε σε μεγάλο βαθμό (16%), είτε εξ ολοκλήρου (14%).
Μόλις το 25% των επιχειρήσεων δεν ενσωμάτωσαν και δεν ενσωματώνουν τις αυξήσεις αυτές στο τελικό κόστος πώλησης των προϊόντων και υπηρεσιών τους (26% τον Μάρτιο 2022).
Το υψηλό κόστος πρώτων υλών/προϊόντων και το υψηλό κόστος ενέργειας/καυσίμων αποτελούν τα δύο βασικότερα προβλήματα που δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις στον Νομό Θεσσαλονίκης σήμερα (39% για το καθένα).
Μάλιστα, το υψηλό κόστος πρώτων υλών/προϊόντων βρίσκεται πολύ ψηλά σε Κατασκευές (58%) και Βιομηχανία/Μεταποίηση (55%), ενώ το υψηλό κόστος ενέργειας/καυσίμων αναφέρεται πολύ έντονα από τις επιχειρήσεις στον τομέα Βιομηχανία/Μεταποίηση (46%).
Το Βαρόμετρο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιείται σε συνεργασία με την εταιρεία δημοσκοπήσεων-ερευνών Palmos Analysis, διενεργείται σε συνολικό δείγμα 1.500 ερωτώμενων (800 επιχειρήσεων και 700 καταναλωτών) και καλύπτει και τους τέσσερις τομείς της οικονομίας (βιομηχανία - μεταποίηση, υπηρεσίες, λιανικό εμπόριο και κατασκευές).