Μέσα σε ένα συγκρουσιακό περιβάλλον, η Ε.Ε. «παίζει με τη φωτιά», δοκιμάζοντας τα όρια της συνοχής της, με το τεράστιο πρόγραμμα δανεισμού της Γερμανίας, 200 δισ., να δέχεται τα πυρά των χωρών που δεν έχουν ανάλογα περιθώρια κινήσεων. Φουντώνουν και πάλι, στο μεταξύ, οι συζητήσεις για κοινές εκδόσεις χρέους, υπό τη σθεναρή αντίσταση της Γερμανίας, της Δανίας και της Ολλανδίας. Συνεχίζονται οι ζυμώσεις στις Βρυξέλλες και στις εθνικές κυβερνήσεις για το θέμα του πλαφόν στο φυσικό αέριο εν όψει της άτυπης Συνόδου Κορυφής της Πράγας.
Των Λαλέλας Χρυσανθοπούλου και Έφης Τριήρη
Μέσα σε ένα συγκρουσιακό περιβάλλον, η Ε.Ε. «παίζει με τη φωτιά», δοκιμάζοντας τα όρια της συνοχής της, με το τεράστιο πρόγραμμα δανεισμού της Γερμανίας, 200 δισ., να δέχεται τα πυρά των χωρών που δεν έχουν ανάλογα περιθώρια κινήσεων.
Φουντώνουν και πάλι, στο μεταξύ, οι συζητήσεις για κοινές εκδόσεις χρέους, υπό τη σθεναρή αντίσταση της Γερμανίας, της Δανίας και της Ολλανδίας. Συνεχίζονται οι ζυμώσεις στις Βρυξέλλες και στις εθνικές κυβερνήσεις για το θέμα του πλαφόν στο φυσικό αέριο εν όψει της άτυπης Συνόδου Κορυφής της Πράγας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, σήμερα θα λάβει χώρα τηλεδιάσκεψη μεταξύ των υπουργών Ενέργειας Ιταλίας, Ελλάδας, Βελγίου και Πολωνίας -των τεσσάρων δηλαδή χωρών που πρωταγωνιστούν στην προσπάθεια κατάθεσης συγκεκριμένης πρότασης για ευρύ πλαφόν στις χονδρεμπορικές τιμές φυσικού αερίου- και του Γερμανού ομολόγου τους, στην προσπάθεια να γεφυρωθεί η (πολύ μεγάλη) διάσταση απόψεων πριν από τη συνάντηση των ηγετών στην Πράγα, στην οποία, πάντως, δεν αναμένεται να ληφθούν αποφάσεις προς την κατεύθυνση αυτή.
Όπως δήλωσε χθες ο Έλληνας υπουργός ΠΕΝ Κώστας Σκρέκας, στόχος των «4» -που αποτελούν την εμπροσθοφυλακή του μπλοκ των «15»- είναι να καταλήξουν σε μια κοινή υλοποιήσιμη πρόταση (για πλαφόν) σε τεχνικό επίπεδο που θα παρουσιαστεί στην Κομισιόν, ώστε εκείνη να την αξιολογήσει και να τη συμπληρώσει -εφόσον χρειάζεται- για να την καταθέσει προς έγκριση στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας «όποτε είναι έτοιμη».
Προσχέδιο κειμένου συμπερασμάτων που διέρρευσε αναφέρει ότι οι συζητήσεις για την αποκλιμάκωση των τιμών φυσικού αερίου κατά την άτυπη Σύνοδο Κορυφής θα αφορούν δυο ιδέες: α) την επιβολή πανευρωπαϊκού πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου (χωρίς να είναι σαφές τι μορφή θα έχει αυτό...), β) μια ευρωπαϊκή εκδοχή του «ιβηρικού μοντέλου» για πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται μόνο για την ηλεκτροπαραγωγή.
Όπως αναφέρουν πηγές, παρά την έντονη κινητικότητα, οι ενστάσεις της Κομισιόν και σειράς χωρών αναφορικά με την πρώτη ιδέα δεν έχουν καμφθεί. Το επιβεβαίωσε η επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον, που μιλώντας χθες το βράδυ ενώπιον της Επιτροπής Βιομηχανίας του Ευρωκοινοβουλίου δήλωσε ότι οι Βρυξέλλες θα παρουσιάσουν τη προσέγγισή τους πριν από τη συνάντηση των ηγετών την Παρασκευή. Υπογράμμισε ότι «το πλαφόν στις χονδρεμπορικές τιμές φέρει κινδύνους και προκλήσεις, θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια εφοδιασμού και μπορεί να διαταράξει τις διασυνοριακές ροές φυσικού αερίου».
Σύμφωνα με την κ. Σίμσον, «μια διέξοδος θα ήταν να εξεταστεί ένας ευέλικτος τρόπος περιορισμού των τιμών του φυσικού αερίου στον κόμβο TTF, κατά τρόπο που θα εξασφαλίζει την προμήθεια LNG στην Ευρώπη». Ένα τέτοιο μέτρο θα είχε προσωρινή ισχύ, όσο η Ε.Ε. εργάζεται για τη δημιουργία ενός εναλλακτικού του TTF δείκτη τιμολόγησης του καυσίμου.
Eδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι το επίσημο ανακοινωθέν που εκδόθηκε μετά τη χθεσινή συνεδρίαση του Ecofin ανέφερε ότι έχουν ήδη ξεκινήσει οι διεργασίες προς την κατεύθυνση αυτή, με στόχο το νέο benchmark να είναι έτοιμο πριν από το τέλος του Μαρτίου 2023, εν όψει της επόμενης περιόδου πλήρωσης των αποθηκών φυσικού αερίου. Την ίδια στιγμή, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης άφησαν παράθυρο για να συμφωνήσουν σε «στοχευμένες αλλαγές στη λειτουργία των αγορών ενέργειας», για παράδειγμα στη διεύρυνση των αξιών που χρησιμοποιούνται ως ενέχυρο και στην καλύτερη χρήση «διακοπτών» (circuit breakers), ώστε να αποτρέπονται οι βίαιες ενδοημερήσιες διακυμάνσεις των τιμών.
Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς υπεραμύνθηκε του σχεδίου στήριξης 200 δισ. ευρώ, λέγοντας ότι είναι ανάλογο του μεγέθους της οικονομίας της χώρας του, με πηγές μάλιστα να αποκαλύπτουν ότι δρομολογείται και νέα κρατική βοήθεια υπό μορφή εγγυήσεων για τις αγορές φυσικού αερίου, την ώρα που τα ανάλογα μέτρα των υπόλοιπων μεγάλων οικονομιών για την αντιμετώπιση της κρίσης υπολείπονται μακράν, στην περίπτωση της Γαλλίας φθάνουν τα 67 δισ. ευρώ και της Ιταλίας τα 68 δισ. ευρώ. Και όλα αυτά, όταν την προηγούμενη εβδομάδα η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προειδοποιούσε ότι τα όποια έκτακτα δημοσιονομικά πακέτα στήριξης δεν θα πρέπει να στρεβλώνουν τις αρχές του ανταγωνισμού και να υπονομεύουν την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς.
Χθες ,ο επίτροπος για την Οικονομία Πάολο Τζεντιλόνι και ο επίτροπος για την Ενιαία Αγορά, Τιερί Μπρετόν, προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας ότι νέος κοινός δανεισμός θα μπορούσε να βασιστεί στο μοντέλο των εκδόσεων κοινά εγγυημένου χρέους που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας για τη χρηματοδότηση της αγοράς εγασίας. «Είναι πιο σημαντικό από κάθε άλλη φορά να αποφύγουμε τον κατακερματισμό της ενιαίας αγοράς, μπαίνοντας σε έναν αγώνα επιδοτήσεων και θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις αρχές της αλλλεγγύης και ενότητας, κάτι που θα μπορούσε να υπονομεύσει το ερωπαϊκό οικοδόμημα», έγραψαν σε επιστολή τους που έστειλαν σIrish Times, Corriere della Serκαι FAZ. Ως μοντέλο, οι δύο επτροποι πρότειναν το πρόγραμμα SURE, στο πλαίσιο του οποίου Ε.Ε. δανείστηκε από κοινού 10 δισ. ευρώ με πολύ χαμηλό κόστος και δάνεισε εν συνεχεία τα χρήματα που άντλησε στις κυβερνήσεις για να προστατεύσουν θέσεις εργασίας.
Μάλιστα, ο Μπρετόν είχε στελει το προηγούμενο Σαββατοκριακο επιστολή στις ευρωπαϊκέπρωτεύουσες στην οποία ανέφερότι η Επιτροπή ζητά από όλες τκυβερνήσεις να μοιραστούν ματης, έως τις 10 Οκτωβρίου, τις αναλύσεις τους σχετικά με «τον αντίκτυπο της τρέχουσας κρίσης στα βιομηχανικά τους οικοσυστήματα» και να παρουσιάσουν τις προτάσεις τους «στο ίδιο πνεύμα όπως κατά τη διάρκεια της κρίσης του Covid» για να δοθεί μια «προσωρινή και στοχευμένη ανακούφιση στις εταιρείες». Η Γαλλία ευθυγραμμίστηκε με την πρόταση των δύο επιτρόπων, λέγοντας ότι είναι αναγκαία μία κοινή πανευρωπαϊκή οικονομική απάντηση, παρότι αρχικά είχε δηλώσει αντίθετη στις κοινές εκδόσεις χρέους για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Η Γερμανία ωστόσο πρόβαλε άμεσα την αντίθεσή της στο κοινό χρέος, με το επιχείρημα ότι δεν θα βοηθήσει την ανταγωνιστικότητα σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα ή τη χρηματοοικονομική βιωσιμότητα των χωρών. Αντίθετες και η Δανία και η Ολλανδία, όπως άλλωστε ήταν και στις διαπραγματεύσεις του 2020.
Ευρωπαίος διπλωμάτης σε δήλωσή του στο Reuters ανέφερε ότι σε αυτό το στάδιο η ιδέα του κοινού χρέους δεν είναι κάτι που μπαίνει σοβαρά υπό εξέταση. Υπεραμύνεται το Βερολίνο Από την πλευρά του, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς χαρακτήρισε δικαιολογημένο το σχέδιο της κυβέρνησής του απαντώντας στην κριτική που ασκείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από άλλες χώρες - μέλη. «Τα μέτρα δεν είναι μεμονωμένα, έχουν υιοθετηθεί και σε άλλες χώρες. Όπως πολλές άλλες χώρες, θα κάνουμε το ίδιο με το φυσικό αέριο. Κάποιοι έχουν μπει από καιρό στη διαδικασία να κάνουν ακριβώς αυτό που σχεδιάσαμε για φέτος και για τα επόμενα δύο χρόνια, με μεγάλη υποστήριξη και μέτρα», δήλωσε ο κ. Σολτς κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον πρωθυπουργό της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε, μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του γερμανο-ολλανδικού συμβουλίου για το κλίμα