Μόνο όσοι φορολογούμενοι δεν οφείλουν ούτε ένα ευρώ στην εφορία είναι οι ωφελούμενοι από τη διάταξη για την αύξηση του αφορολόγητου ορίου των παροχών και των δωρεών ακινήτων προς τα παιδιά ή άλλους στενούς συγγενείς.
Από την έντυπη έκδοση
Tου Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Μόνο όσοι φορολογούμενοι δεν οφείλουν ούτε ένα ευρώ στην εφορία είναι οι ωφελούμενοι από τη διάταξη για την αύξηση του αφορολόγητου ορίου των παροχών και των δωρεών ακινήτων προς τα παιδιά ή άλλους στενούς συγγενείς.
Η αύξηση του αφορολόγητου ορίου από τα 150.000 στα 800.000 ευρώ, τέθηκε σε ισχύ από την 1η Οκτωβρίου 2021. Μόνο αυτοί λοιπόν μπορούν, με τις νέες ευνοϊκές διατάξεις που ισχύουν από 1-10-2021, να μεταβιβάσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία στα παιδιά τους ή σε άλλους στενούς συγγενείς τους και, μάλιστα, χωρίς να επιβαρυνθούν με φόρους.
Αντιθέτως, εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι φορολογούμενοι με χαμηλά ή μεσαία εισοδήματα και ανεξόφλητες οφειλές προς την εφορία αδυνατούν να προχωρήσουν σε γονικές παροχές ή δωρεές ακινήτων.
Στους φορολογούμενους αυτούς οι ισχύουσες διατάξεις για τη χορήγηση αποδεικτικών φορολογικής ενημερότητας «μπλοκάρουν» τις συγκεκριμένες μεταβιβάσεις ακόμη κι αν έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους σε δόσεις και είναι συνεπείς στην αποπληρωμή τους. Ουσιαστικά, για τους χιλιάδες αυτούς φορολογούμενους, η ευνοϊκή διάταξη για την αύξηση του αφορολόγητου ορίου των παροχών και των δωρεών προς τα παιδιά ή άλλους στενούς συγγενείς από τα 150.000 στα 800.000 ευρώ, η οποία τέθηκε σε ισχύ από την 1η Οκτωβρίου 2021, είναι δώρον άδωρον.
Και με ρυθμίσεις
Βάσει των ισχυουσών διατάξεων, οι φορολογούμενοι με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις φορολογικές αρχές, ακόμη κι αν έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους αυτές σε ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής και πληρώνουν κανονικά τις δόσεις, δεν μπορούν να λάβουν αποδεικτικά φορολογικής ενημερότητας. Το γεγονός αυτό «μπλοκάρει» κάθε διαδικασία μεταβίβασης των περιουσιακών τους στοιχείων. Δηλαδή ουσιαστικά δεν τους επιτρέπεται να δωρίσουν τις περιουσίες τους στα παιδιά τους ή σε άλλους στενούς συγγενείς τους. Η μόνη... διέξοδος που προβλέπουν γι’ αυτούς τους φορολογούμενους οι ισχύουσες διατάξεις είναι η διασφάλιση των οφειλών με το να βάλουν σε υποθήκη ένα ή περισσότερα ακίνητά τους.
Συνήθως οι φορολογούμενοι αυτοί είτε επιθυμούν να μεταβιβάσουν όλα τα ακίνητά τους, οπότε δεν απομένει σ' αυτούς κάποιο ακίνητο για να το βάλουν σε υποθήκη, είτε μεταβιβάζουν ένα και μοναδικό ακίνητο που έχουν, οπότε και πάλι δεν τους απομένει τίποτε για να το βάλουν σε υποθήκη. Έτσι όλες αυτές οι επιθυμητές μεταβιβάσεις δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν επειδή, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι οφειλές των προσώπων που επιθυμούν να τις προχωρήσουν παραμένουν μη διασφαλισμένες.
Ας δούμε όμως, πιο αναλυτικά, τι προβλέπει για τις περιπτώσεις αυτές η ισχύουσα νομοθεσία:
1 Η υπ' αριθμόν ΠΟΛ. 1274/2712-2013 απόφαση γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων για τους όρους και τις προϋποθέσεις χορήγησης αποδεικτικών φορολογικής ενημερότητας, όπως έχει τροποποιηθεί από τον διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Γ. Πιτσιλή και ισχύει σήμερα, προβλέπει στην παράγραφο 5 του άρθρου 3 ότι «στην περίπτωση της μεταβίβασης ακινήτου ή της σύστασης εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού χωρίς τίμημα, δεν χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, εφόσον η είσπραξη της οφειλής δεν είναι διασφαλισμένη». Αυτό σημαίνει ότι για να χορηγηθεί αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας και να ανάψει «πράσινο φως» για την πραγματοποίηση γονικής παροχής ή δωρεάς ακινήτου από φορολογούμενο με ληξιπρόθεσμα χρέη προς τις φορολογικές αρχές θα πρέπει η εξόφληση των χρεών να διασφαλιστεί με την υποχρεωτική εγγραφή υποθήκης σε κάποιο άλλο ακίνητό του. Η ρήτρα αυτή λειτουργεί ως εμπόδιο στη διεκπεραίωση υποθέσεων γονικών παροχών και δωρεών ακινήτων από φορολογούμενους που χρωστούν στην εφορία, για τους λόγους που εξηγήσαμε παραπάνω.
2 Η πάγια ρύθμιση του ν. 4152/ 2013 που προβλέπει τμηματική εξόφληση των τρεχουσών οφειλών προς τις φορολογικές αρχές σε έως και 24 ή 48 μηνιαίες δόσεις, καθώς επίσης και όλες οι άλλες ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής οφειλών που παραμένουν σε ισχύ (ρυθμίσεις των 100 δόσεων του ν. 4321/2015 και των 120 δόσεων του ν. 4611/2019) περιλαμβάνουν έναν όρο άκρως επαχθή για όσους οφειλέτες αποδέχονται να ρυθμίσουν τα χρέη τους για να πάρουν αποδεικτικά φορολογικής ενημερότητας και να ξεμπλοκάρουν εκκρεμείς υποθέσεις γονικών παροχών και δωρεών ακινήτων.
Ο όρος αυτός προβλέπει ότι το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση: α) να μη χορηγεί στον οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ' αυτού, ακόμη κι αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης του αποδεικτικού αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη με υποθήκη του ίδιου ή οποιουδήποτε άλλου ακινήτου, β) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων, εφόσον η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη.
Ο όρος αυτός σημαίνει, ουσιαστικά, ότι κάθε φορολογούμενος ο οποίος χρωστά στην εφορία και, ταυτόχρονα, θέλει να μεταβιβάσει την περιουσία του στα παιδιά του ή σε τρίτους, ακόμη κι αν έχει τακτοποιήσει τα χρέη του με ένταξή τους σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, δεν μπορεί να ολοκληρώσει τις διαδικασίες της γονικής παροχής ή δωρεάς αν προηγουμένως δεν βάλει υποθήκη σε ένα ή περισσότερα ακίνητά του. Η υποχρέωση αυτή, όπως ήδη αναφέραμε, λόγω της πολυπλοκότητας, της γραφειοκρατίας, των εξόδων που συνεπάγεται και των πρακτικών προβλημάτων που προκαλεί εμποδίζει πολλούς από τους οφειλέτες αυτούς να ολοκληρώσουν τις διαδικασίες γονικών παροχών και δωρεών.