Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 23 Οκτωβρίου 2008 17:44

Ολο το σ/ν για την ενίσχυση της ρευστότητας

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Στο σ.ν.

«ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ»

Στόχος του νομοσχεδίου είναι να θωρακίσει την ελληνική οικονομία από τις επιπτώσεις της διεθνούς κρίσης με την ενίσχυση της ρευστότητας. Με την εφαρμογή του σχεδίου προκύπτουν πολλαπλά οφέλη για την ελληνική οικονομία. Οι τράπεζες αποκτούν επιπλέον κεφάλαια για την άνετη χορήγηση πιστώσεων στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις και αμβλύνονται οι πιέσεις στα επιτόκια χορηγήσεων. Στο νομοσχέδιο υπάρχουν σημαντικές διασφαλίσεις για την προστασία του Έλληνα φορολογούμενου, ο οποίος όχι μόνο δεν επιβαρύνεται αλλά θα ωφεληθεί, καθώς με το σχέδιο αυτό στηρίζεται η ανάπτυξη, η απασχόληση και το εισόδημα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

Το νομοσχέδιο προβλέπει συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στο κεφάλαιο των τραπεζών (μέσω προνομιούχων μετοχών) σε ύψος έως 5 δις. ευρώ και την παροχή εγγυήσεων για άντληση ρευστότητας από τις διεθνείς αγορές ύψους έως 23 δις. ευρώ, η οποία κατανέμεται σε δύο προγράμματα- το ένα έως 15 δις. ευρώ και το άλλο έως 8 δις. ευρώ.

Ειδικότερα :

Το άρθρο 1, στο πλαίσιο μίας προληπτικής στρατηγικής αντιμετώπισης των επιπτώσεων της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης στην οικονομία της χώρας μας και προκειμένου να ενισχυθεί η κεφαλαιακή επάρκεια και η ρευστότητα του τραπεζικού μας συστήματος, περιγράφει τα εποπτκά κριτήρια και τη διαδικασία έκδοσης προνομιούχων μετοχών από τις Τράπεζες, κατά παρέκκλιση των καταστατικών τους διατάξεων, ανεξαρτήτως αν οι κινητές αξίες τους είναι εισηγμένες σε οργανωμένες αγορές ή όχι, οι οποίες αναλαμβάνονται μέχρι 31.12.2009 από το Ελληνικό Δημόσιο ενώ το ανώτατο συνολικό ύψος τους ορίζεται στα 5 δισεκατομμύρια Ευρώ. Στην παράγραφο 1 προσδιορίζονται οι λεπτομέρειες για τη δυνατότητα, το χρονικό διάστημα και την τιμή εξαγοράς τους από την Τράπεζα, καθώς επίσης και οι προϋποθέσεις για την μετατροπή τους σε κοινές μετοχές. Στην παράγραφο 2 ρυθμίζονται επίσης θέματα των Γενικών Συνελεύσεων των Τραπεζών αυτών κατά παρέκκλιση των καταστατικών τους διατάξεων τόσο κατά την έκδοση όσο και κατά την μετατροπή τους σε κοινές μετοχές. Με την παράγραφο 3 αναλύεται η απόδοση των προνομιούχων αυτών μετοχών καθώς και η ιδιότητά τους ως κύρια στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων των Τραπεζών, ενώ ορίζεται ότι το μέρισμα που αποδίδουν οι προνομιούχες αυτές μετοχές αφαιρείται από τα φορολογητέα κέρδη των τραπεζών. Οι προνομιούχες αυτές μετοχές δίνουν το δικαίωμα στο Ελληνικό Δημόσιο να ορίζει εκπρόσωπό του στη Γενική Συνέλευση και στο Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας με δικαίωμα να αντιτάσσεται σε θέματα διανομής κερδών και πολιτικής παροχών προς τον Πρόεδρο, το Διευθύνοντα Σύμβουλο και τα λοιπά μέλη του ΔΣ εφόσον θίγονται τα συμφέροντα των καταθετών ή του πιστωτικού ιδρύματος, ενώ έχει ελεύθερη πρόσβαση στα βιβλία και στοιχεία της Τράπεζας. Οι παράγραφοι 4 και 5 διευκρινίζουν την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων και στις Συνεταιριστικές Τράπεζες και την εφαρμογή των διατάξεων του Ν.2190/1920 και του Ν. 1667/1986, ενώ οι λεπτομέρειες εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων και η τιμή τυχόν εξαγοράς των προνομιούχων μετοχών ρυθμίζονται με Υπουργική απόφαση μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως ορίζεται στην παράγραφο 6.

Το άρθρο 2 περιγράφει τη διαδικασία και τις εξασφαλίσεις για τη χορήγηση εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς τα πιστωτικά ιδρύματα για δάνεια που θα συναφθούν μέχρι 31.12.2009 με ή χωρίς έκδοση τίτλων, μέχρι συνολικού ποσού 15 δισεκατομμύρια Ευρώ, με διάρκεια από τρεις μήνες έως πέντε έτη, προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα των Τραπεζών. Η δυνατότητα ορισμού εκπροσώπου όπως ορίζεται ανωτέρω, χωρίς όμως, το δικαίωμα εναντίωσης ισχύει και στην περίπτωση χορήγησης εγγύησης από το Ελληνικό Δημόσιο. Με Υπουργική απόφαση μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του εν λόγω άρθρου.

Το άρθρο 3 ορίζει τη δυνατότητα έκδοσης από τον ΟΔΔΗΧ τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, ύψους έως 8 δισεκατομμύρια Ευρώ, οι οποίοι πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για δανεισμό προς τα πιστωτικά ιδρύματα, έναντι σχετικής προμήθειας. Ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών θα καθορίζει τις λεπτομέρειες έκδοσης, προμήθειας και εξασφαλίσεων των εν λόγω τίτλων.

Όπως ορίζεται στο άρθρο 4 είναι δυνατόν να ανακατανέμονται τα κονδύλια των ανωτέρω μέτρων ενισχύσεως της κεφαλαιακής επάρκειας και της ρευστότητας με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ανάλογα με την απορροφητικότητα και τις ανάγκες, διατηρώντας το ανώτατο συνολικό όριο των 23 δισεκατομμυρίων Ευρώ.

Προκειμένου να μεταφερθούν οι συνέπειες των μέτρων για τη διασφάλιση της κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, στην πραγματική οικονομία, ορίζεται στο άρθρο 5 ότι τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία διατίθενται τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου κατά το ανωτέρω άρθρο 3 οφείλουν να χρησιμοποιούν το προϊόν της ρευστοποίησης των τίτλων για χορήγηση στεγαστικών δανείων και δανείων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις με ανταγωνιστικούς όρους.

Στο άρθρο 6 περιγράφεται, για σκοπούς απλοποίησης των διαδικασιών, ότι μόνη η σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου ή της Τράπεζας της Ελλάδος και του πιστωτικού ιδρύματος, παρέχει την εξασφάλιση για παροχή δανείων ή πιστώσεων και αντιτάσσεται έναντι παντός τρίτου, τα δικαιώματα των οποίων δεν θίγονται εφόσον είχαν αποκτηθεί επί των απαιτήσεων πριν από την ημερομηνία σύναψης της σύμβασης του πιστωτικού ιδρύματος με το Ελληνικό Δημόσιο ή της Τράπεζα της Ελλάδος. Σε περίπτωση μερικής ή ολικής είσπραξης από το πιστωτικό ίδρυμα των απαιτήσεων επί των οποίων παρέχεται ασφάλεια, το Ελληνικό Δημόσιο ή η Τράπεζα της Ελλάδος, έχει αξίωση προς απόδοση των εισπραχθέντων, η οποία ικανοποιείται προνομιακά.

Το άρθρο 7 ορίζει την ημερομηνία εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων.

Αθήνα, Οκτωβρίου 2008

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

«ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ»

¶ρθρο 1

1. Ανώνυμες τραπεζικές εταιρίες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος, ανεξαρτήτως αν οι κινητές αξίες τους είναι εισηγμένες σε οργανωμένες αγορές ή όχι, δύνανται να αυξάνουν το μετοχικό τους κεφάλαιο με την έκδοση προνομιούχων μετοχών. Η αύξηση αυτή γίνεται κατά παρέκκλιση των καταστατικών τους διατάξεων, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων που λαμβάνεται κατά τα προβλεπόμενα στην επόμενη παράγραφο, το αργότερο έως την 01.02.2009. Η απόφαση αυτή δεν ανακαλείται. Οι μετοχές αναλαμβάνονται μέχρι 31.12.2009 από το Ελληνικό Δημόσιο με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εισηγείται με εποπτικά κριτήρια περί του ποσού που διατίθεται ανά τράπεζα για την ανάληψη των μετοχών του παρόντος άρθρου, εντός του συνολικώς διατιθεμένου από το Ελληνικό Δημόσιο ανωτάτου ποσού 5 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Οι ως άνω προνομιούχες μετοχές εξαγοράζονται από την τράπεζα μετά πάροδο πέντε ετών ή και σε προγενέστερο χρόνο και πάντως μετά την 01.07.2009, με έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος, η δε τιμή εξαγοράς αποφασίζεται από τις συνελεύσεις των μετόχων της τράπεζας, με έγκριση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

Με απόφαση των συνελεύσεων των μετόχων της Τράπεζας και με έγκριση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, οι προνομιούχες μετοχές που εκδίδονται σύμφωνα με τα ανωτέρω δύνανται να μετατραπούν σε κοινές ή μετοχές άλλης υφιστάμενης κατά τον χρόνο της μετατροπής κατηγορίας.

Οι μετοχές εκδίδονται με δικαίωμα ψήφου και παρέχουν τα προνόμια της παραγράφου 3 του παρόντος.

2. Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της παραγράφου 1, με την οποία προβλέπεται και η κατάργηση του δικαιώματος προτιμήσεως, λαμβάνεται με την απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 29 παράγραφοι 1 και 2 και 31 παράγραφος 1 του Κ.Ν. 2190/1920, όπως ισχύει.

Διατάξεις νόμων ή των καταστατικών των εταιρειών της παραγράφου 1 που θέτουν περιορισμούς ως προς τη σχέση προνομιούχων μετοχών προς κοινές μετοχές δεν ισχύουν.

Για τους σκοπούς του παρόντος η προθεσμία για τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης και των επαναληπτικών αυτής, καθώς και για την υποβολή εγγράφων στις εποπτικές αρχές συντέμνεται στο ένα τρίτο των προθεσμιών που προβλέπονται στον Κ.Ν. 2190/1920.

3. Οι προνομιούχες μετοχές του παρόντος άρθρου παρέχουν δικαίωμα σταθερού μερίσματος 10% επί του εισφερομένου κεφαλαίου και έχουν τις εν γένει ιδιότητες βάσει των οποίων γίνονται δεκτές ως κύρια στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3601/2007 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος.

Για τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών των τραπεζών αφαιρείται από το καθαρό εισόδημά τους, που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2238/1994, το μέρισμα των προνομιούχων μετοχών που καταβάλλουν στο Ελληνικό Δημόσιο ως κάτοχο αυτών και το οποίο προέρχεται από τα κέρδη τους.

Οι προνομιούχες μετοχές του παρόντος άρθρου παρέχουν στο Ελληνικό Δημόσιο το δικαίωμα συμμετοχής στην οικεία Γενική Συνέλευση και το Διοικητικό Συμβούλιο, μέσω εκπροσώπου του. Ο εκπρόσωπος αυτός έχει το δικαίωμα αρνησικυρίας στη λήψη οποιασδήποτε απόφασης σχετικής με την διανομή κερδών και την πολιτική παροχών προς τον Πρόεδρο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και τους γενικούς διευθυντές και τους αναπληρωτές τους, εφόσον κρίνει ότι η απόφαση αυτή δύναται να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των καταθετών ή να επηρεάσει ουσιωδώς τη φερεγγυότητα και την εύρυθμη λειτουργία της Τράπεζας.

Ο εκπρόσωπος έχει ελεύθερη πρόσβαση στα βιβλία και στοιχεία της Τράπεζας.

4. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως επί των συνεταιριστικών τραπεζών.

5. Συμπληρωματικώς προς τους όρους του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, του ν. 1667/1986 και της τραπεζικής νομοθεσίας.

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ρυθμίζονται οι όροι εφαρμογής του παρόντος άρθρου, μεταξύ των οποίων και της αποδοχής της τιμής διάθεσης των αναλαμβανομένων μετοχών σύμφωνα με την παράγραφο 1.

¶ρθρο 2

1. Παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, μέχρι του συνολικού ποσού των 15 δισεκατομμυρίων Ευρώ, προς τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος για δάνεια που θα συναφθούν μέχρι 31.12.2009 με ή χωρίς έκδοση τίτλων και θα έχουν διάρκεια από τρεις μήνες έως πέντε έτη. Η ανωτέρω εγγύηση παρέχεται έναντι προμήθειας και επαρκών, κατά την κρίση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, εξασφαλίσεων. Το κατά περίπτωση ύψος της προμήθειας και το είδος των εξασφαλίσεων, καθώς και οι λοιποί όροι εφαρμογής του παρόντος άρθρου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εισηγείται με εποπτικά κριτήρια περί του ποσού της παρεχόμενης εγγυήσεως ανά Τράπεζα, εντός του συνολικώς διατιθεμένου από το Ελληνικό Δημόσιο ποσού.

2. Η κατά την παρ. 3 του προηγούμενου άρθρου συμμετοχή εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου στο Διοικητικό Συμβούλιο των πιστωτικών ιδρυμάτων ισχύει και εν προκειμένω, χωρίς το εκεί προβλεπόμενο δικαίωμα αρνησικυρίας.

¶ρθρο 3

Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.), δύναται να εκδίδει τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου μέχρι συνολικού ύψους 8 δισεκατομμυρίων ευρώ και να τους διαθέτει απευθείας στα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος, έναντι σχετικής προμήθειας που καταβάλλουν τα εν λόγω ιδρύματα και επαρκών, κατά την κρίση της Τράπεζας της Ελλάδος, εξασφαλίσεων. Για τη διάθεση των τίτλων συνάπτονται διμερείς συμβάσεις, στη λήξη των οποίων οι τίτλοι επιστρέφονται και ακυρώνονται. Η διαδικασία διενέργειας της διάθεσης των τίτλων και οι όροι έκδοσης καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Στις ίδιες αποφάσεις καθορίζεται το ύψος της καταβαλλομένης προμήθειας και το είδος των εξασφαλίσεων, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εισηγείται με εποπτικά κριτήρια και για τον αριθμό των διατιθεμένων τίτλων ανά πιστωτικό ίδρυμα, εντός του συνολικώς διατιθεμένου από το Ελληνικό Δημόσιο ποσού.

¶ρθρο 4

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος είναι δυνατόν τα κονδύλια που διατίθενται από το Ελληνικό Δημόσιο για την εφαρμογή των άρθρων 2 και 3 του παρόντος νόμου να ανακατανέμονται ανά κατηγορία ρυθμίσεων αναλόγως της απορροφητικότητας και των εν γένει αναγκών που προκύπτουν, διατηρουμένου πάντως του ανωτάτου συνολικού ύψους των κονδυλίων αυτών στο ποσό των 23 δισεκατομμυρίων ευρώ.

¶ρθρο 5

Τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία διατίθενται τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου κατά το άρθρο 3 του παρόντος οφείλουν να χρησιμοποιούν το προϊόν της ρευστοποίησης των τίτλων για χορήγηση δανείων στεγαστικών και προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις με ανταγωνιστικούς όρους.

¶ρθρο 6

1. Προς εξασφάλιση δανείων ή πιστώσεων προς πιστωτικά ιδρύματα δύναται να παρέχεται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου ή της Τράπεζας της Ελλάδος ασφάλεια επί απαιτήσεων του δανειοδοτούμενου πιστωτικού ιδρύματος κατά τρίτων με μόνη τη σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου ή της Τράπεζας της Ελλάδος και του δανειοδοτούμενου πιστωτικού ιδρύματος. Με την επιφύλαξη του προηγούμενου εδαφίου και διατάξεων για την παροχή ασφάλειας επί αξιογράφων, η ασφάλεια συνιστάται έγκυρα κατά το χρόνο σύναψης της σχετικής σύμβασης και αντιτάσσεται έναντι παντός τρίτου χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη διατύπωση, όπως ιδίως αναγγελία στον οφειλέτη, επίδοση της δανειακής σύμβασης ή δημοσίευση κατά τις διατάξεις του ν. 2844/2000 ή άλλες διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.

2. Από την παροχή ασφάλειας κατά την προηγούμενη παράγραφο δεν θίγονται τυχόν δικαιώματα που τρίτοι είχαν αποκτήσει επί των απαιτήσεων έως και την ημέρα που προηγείται της σύναψης της κατά την προηγούμενη παράγραφο σύμβασης.

3. Σε περίπτωση μερικής ή ολικής είσπραξης από το δανειοδοτούμενο πιστωτικό ίδρυμα των απαιτήσεων, επί των οποίων παρέχεται ασφάλεια κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το Ελληνικό Δημόσιο ή η Τράπεζα της Ελλάδος έχει αξίωση κατά του δανειοδοτούμενου πιστωτικού ιδρύματος προς απόδοση των εισπραχθέντων η οποία ικανοποιείται προνομιακά από την περιουσία του πιστωτικού ιδρύματος πριν από τη σειρά των απαιτήσεων που ορίζεται στην περίπτωση 3 του άρθρου 975 του ΚΠολΔ όπως ισχύει και πριν από τη διαίρεση κατά το άρθρο 977 του ΚΠολΔ.

4. Ως ασφάλεια στο πλαίσιο του άρθρου αυτού νοούνται ιδίως η ενεχύραση και η εκχώρηση απαιτήσεων.

¶ρθρο 7

Οι διατάξεις του παρόντος νόμου ισχύουν από την κατάθεσή του στη Βουλή των Ελλήνων.

Αθήνα, Οκτωβρίου 2008

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ