«Παρά την αύξηση των επιτοκίων, οι τράπεζες μπορούν να εξασφαλίσουν μεγάλα κέρδη χάρη στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα», εκτιμά ο Ερίκ Ντορ, καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Εμπορίου IESEG, στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λίλ.
«Παρά την αύξηση των επιτοκίων, οι τράπεζες μπορούν να εξασφαλίσουν μεγάλα κέρδη χάρη στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα», εκτιμά ο Ερίκ Ντορ, καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Εμπορίου IESEG, στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λίλ.
Από τον Σεπτέμβριο του 2019 έως τον Δεκέμβριο του 2021, η ΕΚΤ χορήγησε στις τράπεζες της ευρωζώνης 10 σειρές δανείων συνολικού ποσού 2.339 δισ. ευρώ με αρνητικό επιτόκιο, στο πλαίσιο του προγράμματος για την ενίσχυση της ρευστότητας του πιστωτικού συστήματος που εφαρμόζει η Κεντρική Τράπεζα (το λεγόμενο TLTRO3 – Targeted Long Term Refinancing Operations).
Πρόκειται για σειρές 3ετών δανείων με διάρκεια από Σεπτέμβριο 2022 έως Δεκέμβριο 2024. Εάν το επιθυμούν, οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα, κάθε 3 μήνες, να προβαίνουν σε πρόωρες αποπληρωμές, αλλά ελάχιστες έχουν χρησιμοποιήσει αυτή τη δυνατότητα μέχρι στιγμής. Το συνολικό υπόλοιπο εξακολουθεί να είναι 2.263 δισ. ευρώ.
Το επιτόκιο που πρέπει να καταβάλουν οι τράπεζες για αυτά τα δάνεια από το Ευρωσύστημα, το οποίο περιλαμβάνει την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών της ευρωζώνης, είναι συνάρτηση της ποσότητας των δανείων που χορηγούν στον ιδιωτικό τομέα. Μέχρι τις 23 Ιουνίου 2022, το καλύτερο δυνατό επιτόκιο στο TLTRO 3, ήταν -1%.
Αυτό το καλύτερο δυνατό αρνητικό επιτόκιο, αντιπροσώπευε μια τεράστια επιδότηση προς τις τράπεζες, που καταβλήθηκε για δανεισμό από την ΕΚΤ. Μέχρι πρόσφατα, η «επιδότηση» αυτή απέφερε μέγιστο μηνιαίο εισόδημα 1.832 εκατομμυρίων ευρώ για τις τράπεζες της ευρωζώνης, με την υπόθεση ότι όλες μπορούσαν να ωφεληθούν από το καλύτερο επιτόκιο.
Τα έσοδα αυτά ξεπερνούσαν το μηνιαίο κόστος που εκτιμάται στα 1.499 εκατ. ευρώ, για τις τράπεζες της ευρωζώνης. Υπήρξε επομένως ένα καθαρό κέρδος για τις τράπεζες.
Από τις 24 Ιουνίου 2022, το καλύτερο δυνατό επιτόκιο για τα δάνεια TLTRO 3 είναι ο μέσος όρος του επιτοκίου ,που ορίζει η κεντρική τράπεζα με το οποίο αποζημιώνει τις καταθέσεις τραπεζών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν τοποθετηθεί σε αυτήν, από την έκδοση έως τη λήξη. Αυτό το επιτόκιο είναι διαφορετικό για καθεμία από τις 10 σειρές, καθώς οι ημερομηνίες έκδοσης και λήξης διαφέρουν.
Επομένως, αυτό το καλύτερο δυνατό επιτόκιο είναι ακόμη άγνωστο, καθώς θα εξαρτηθεί επίσης από τη μελλοντική εξέλιξή του. Για κάθε σειρά δανείων TLTRO 3, είναι επομένως απαραίτητο να εκτιμηθεί το καλύτερο δυνατό επιτόκιο με βάση τις υποθέσεις σχετικά με την πορεία που θα αποφασίσει η ΕΚΤ για το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων. Οι αναλυτές κάνουν δύο προσομειώσεις , εξετάζοντας δύο σενάρια: Ένα με μια πιο ήπια αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και ένα σενάριο ισχυρής σύσφιξης.
Το σενάριο ήπιας αυστηροποίησης προϋποθέτει αποφάσεις για διαδοχικές αυξήσεις στο επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων ,ξεκινώντας από τη συνεδρίαση του Ιουλίου 2022, φθάνοντας στο 0,75% τον Δεκέμβριο του 2022 και παραμένοντας εκεί μέχρι τον Δεκέμβριο του 2024. Στις 21 Ιουλίου, ένα πρώτο επίπεδο διασταυρώθηκε με αύξηση, ξεπερνώντας τις προσδοκίες .
Το σενάριο αυστηροποίησης προϋποθέτει ότι η ΕΚΤ θα αποφασίσει στη συνέχεια για περαιτέρω διαδοχικές αυξήσεις στο επιτόκιο διευκόλυνσης καταθέσεων σε επόμενες συνεδριάσεις, φθάνοντας στο 2% τον Ιούνιο του 2023 και διατηρώντας το ως τον Δεκέμβριο του 2024.
Οι προσομοιώσεις δείχνουν ότι, ανεξάρτητα από το σενάριο, για κάθε σειρά δανείων TLTRO, το καλύτερο δυνατό επιτόκιο για πληρωμή, μεταξύ Ιουλίου 2022 και ημερομηνίας λήξης, παραμένει κάτω από το μέσο όρο του επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων για την ίδια περίοδο. Συνεπώς, οι τράπεζες της ευρωζώνης έχουν συμφέρον να διατηρήσουν τα δάνειά τους TLTRO 3 μέχρι τη λήξη τους και απλώς να τα επενδύσουν στη διευκόλυνση καταθέσεων της ΕΚΤ, για να επωφεληθούν από ένα συγκεκριμένο καθαρό κέρδος.
Οι προσομοιώσεις καθιστούν δυνατό τον υπολογισμό των αποτελεσμάτων μιας τέτοιας στρατηγικής.
Σύμφωνα με τις παραδοχές του σεναρίου ήπιας αυστηροποίησης, η διαφορά μεταξύ του καλύτερου δυνατού επιτοκίου του TLTRO 3 και του μέσου επιτοκίου διευκόλυνσης καταθέσεων, μεταξύ Ιουλίου 2022 και λήξης, υπερβαίνει το 0,6% για ορισμένες σειρές. Συνολικά, για όλες τις σειρές, από τον Ιούλιο του 2022 έως τον Δεκέμβριο του 2024, οι τράπεζες στη ζώνη του ευρώ θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μέγιστο καθαρό κέρδος 14.661 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τις παραδοχές του σεναρίου ισχυρής αυστηροποίησης, η διαφορά μεταξύ του καλύτερου δυνατού επιτοκίου του TLTRO 3 και του μέσου επιτοκίου διευκόλυνσης καταθέσεων, μεταξύ Ιουλίου 2022 και λήξης, υπερβαίνει το 0,8% για ορισμένες σειρές. Συνολικά, για όλες τις σειρές, από τον Ιούλιο του 2022 έως τον Δεκέμβριο του 2024, οι τράπεζες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μέγιστο καθαρό κέρδος 21.064 δισ. ευρώ.