Με τσουνάμι νέων ανατιμήσεων σε βασικά αγαθά θα βρεθούν αντιμέτωποι οι πολίτες το φθινόπωρο, αφού ήδη από το δίμηνο Ιουλίου - Αυγούστου ξεκίνησε ένας ακόμη κύκλος αυξήσεων, που θα έχει συνέχεια και τον Σεπτέμβριο. Όπως αναφέρουν στη «Ν» παράγοντες της αγοράς, με αμείωτη ένταση συνεχίζονται οι αναπροσαρμογές σε είδη διατροφής και άλλα είδη σούπερ μάρκετ, με την αποστολή νέων τιμοκαταλόγων από τους προμηθευτές στους λιανεμπόρους. Οι ίδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι οι αυξημένες τιμές σε πάνω από 500 προϊόντα ευρείας κατανάλωσης, όπως είναι τα τρόφιμα, θα έρθουν στο ράφι από τον Σεπτέμβριο και θα φθάνουν έως και το 28%. Σημειώνεται ότι ο κύκλος των ανατιμήσεων ήδη κρατεί 13 - 14 μήνες.
Από την έντυπη έκδοση
Του Φάνη Ζώη
[email protected]
Aπό το δίμηνο Ιουλίου - Αυγούστου ξεκίνησε ένας ακόμη κύκλος αυξήσεων, που θα έχει συνέχεια και τον Σεπτέμβριο και θα πλήξει τους καταναλωτές. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, με αμείωτη ένταση συνεχίζονται οι αναπροσαρμογές σε βασικά είδη διατροφής και άλλα είδη σούπερ μάρκετ, με την αποστολή νέων τιμοκαταλόγων από τους προμηθευτές στους λιανεμπόρους.
Τα ευρήματα πρόσφατων μετρήσεων δείχνουν ότι οι πολίτες περιορίζουν διαρκώς τις αγορές τους για να αντεπεξέλθουν στις απανωτές ανατιμήσεις, που ξεκίνησαν πέρυσι τον Ιούλιο. Μάλιστα, όπως φανερώνουν τα επιμέρους στοιχεία, αυτή τη φορά τα νοικοκυριά κόβουν ακόμα και από τα απαραίτητα, όπως είναι για παράδειγμα τα γαλακτοκομικά, οι πωλήσεις των οποίων μειώθηκαν κατά 5,6% ανά μονάδα προϊόντος, ενώ αντίθετα οι τιμές τους αυξήθηκαν συνολικά κατά 6,2%. Η εκτίναξη της ζήτησης πέρυσι τον Ιούλιο στην Ελλάδα (στην Ευρώπη λίγο νωρίτερα) μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας και την επαναφορά στην κανονικότητα και η αδυναμία να καλυφθεί η ζήτηση αυτή από την προσφορά έφερε τις πρώτες ανατιμήσεις.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, που έχει συμπληρώσει ήδη τους έξι μήνες, οι αυξήσεις έχουν κυριολεκτικά πολλαπλασιαστεί στα περισσότερα από τα βασικά είδη διατροφής, όπως τα άλευρα και το ηλιέλαιο. Σε αυτά πλέον έχουν προστεθεί τα γαλακτοκομικά, τάση που αναμένεται να συνεχισθεί ίσως και με μεγαλύτερη ένταση το επόμενο διάστημα, καθώς τα αποθέματα ζωοτροφών με παλιές, πριν από τις αυξήσεις, τιμές τελειώνουν, ενώ τα μηνύματα όσον αφορά το ενεργειακό κόστος κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικά είναι. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι αυξημένες τιμές σε πάνω από 500 προϊόντα ευρείας κατανάλωσης, όπως είναι τα τρόφιμα, θα έρθουν στο ράφι τον Σεπτέμβριο.
Ο υψηλός πληθωρισμός έχει σημάνει συναγερμό στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, το οποίο αναζητεί τρόπους για να περιοριστούν οι αυξήσεις σε βασικά αγαθά. Οι ανατιμήσεις αφορούν τουλάχιστον 40 κατηγορίες, με το ποσοστό αύξησης μεσοσταθμικά να ανέρχεται στο 10% με 15%. Στο μεταξύ, η αύξηση σχεδόν κατά 15% στις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων στη βιομηχανία τροφίμων προϊδεάζει για τα χειρότερα, αν και σαν αντιστάθμισμα σημειώνεται υποχώρηση των χονδρικών τιμών στα οπωροκηπευτικά το τελευταίο διάστημα.
Τα λειτουργικά κόστη, ωστόσο, συνεχίζουν να σφίγγουν τον κλοιό στους παραγωγούς, καθώς πέρα από τις σταθερά υψηλές τιμές του πετρελαίου (ακόμα και μετά την επιστροφή του ΕΦΚ) και του ηλεκτρικού ρεύματος (ακόμα και μετά την αύξηση της κρατικής επιδότησης), κυρίως τα λιπάσματα και δευτερευόντως οι ζωοτροφές καταγράφουν συνεχείς ανοδικές τιμές. Σύμφωνα με πληροφορίες από τη βιομηχανία, τα ποσοστά με τις αυξήσεις που θα έρθουν από Σεπτέμβριο διαμορφώνονται ως εξής: Κονσέρβες +15%, καλλυντικά +25%, γαλακτοκομικά +12%, μαργαρίνες +20%, αλλαντικά +10%, βαφές μαλλιών +20%, παγωτά +5%, απορρυπαντικά +15%, προϊόντα περιποίησης προσώπου +28%, προϊόντα γυναικείας φροντίδας +18% και γλυκίσματα μπισκότα +20%.
Εκείνο πάντως που προβληματίζει είναι τι θα συμβεί με τα γαλακτοκομικά, αφού παρατηρούνται σοβαρές ελλείψεις. Η εγχώρια παραγωγή γάλακτος εμφανίζεται φέτος μειωμένη, καθώς λόγω της μεγάλης αύξησης της τιμής των ζωοτροφών πολλά ζώα υποσιτίζονται, ενώ άλλα οδηγούνται σε σφαγή από τους κτηνοτρόφους, στην προσπάθειά τους να μειώσουν τη ζημιά.
Οι ανατιμήσεις Ιουλίου - Αυγούστου αναμένεται να περάσουν σταδιακά στα ράφια των σούπερ μάρκετ, ανάλογα και με τα αποθέματα που έχουν στις αποθήκες τους. Πλέον, μετά από τόσους μήνες ενεργειακής κρίσης περιορίστηκαν δραματικά τα περιθώρια απορρόφησης των αυξημένων τιμών, καθώς τα οικονομικά μεγέθη των επιχειρήσεων μειώνονται συνεχώς, με αυτό που αρχίζει να κυριαρχεί στους κόλπους της αγοράς να είναι ο φόβος για πτώση της ζήτησης λόγω της ακρίβειας.
Αξίζει να σημειωθεί πως στο 11,6% υποχώρησε ο πληθωρισμός τον Ιούλιο πατώντας φρένο σε μια ξέφρενη ανοδική πορεία, από 12,1% τον Ιούνιο, με τις τιμές σε καύσιμα και τρόφιμα να συνεχίζουν την ανοδική πορεία των προηγούμενων μηνών και να είναι υπεύθυνα για σχεδόν το μισό της ανόδου του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για τον προηγούμενο μήνα.
Ειδικότερα για τα ενεργειακά προϊόντα, το φυσικό αέριο καταγράφει αύξηση τιμής κατά 178,9%, το πετρέλαιο θέρμανσης 65,1%, το ηλεκτρικό ρεύμα 55,8%, τα τελικά προϊόντα πετρελαίου κατά 33% και τα στερεά καύσιμα κατά 9%. Μόνο οι ανατιμήσεις των καυσίμων συνετέλεσαν στην αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για τον Ιούλιο κατά 6,43%. Εκτός όμως από τα καύσιμα, αυξήσεις μεγαλύτερες από τον γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή καταγράφει η ΕΛΣΤΑΤ και για μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες καθημερινής κατανάλωσης.
Συγκεκριμένα, καταγράφονται αυξήσεις κατά 27,3% στα βρώσιμα έλαια (περιλαμβανομένου και του ελαιόλαδου) και τα λίπη, 16,7% στις τιμές των κρεάτων και των δημητριακών, 16,4% στα αυγά και τα γαλακτοκομικά, 13,4% στα λαχανικά, 11,4% στη ζάχαρη, τον καφέ και το τσάι. Μικρότερες, αλλά σημαντικές αυξήσεις καταγράφονται στα λοιπά τρόφιμα κατά 9,3%, τις σοκολάτες κατά 5,3% και τα ψάρια κατά 3,6%.
Στο πλαίσιο αυτό, με θετικό πρόσημο έκλεισε το πρώτο εξάμηνο του 2022 για την αγορά των σούπερ μάρκετ, σημειώνοντας αύξηση της αξίας των πωλήσεων των ταχυκίνητων προϊόντων κατά 1,6% σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2021, σύμφωνα με την έκθεση της εταιρείας IRI.
Βέβαια αυτό το αποτέλεσμα είναι απόρροια κυρίως των ανατιμήσεων, που σε κάποιες κατηγορίες προϊόντων αγγίζουν το 9%, ενώ αντίθετα ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε συνολικά κατά 2,2%. Αυτό το γεγονός εξηγείται και λόγω της ανελαστικής ζήτησης ορισμένων προϊόντων, δηλαδή οι καταναλωτές όσο και αν αυξηθούν οι τιμές δεν είναι εύκολο να μειώσουν τις ποσότητες που αγοράζουν όταν μιλάμε για αγαθά πρώτης ανάγκης.