«Η έξοδος της χώρας από την αυξημένη εποπτεία, συμπίπτει δυστυχώς, με την εκτόξευση σε επίπεδα ρεκόρ του κόστους ενέργειας, που επιβαρύνει υπέρογκα και απειλεί την βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων» τονίζει το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας σε ανακοίνωσή του, σημειώνοντας πως τα «λουκέτα» των επιχειρήσεων, οι χαμένες θέσεις εργασίας και η συρρίκνωση των εισοδημάτων από το 2010 και μετά, με την ένταξη της χώρας στα Μνημόνια, «δεν αφήνουν περιθώριο πανηγυρισμού».
«Η έξοδος της χώρας από την αυξημένη εποπτεία, συμπίπτει δυστυχώς, με την εκτόξευση σε επίπεδα ρεκόρ του κόστους ενέργειας, που επιβαρύνει υπέρογκα και απειλεί την βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων» τονίζει το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας σε ανακοίνωσή του, σημειώνοντας πως τα «λουκέτα» των επιχειρήσεων, οι χαμένες θέσεις εργασίας και η συρρίκνωση των εισοδημάτων από το 2010 και μετά, με την ένταξη της χώρας στα Μνημόνια, «δεν αφήνουν περιθώριο πανηγυρισμού».
Όπως επισημαίνει το ΒΕΑ, «είναι ελπιδοφόρο και σημαντικό, ότι η ελληνική οικονομία θα αξιολογείται πλέον σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα – κάθε εξάμηνο από τους θεσμούς και όχι κάθε τρίμηνο – ωστόσο η εκάστοτε κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει τη συνετή δημοσιονομική πολιτική, προκειμένου να εξυπηρετείται και να μειώνεται το χρέος και να επιτευχθεί ο στόχος για την εξασφάλιση πρωτογενούς πλεονάσματος 1,1% του ΑΕΠ το 2023».
Σημειώνει ωστόσο πως «η χώρα θα παραμείνει σε εποπτεία, όπως συμβαίνει και με τις άλλες χώρες των προγραμμάτων διάσωσης, έως ότου αποπληρώσει το 75% των δανείων, το οποίο αυτό θα συμβεί το 2059, σύμφωνα με τον σημερινό σχεδιασμό» και γι’ αυτό - όπως υπογραμμίζει - «η πολιτική ηγεσία, θα πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και να μην υποπέσει σε ολέθρια λάθη του παρελθόντος.
«Δυστυχώς, παρά τις θυσίες των πολιτών και των επιχειρηματιών από το 2010 και μετά, η καθημερινότητα που βιώνουν οι Έλληνες πολίτες σήμερα, αλλά και η πραγματική κατάσταση της οικονομίας ενόψει του χειμώνα, είναι δυσοίωνη. Σήμερα ο πληθωρισμός ξεπερνάει το 11%, η τιμή του φυσικού αερίου εκτινάχθηκε έως 15% υπερβαίνοντας τα 280 ευρώ η μεγαβατώρα για παράδοση τον Σεπτέμβριο, ενώ θα απαιτηθούν επιπλέον πόροι επιδότησης των τιμολογίων του ρεύματος για τον επόμενο μήνα άνω του 1,5 δισ. ευρώ. Με αυτά τα δεδομένα, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού» αναφέρει, προσθέτοντας πως «η ενεργειακή κρίση δεν επιτρέπει μεγάλες ελπίδες για ανάκαμψη της επιχειρηματικότητας και ανάπτυξη της χώρας, προκειμένου να καταγραφεί το πολυπόθητο πλεόνασμα σε νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κράτος».
«Μοιραία, είναι αδύνατον να επιτευχθεί πραγματική αύξηση μισθών και συντάξεων, που θα στηρίξει την αγορά και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που κατάφεραν να επιβιώσουν τα τελευταία 12 χρόνια» συμπληρώνει για να καταλήξει: «Οι ανεξέλεγκτες διαστάσεις που λαμβάνει η ενεργειακή κρίση, μπορεί να οδηγήσουν σε νέο κύκλο ύφεσης με καταστροφικές συνέπειες. Απαιτούνται νέες παρεμβάσεις και συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, προκειμένου η χώρα και οι πολίτες να μην βιώσουν ξανά την εξαθλίωση και την ύφεση σε όλα τα επίπεδα».