Άμεση απειλή για την παραγωγή ελαιόλαδου της Ισπανίας, κορυφαίου εξαγωγού, αποτελεί το κύμα καύσωνα που σαρώνει τη μεσογειακή χώρα αυτό το καλοκαίρι και το οποίο συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό, όπως προειδοποίησε ο υπουργός Γεωργίας της χώρας, Λουίς Πλάνας.
Από την έντυπη έκδοση
Άμεση απειλή για την παραγωγή ελαιόλαδου της Ισπανίας, κορυφαίου εξαγωγού, αποτελεί το κύμα καύσωνα που σαρώνει τη μεσογειακή χώρα αυτό το καλοκαίρι και το οποίο συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό, όπως προειδοποίησε ο υπουργός Γεωργίας της χώρας, Λουίς Πλάνας.
«Εάν οι θερμοκρασίες δεν υποχωρήσουν ή εάν δεν υπάρξουν βροχοπτώσεις τις επόμενες εβδομάδες, τότε η φετινή σοδειά ελαιόλαδου θα είναι κατά πολύ χαμηλότερη από την περσινή», ανέφερε ο Ισπανός υπουργός σε συνέντευξή του στο Bloomberg, αποφεύγοντας ωστόσο να κάνει συγκεκριμένες προβλέψεις για το επίπεδο της παραγωγής. «Οι ελαιοπαραγωγοί ανησυχούν για την παραγωγή τους», είπε χαρακτηριστικά.
Μία μείωση των εξαγωγών της Ισπανίας -η οποία εκπροσωπεί περίπου το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής- και οι συνεχιζόμενες ελλείψεις ηλιέλαιου στην Ουκρανία αναμένεται να διατηρήσουν τις τιμές φυτικών ελαίων σε υψηλά επίπεδα. Η τιμή ελαιόλαδου από την περιοχή Χάεν, εκεί όπου «χτυπά η καρδιά της ελαιοπαραγωγής της Ισπανίας», αυξήθηκε 8,3% τον Ιούνιο από την αντίστοιχη περσινή περίοδο, σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιόλαδου.
Η κατάσταση όσον αφορά την ισπανική παραγωγή ελαιόλαδου εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο της μειωμένης παραγωγής αγροτικών αγαθών σε πολλές περιοχές της Ευρώπης, οι οποίες υπέστησαν καίριο πλήγμα από τις ακραίες καιρικές συνθήκες. Ο Πλάνας εκτιμά ότι η συνολική παραγωγή της Ισπανίας σε δημητριακά, συμπεριλαμβανομένων σιτηρών και κριθαριού, αναμένεται να υποχωρήσει 13% φέτος στα 17,5 εκατ. τόνους, ως αποτέλεσμα των υψηλών θερμοκρασιών και της ξηρασίας.
Η παγκόσμια παραγωγή ελαιόλαδου αναμένεται να μειωθεί 11% στα 2,9 εκατ. μετρικούς τόνους την περίοδο 2022/23, σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας.
Το ελαιόλαδο αποτελεί το τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγικό προϊόν της Ισπανίας, με μέσο όρο παραγωγής ετησίως το 1,3 εκατ. μετρικούς τόνους.
Σχετικά με την εικόνα της αγοράς ελαιόλαδου τη νέα εμπορική περίοδο οι γνώστες επισημαίνουν ότι είναι ακόμα νωρίς για προβλέψεις. Ωστόσο, οι πρώιμες εκτιμήσεις, που βασίζονται κυρίως στις κλιματικές συνθήκες που επηρεάζουν την καρποφορία, «βλέπουν» τις αγορές της Πορτογαλίας, της Ιταλίας, της Τυνησίας και βέβαια της Ισπανίας να εμφανίζουν μειωμένη παραγωγή σε σχέση με την περίοδο 2021/2022, ενώ κατατάσσουν την Ελλάδα και την Τουρκία στις «ευνοημένες» χώρες παραγωγούς. Επίσης, τη νέα εμπορική περίοδο υπάρχουν και άλλες σημαντικές παράμετροι που πρέπει να προσμετρηθούν, καθώς πέρα από τις επιδόσεις στην παραγωγή, η αγορά ελαιόλαδου σε ευρωπαϊκό επίπεδο επηρεάζεται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και το αυξημένο κόστος μεταφοράς.
Σε αυτό το πλαίσιο οι τιμές παραγωγού είναι πιθανό να παραμείνουν υψηλές. Την ίδια στιγμή βαρόμετρο στην αγορά ελαιόλαδου είναι η πορεία της κατανάλωσης μέσα σε μια ιδιαίτερα πιεστική πληθωριστική συγκυρία.
Φέτος η ανοδική τάση που διαγράφει η ευρωπαϊκή κατανάλωση αποδίδεται σε σημαντικό βαθμό στην επανενεργοποίηση του καναλιού HoReCa.
Πάντως, σταθερότητα χαρακτηρίζει τις τιμές παραγωγού έξτρα παρθένου ελαιόλαδου τον Ιούλιο στην Ελλάδα, με τα στοιχεία από τον Σύνδεσμο Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ) να τοποθετούν το εύρος μεταξύ 3,3 και 3,9 ευρώ/κιλό.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ΣΕΔΗΚ στην Ελλάδα οι τιμές του έξτρα παρθένου διαμορφώθηκαν τον Ιούλιο σε σταθερά επίπεδα. Στην Κρήτη κυμάνθηκαν μεταξύ 3,3 - 3,5 ευρώ/κιλό, στην Πελοπόννησο μεταξύ 3,25 - 3,50 ευρώ/κιλό, ενώ στην Κέρκυρα οι τιμές «τσίμπησαν» προσεγγίζοντας το ποσό των 3,9 ευρώ το κιλό.