Αναοδικά και κοντά στα 100 δολ. το βαρέλι κινήθηκαν οι τιμές του πετρελαίου το πρωί της Τετάρτης, μετά την πτώση που καταγράφηκε χθες με οδηγό τους φόβους για παγκόσμια ύφεση και κάμψη της ζήτησης.
Αναοδικά και κοντά στα 100 δολ. το βαρέλι κινήθηκαν οι τιμές του πετρελαίου το πρωί της Τετάρτης, μετά την πτώση που καταγράφηκε χθες με οδηγό τους φόβους για παγκόσμια ύφεση και κάμψη της ζήτησης. Παρόλο που οι ανησυχίες για παγκόσμια ύφεση παραμένουν, στο προσκήνιο επανέρχονται οι ανησυχίες για την προσφορά, σημειώνει το Reuters.
Η τιμή των συμβολαίων του μπρεντ σημείωνε άνοδο 1,1% το πρωί της Τετάρτης, στα 103,89 δολάρια το βαρέλι μετά την πτώση 9,5% που σημειώθηκε την Τρίτη. Ήταν η μεγαλύτερη ημερήσια πτώση από τον Μάρτιο. Τα futures του αμερικανικού αργού σημείωσαν άνοδο 0,5%, στα 99,77 δολάρια το βαρέλι.
«Σήμερα καταγράφεται ένα είδος επαναφοράς. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχει σύντομο μάζεμα και έρχονται κυνηγοί ευκαιριών», σχολίασε στο Reuters ο John Kilduff, συνεργάτης της Again Capital. «Η θεμελιώδης ιστορία σχετικά με την παγκόσμια στενότητα υπάρχει ακόμα... Το ξεπούλημα ήταν σίγουρα υπερβολικό», πρόσθεσε.
Από την άλλη, η σημερινή διόρθωση θα μπορούσε να είναι βραχυπρόθεσμη, σημείωσε ο Leon Li, αναλυτής της CMC Markets, τονίζοντας ότι οι τιμές του πετρελαίου «είναι πιθανό να παραμείνουν υπό πίεση στο εγγύς μέλλον». «Παρόλο που το αργό πετρέλαιο εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το πρόβλημα της έλλειψης προσφοράς, παραμένουν βασικοί παράγοντες που οδήγησαν στην απότομη πτώση χθες», είπε, αναφέροντας τη σύσφιξη της πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες και την πιθανή αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ως πιέσεις στις τιμές των εμπορευμάτων.
Υπενθυμίζεται ότι ο γενικός γραμματέας του ΟΠΕΚ Μοχάμαντ Μπαρκίντο δήλωσε την Τρίτη ότι ο κλάδος βρίσκεται «υπό πολιορκία» λόγω χρόνιων ελλιπών επενδύσεων, προσθέτοντας ότι οι ελλείψεις θα μπορούσαν να μειωθούν εάν επιτραπεί η πρόσθετη προμήθεια από το Ιράν και τη Βενεζουέλα.
Στο μεταξύ ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ προειδοποίησε ότι η πρόταση, που φέρεται να έκανε η Ιαπωνία για επιβολή ανώτατου ορίου στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου γύρω στο μισό του σημερινού επιπέδου της, θα οδηγούσε σε σημαντικά λιγότερο πετρέλαιο στην αγορά και θα μπορούσε να επιφέρει αύξηση των τιμών πάνω από τα 300 ως 400 δολάρια το βαρέλι.
Από την άλλη πλευρά, η νορβηγική κυβέρνηση παρενέβη την Τρίτη για να τερματίσει την απεργία στον τομέα του αερίου και του πετρελαίου που μείωσε την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου, δήλωσε επικεφαλής του συνδικάτου και το υπουργείο Εργασίας, βάζοντας τέλος σε ένα αδιέξοδο που θα μπορούσε να επιδεινώσει την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη.
Παρόλα αυτά, οι ανησυχίες για μια ύφεση συνεχίζουν να επιβαρύνουν τις αγορές. Σύμφωνα με κάποιες πρώτες εκτιμήσεις, η αμερικανική οικονομία μπορεί να συρρικνώθηκε το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Εφόσον ισχύει η εκτίμηση, θα είναι το δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο συρρίκνωσης, που θεωρείται ο ορισμός της τεχνικής ύφεσης.
Πάντως, αν και δεν θεωρεί πιθανή την ύφεση στις ΗΠΑ,η Citigroup βλέπει «κατάρρευση» των τιμών πετρελαίου στο σενάριο μιας ύφεσης, βλέποντας τις τιμές του αργού πετρελαίου να καταρρέουν στα 65 δολάρια το βαρέλι έως τα τέλη του έτους και στα 45 δολάρια έως τα τέλη του 2023.
Σύμφωνα, τέλος, με την Goldman Sachs, η πτώση του αργού είναι υπερβολική δεδομένων των ελλείψεων. Όπως σημείωσε, η παγκόσμια κατανάλωση υπερβαίνει την προσφορά και τα αποθέματα πλησιάζουν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. «Ενώ οι πιθανότητες για ύφεση πράγματι αυξάνονται, είναι πρόωρο για την αγορά πετρελαίου να υποκύψει σε τέτοιες ανησυχίες», ανέφεραν σε σημείωμα οι αναλυτές της. «Η παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να αναπτύσσεται, με την αύξηση της ζήτησης πετρελαίου φέτος να υπερβαίνει σημαντικά την αύξηση του ΑΕΠ».