Εν μέσω γεωπολιτικών εντάσεων και εκρηκτικού πληθωρισμού η Τράπεζα της Ελλάδος ρίχνει τον πήχυ για την εφετινή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Εν μέσω γεωπολιτικών εντάσεων και εκρηκτικού πληθωρισμού η Τράπεζα της Ελλάδος ρίχνει τον πήχυ για την εφετινή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Οπως αναφέρεται στην έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2021-2022 η οποία υποβλήθηκε σήμερα στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων και το Υπουργικό Συμβούλιο η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί το 2022 με ρυθμούς 3,2% έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 3,8% (στην έκθεση του Απριλίου).
Σύμφωνα με την ΤτΕ οι προβλέψεις οικονομικής μεγέθυνσης του βασικού σεναρίου θα μπορούσαν να διαμορφωθούν υψηλότερα του 3,2% εάν ο ισχυρός ρυθμός μεγέθυνσης του πρώτου τριμήνου συνεχιστεί και κατά τα επόμενα τρίμηνα του έτους. Ωστόσο, οι κίνδυνοι υπερισχύουν σε σχέση με τα θετικά ενδεχόμενα. Από την άλλη υπάρχουν σοβαροί κίνδυνοι όπως η περαιτέρω κλιμάκωση της γεωπολιτικής αστάθειας, η επιδείνωση του διεθνούς οικονομικού κλίματος, η διαταραχή στην προσφορά ενέργειας και η συνακόλουθη περαιτέρω αύξηση των τιμών της.
«Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία υπονόμευσε την παγκόσμια ασφάλεια και σταθερότητα και προκάλεσε βίαιη αλλαγή στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον και στις προβλέψεις για την εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας. Πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία η παγκόσμια οικονομία ανέκαμπτε δυναμικά από τις επιπτώσεις της πανδημίας και των επακόλουθων δυσχερειών στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Πλέον όμως βρίσκεται αντιμέτωπη με μια διπλή διαταραχή: αφενός την περαιτέρω άνοδο του πληθωρισμού, λόγω της αύξησης των διεθνών τιμών της ενέργειας, των τροφίμων και των μετάλλων, και αφετέρου τον κίνδυνο μεγάλης επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας ή και ύφεσης, υπό το βάρος της αυξημένης αβεβαιότητας και των υψηλών γεωπολιτικών και χρηματοπιστωτικών κινδύνων» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.
Επισημαίνεται ακόμη ότι η μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού διεθνώς οδηγεί τις κεντρικές τράπεζες, μεταξύ των οποίων και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (EKT), σε σταδιακή ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής. Παρότι η άνοδος του πληθωρισμού σε αυτή τη φάση προέρχεται κυρίως από μια αρνητική διαταραχή της συνολικής προσφοράς, την οποία οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν εύκολα να αντισταθμίσουν, εντούτοις αντιδρούν με αύξηση των επιτοκίων, προκειμένου να συγκρατήσουν τις πληθωριστικές προσδοκίες και τις δευτερογενείς επιδράσεις. Η έκταση των αυξήσεων των επιτοκίων θα εξαρτηθεί από την πορεία του πληθωρισμού, την εξέλιξη του παραγωγικού κενού και την ύπαρξη δευτερογενών επιδράσεων μέσω των αμοιβών.
Το 2023 ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να επιταχυνθεί στο 4,1%, ενώ και για το 2024 εκτιμάται σχετικά υψηλός, στο 3,6%, υπό την προϋπόθεση ότι η γεωπολιτική κρίση θα αποκλιμακωθεί έως το τέλος του 2022 και ότι οι τιμές της ενέργειας θα μειωθούν.
Στο βασικό σενάριο, η καταναλωτική δαπάνη αναμένεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται το 2022, αλλά με αρκετά ηπιότερο ρυθμό σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, εξαιτίας του χαμηλότερου πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος και της αυξημένης αβεβαιότητας. Τα επόμενα έτη η καταναλωτική δαπάνη θα καταγράψει ελαφρά υψηλότερους ρυθμούς ανόδου, ενισχυόμενη από την αναμενόμενη αύξηση της απασχόλησης, καθώς και από τη μείωση της υψηλής αποταμίευσης των τελευταίων ετών, η οποία οφείλεται κυρίως στην αναβολή πραγματοποίησης δαπανών κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν με υψηλούς ρυθμούς καθ’ όλη την περίοδο πρόβλεψης 2022-2024, υποβοηθούμενες από την υψηλή ρευστότητα στον τραπεζικό τομέα και από την αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων.
Οι εξαγωγές αγαθών επέδειξαν ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της πανδημίας και εκτιμάται ότι θα αυξηθούν με ικανοποιητικό ρυθμό την περίοδο 2022-2024. Οι εξαγωγές υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα κινηθούν ανοδικά. Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις το 2022 αναμένεται να διαμορφωθούν στο 80% περίπου των εισπράξεων του 2019, ενώ θα ακολουθήσουν ανοδική πορεία και το διάστημα 2023-2024. Τέλος, οι εισπράξεις από τις θαλάσσιες μεταφορές εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν την ανοδική τους τάση, λόγω της ισχυρής αγοράς ναύλων. Παράλληλα όμως άνοδο αναμένεται να σημειώσουν και οι εισαγωγές, ως αποτέλεσμα της τόνωσης της εγχώριας ζήτησης, ιδίως των επενδύσεων.
Ο πληθωρισμός, βάσει του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή, αναμένεται να διαμορφωθεί σε 7,6% το 2022, κυρίως λόγω της ανοδικής πορείας των ενεργειακών αγαθών, αλλά και των ανατιμήσεων στα είδη διατροφής, ενώ θα αποκλιμακωθεί το 2023 και περαιτέρω το 2024. Ο πυρήνας του πληθωρισμού θα είναι και αυτός υψηλός το 2022 και, παρότι θα αποκλιμακωθεί το 2023 και το 2024, θα παραμείνει σχετικά υψηλός, υπερβαίνοντας μάλιστα το γενικό δείκτη, λόγω της σταδιακής ενσωμάτωσης των έντονων πληθωριστικών πιέσεων του 2022 στον πυρήνα.
naftemporiki.gr