Στη δέσμευση ή κατάσχεση των χρημάτων που απαιτούνται για την εξόφληση μιας οφειλής προς την εφορία θα προχωρά η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με βάση απόφαση του διοικητή της κ. Γιώργου Πιτσιλή. Στην περίπτωση μάλιστα που έχει δεσμευθεί μεγαλύτερο ποσό από αυτό που χρειάζεται για την εξόφληση της οφειλής, τότε θα επιστρέφεται υπό προϋποθέσεις.
Της Ραλλούς Αλεξοπούλου
[email protected]
Στη δέσμευση ή κατάσχεση των χρημάτων που απαιτούνται για την εξόφληση μιας οφειλής προς την εφορία θα προχωρά η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με βάση απόφαση του διοικητή της κ. Γιώργου Πιτσιλή. Στην περίπτωση μάλιστα που έχει δεσμευθεί μεγαλύτερο ποσό από αυτό που χρειάζεται για την εξόφληση της οφειλής, τότε θα επιστρέφεται υπό προϋποθέσεις.
Με βάση τα όσα ίσχυαν έως τώρα, όταν η ΑΑΔΕ προχωρούσε στην κατάσχεση ή δέσμευση χρημάτων, τα επιπλέον χρήματα, πέραν της οφειλής που εξοφλούνταν, παρέμεναν στο ταμείο της εφορίας ώστε να συμψηφιστούν με βεβαιωμένους φόρους ακόμα και εάν αυτοί δεν είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμοι. Αυτό πλέον δεν θα ισχύει. Δηλαδή αν τα χρήματα που έχουν κατασχεθεί επαρκούν για την εξόφληση του ληξιπρόθεσμου χρέους, τότε η εφορία θα επιστρέφει τα υπόλοιπα χρήματα στον φορολογούμενο.
Έστω ότι κάποιος έχει ληξιπρόθεσμο χρέος 10.000 ευρώ και ταυτόχρονα έχει μη ληξιπρόθεσμες δόσεις του ΕΝΦΙΑ. Για την οφειλή των 10.000 ευρώ επιβάλλονται κατασχέσεις εις χείρας τραπεζών και αποδίδονται συνολικά στην ΑΑΔΕ 12.000 ευρ. Με βάση τη νέα απόφαση, οι 2.000 ευρώ που απομένουν επιστρέφονται στον πολίτη χωρίς να συμψηφίζονται με τις μη ληξιπρόθεσμες δόσεις του ΕΝΦΙΑ.
Αν ένας φορολογούμενος έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές, η αρμόδια υπηρεσία της ΑΑΔΕ προχωρά σε έρευνα με σκοπό να εντοπίσει χρηματικές, κυρίως, απαιτήσεις από τρίτους όπως μισθό, σύνταξη, ενοίκια κι άλλες απαιτήσεις προς τον οφειλέτη. Βασικός στόχος είναι η επιβολή κατάσχεσης του ποσού που πρόκειται να αποδοθεί στον οφειλέτη του Δημοσίου, και μάλιστα πριν το ποσό καταβληθεί στον οφειλέτη.
Στην περίπτωση ύπαρξης υπολοίπου καταθέσεων σε τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη, η κατάσχεση επιδιώκεται να επιβληθεί με την αποστολή ηλεκτρονικού κατασχετηρίου στην τράπεζα με στόχο τη δέσμευση ποσού από το υπόλοιπο του καταθετικού λογαριασμού του οφειλέτη, προκειμένου να αποδοθεί στο Δημόσιο.
Η εφορία μπορεί να προχωρήσει στην κατάσχεση ποσών που τυχόν δικαιούται ο οφειλέτης ανάλογα με την προέλευση ως εξής:
· Από μισθούς, συντάξεις και ασφαλιστικά βοηθήματα άνω των 1.000 και έως 1.500 ευρώ τον μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου ποσοστού 50% επί του τμήματος πάνω από τα 1.000 και έως τα 1.500 ευρώ. Για ποσά μεγαλύτερα των 1.500 ευρώ τον μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου του συνόλου του ποσού που υπερβαίνει τα 1.500 ευρώ.
· Το ¼ οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού βοηθήματος καταβάλλεται περιοδικά στον οφειλέτη, εφόσον αυτό υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση το ποσό που απομένει μετά την κατάσχεση δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 1.000 ευρώ.
· Το 1/5 των καταβαλλόμενων ημερομισθίων.
· Το ½ του εφάπαξ που καταβάλλεται από οποιοδήποτε ασφαλιστικό ταμείο, λόγω εξόδου από την υπηρεσία ή το επάγγελμα.
· Έως το 100% των ενοικίων των οποίων επίκειται η είσπραξη, εφόσον ο οφειλέτης δικαιούται να λαμβάνει τέτοια εισοδήματα.
· Έως το 100% των πάσης φύσεως αποζημιώσεων (π.χ. για απόλυση του οφειλέτη από την εργασία ή για ζημιά που υπέστη κάποιο ασφαλισμένο περιουσιακό στοιχείο του κ.λπ.).
· Έως το 100% των πάσης φύσεως εισπράξεων από πωλήσεις προϊόντων ή οποιονδήποτε άλλων πραγμάτων (π.χ. ακίνητα, Ι.Χ. αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.).