Δυναμική άνοδο παρουσίασαν στη σημερινή συνεδρίαση και οι τρεις βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες της Wall Street, μετά από μία ιδιαίτερα δύσκολη εβδομάδα, εν μέσω ανησυχιών ότι η πιο επιθετική νομισματική πολιτική της Fed θα οδηγήσει την αμερικανική οικονομία σε ύφεση.
Δυναμική άνοδο παρουσίασαν στη σημερινή συνεδρίαση και οι τρεις βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες της Wall Street, μετά από μία ιδιαίτερα δύσκολη εβδομάδα, εν μέσω ανησυχιών ότι η πιο επιθετική νομισματική πολιτική της Fed θα οδηγήσει την αμερικανική οικονομία σε ύφεση.
Μετά την αργία της Δευτέρας, ο Dow Jones ενισχύθηκε 642 μονάδες ή 2,2%, ο S&P 500 παρουσίασε κέρδη 2,5%, ενώ και ο Nasdaq σημείωσε άνοδο 2,5%.
Η δυναμική ανάκαμψη ακολούθησε την απότομη πτώση της προηγούμενης εβδομάδας, οπότε ο S&P 500 γνώρισε την χειρότερη επίδοση από το 2020. Πολλοί επενδυτές ωστόσο θεωρούν ότι ένα ριμπάουντ εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών για ύφεση ενδεχομένως να αποδειχθεί βραχυπρόθεσμο, παρότι ορισμένοι εκτιμούν ότι οι ρευστοποιήσεις έφθασαν σε υπερβολικό σημείο που σημαίνει ότι υπάρχουν περιθώρια για ανάκαμψη.
«Το βασικό ερώτημα που επικρατεί αυτή τη στιγμή είναι εάν πρόκειται απλά για ανάκαμψη ή παραμένουμε στο κατώτατο σημείο της αγοράς. Πιστεύω ότι αυτή είναι μία ανάκαμψη, παρότι δεν έχουμε φθάσει ακόμη στον πάτο», αναφέρει ο Σαμ Στόβαλ, στρατηγικός αναλυτής της CFRA Research. Ο ίδιος βλέπει τον S&P 500 να υποχωρεί γύρω στις 3.200 μονάδες προτού ανακάμψει ή τουλάχιστον περισσότερο από 30% από το ιστορικό υψηλό του.
Τέτοια δυναμικά ριμπάουντ είναι κάτι σύνηθες στη διάρκεια της σημερινής bear market. Ο S&P 500 έχει ενισχυθεί περισσότερο από 2% σε 10 ακόμη περιπτώσεις από τότε που άρχισε η καθοδική αγορά στις αρχές Ιανουαρίου για να χάσει εν συνεχεία τα κέρδη του και να οδηγηθεί σε πιο χαμηλά επίπεδα.
Η ενέργεια αναδείχθηκε στον κλάδο με την καλύτερη επίδοση στο δείκτη S&P 500 με κέρδη 5,2%, ακολουθώντας την άνοδο των τιμών πετρελαίου.
Αυτές ωστόσο που καθοδήγησαν τα κέρδη ήταν οι μετοχές των μεγάλων τεχνολογικών, με αυτές της Alphabet να ενισχύονται περισσότερο από 4%, ενώ των Apple και Amazon από 3% εκάστη.