Σε «βρώμικες», ρυπογόνες ενεργειακές πηγές καταφεύγει η Ευρώπη, καθώς η Μόσχα κλείνει σταδιακά τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου, πιέζοντας για άρση των ευρωπαϊκών κυρώσεων. Γερμανία, Αυστρία, Βουλγαρία, Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, ακόμη και Γαλλία. Όλες αυτές οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν σχεδιάσει, ή μελετούν το ενδεχόμενο να κάνουν μεγαλύτερη χρήση άνθρακα τους επόμενους μήνες για να αντιμετωπίσουν πιθανή έλλειψη ρωσικού φυσικού αερίου.
Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Σε «βρώμικες», ρυπογόνες ενεργειακές πηγές καταφεύγει η Ευρώπη, καθώς η Μόσχα κλείνει σταδιακά τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου, πιέζοντας για άρση των ευρωπαϊκών κυρώσεων.
Γερμανία, Αυστρία, Βουλγαρία, Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, ακόμη και Γαλλία. Όλες αυτές οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν σχεδιάσει, ή μελετούν το ενδεχόμενο να κάνουν μεγαλύτερη χρήση άνθρακα τους επόμενους μήνες για να αντιμετωπίσουν πιθανή έλλειψη ρωσικού φυσικού αερίου. Αντιμέτωπες με αυτήν την κατάσταση, οι περισσότερες χώρες επιδιώκουν να μειώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο την κατανάλωση φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου, προκειμένου να δημιουργήσουν αποθέματα για τον επόμενο χειμώνα.
Η Ολλανδία ανακοίνωσε χθες την άρση ως το 2024 των περιορισμών στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα, προκειμένου να αντισταθμίσει τη μείωση των προμηθειών φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Στη Βιέννη, η κυβέρνηση ανακοίνωσε την επαναλειτουργία του σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα που βρίσκεται στη νότια Αυστρία.
Στη Γερμανία, η οποία μέχρι τώρα εισήγαγε σχεδόν το 35% του φυσικού της αερίου από τη Ρωσία, η κυβέρνηση επιτρέπει τώρα τη χρήση των λεγόμενων «εφεδρικών» σταθμών παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα, που συνήθως χρησιμοποιούνται μόνο ως έσχατη λύση.
Το εντυπωσιακό είναι ότι πρωτεργάτης στην επιστροφή στον άνθρακα είναι ο «Πράσινος» υπουργός Οικονομίας και Κλίματος της Γερμανίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ. Δυσαρεστώντας τους οπαδούς του, ο Χάμπεκ δεν δίστασε να παραδεχτεί ότι «οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν θα είναι σε θέση να καλύψουν τις ενεργειακές απαιτήσεις της Γερμανίας τόσο γρήγορα και αυτό που χρειάζεται είναι τα διαβολικά υλικά του παρελθόντος: άνθρακας, πετρέλαιο και πυρηνική ενέργεια. Και σε μεγάλες ποσότητες και άμεσα», γράφει η Tagesschau. Αλλωστε, και η Κίνα και άλλες χώρες έχουν ενισχύσει την παραγωγή άνθρακα εν μέσω αυξανόμενων φόβων για παγκόσμιες ελλείψεις ενέργειας, αφαιρώντας μέρος της πίεσης από τις παγκόσμιες αγορές φυσικού αερίου.
Αν και ο Πράσινος Χάμπεκ «φλερτάρει» με τον άνθρακα, ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς συνεχίζει να εστιάζει πρώτα και κύρια στην επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη Γερμανία. «Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι οι φθηνότερες. Πρέπει να συνεχίσουμε σε αυτόν τον δρόμο», τόνισε ο Σολτς ,μιλώντας στο συνέδριο της Ομοσπονδίας Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI).
Ο Σολτς δεν ανέφερε ούτε λέξη για τις προτάσεις που διατυπώνονται για παράταση του χρόνου λειτουργίας των τριών πυρηνικών σταθμών που εξακολουθούν να λειτουργούν στη Γερμανία και θα κλείσουν στο τέλος του έτους.
Η Γερμανία αντιμετωπίζει επίσης και ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα, όπως γράφει η FAZ: «Η Γερμανία δεν διαθέτει ενεργειακούς κολοσσούς όπως η Γαλλική Totalenergies και η Ιταλική Eni , που έχουν κατορθώσει μέχρι στιγμής να εξασφαλίσουν μεγάλο μερίδιο εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου από το Κατάρ ως εναλλακτική λύση στο ρωσικό αέριο». Η γερμανική εφημερίδα σημειώνει μάλιστα ότι «στις μεγάλες αυτές εταιρείες, τα κρατικά και ιδιωτικά συμφέροντα είναι αλληλένδετα μέχρι σήμερα, γεγονός που τους δίνει πολλά ατού στη μάχη για γεωπολιτική επιρροή. Δεν είναι τυχαίο που συχνά αυτές οι εταιρείες αναφέρονται ως παραρτήματα των υπουργείων Εξωτερικών», σημειώνει η FAZ
Η ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα μπορούσε να καταστεί η χειρότερη εδώ και μισό αιώνα. Η Ρωσία δεν είναι μόνο ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου και διυλισμένων προϊόντων πετρελαίου στον κόσμο, αλλά και ο κυρίαρχος προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Η Μόσχα, είναι ταυτόχρονα και σημαντικός εξαγωγέας άνθρακα και ουρανίου χαμηλού εμπλουτισμού που χρησιμοποιείται για την τροφοδοσία πυρηνικών σταθμών. Για να μην αναφέρουμε πολλές άλλες πρώτες ύλες. Με τις τιμές των καυσίμων και του φυσικού αερίου ,αλλά και των σιτηρών να καταγράφουν καθημερινά και νέα ρεκόρ, η διακοπή των προμηθειών ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη εξακολουθεί να φαντάζει απίθανη, σχεδόν αδιανόητη, και πιθανότατα θα οδηγούσε σε βαθιά ύφεση και στο κλείσιμο ενεργοβόρων βιομηχανιών. Θα αποδυνάμωνε επίσης και τη στρατηγική ανταγωνιστική θέση της Γηραιάς Ηπείρου στην παγκόσμια σκακιέρα. Χωρίς φυσικό αέριο, οι βασικές αλυσίδες της βιομηχανικής παραγωγής είναι πιθανό να μεταναστεύσουν στην Ασία. Η εναλλακτική πηγή του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου, δεν φαίνεται να επαρκεί για να καλύψει τα κενά, ιδιαίτερα μετά την πυρκαγιά στις εγκαταστάσεις της εταιρείας Freeport στο Τέξας, που θα διακόψει την μεταφορά LNG στην Ευρώπη ως τα τέλη του χρόνου.
Η Ευρώπη έχει εμπλακεί άλλωστε, για τα καλά, σε έναν Ψυχρό Πόλεμο και στο αέριο με τη Ρωσία και διολισθαίνει όλο και περισσότερο σε μια βαθιά ενεργειακή κρίση. Η Ευρώπη και όλος ο κόσμος φαίνεται να βρίσκονται σε ένα σημείο καμπής. Για την ΕΕ ,ο ρωσικός πόλεμος στην Ουκρανία είναι η δική της 11η Σεπτεμβρίου.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις εκείνης της ημέρας επέφεραν μια νέα τάξη ασφαλείας που κυριάρχησε στο διεθνές τοπίο για 20 χρόνια και εξακολουθεί να είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό των παγκόσμιων υποθέσεων. Η κληρονομιά του πολέμου της Ουκρανίας θα είναι μια νέα ενεργειακή τάξη πραγμάτων. «Ενας βαθύς μετασχηματισμός βρίσκεται σε εξέλιξη στο παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα», γράφει το αμερικανικό περιοδικό Foreign Affairs.
«Ενώ τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η επείγουσα ανάγκη μείωσης των εκπομπών άνθρακα έχει κυριαρχήσει σταδιακά στην παγκόσμια ενεργειακή τάξη, τώρα- ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία- η ενεργειακή ασφάλεια έχει επανέλθει στο προσκήνιο, βάζοντας σε δεύτερο πλάνο την κλιματική αλλαγή ως κύριο μέλημα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής»...
«Η επερχόμενη ενεργειακή τάξη θα καθοριστεί από κάτι που λίγοι αναλυτές έχουν εκτιμήσει πλήρως: την αυξανόμενη κυβερνητική παρέμβαση στον ενεργειακό τομέα σε κλίμακα που δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και τέσσερις δεκαετίες», γράφει το Foreign Affairs. «Το πώς οι κυβερνήσεις θα ανταποκριθούν σε αυτές τις προκλήσεις, που προέκυψαν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, θα διαμορφώσει τη νέα ενεργειακή τάξη για τις επόμενες δεκαετίες», προειδοποιεί το αμερικανικό περιοδικό.