Αντιμέτωποι με ποινές φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους βρίσκονται όσοι φορολογούμενοι καθυστερούν να εξοφλήσουν για περισσότερους από 4 μήνες χρέη άνω των 100.000 ευρώ προς το Δημόσιο ή δεν τα ρυθμίζουν.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Αντιμέτωποι με ποινές φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους βρίσκονται όσοι φορολογούμενοι καθυστερούν να εξοφλήσουν για περισσότερους από 4 μήνες χρέη άνω των 100.000 ευρώ προς το Δημόσιο ή δεν τα ρυθμίζουν.
Οι ποινές φυλάκισης μπορεί να υπερβούν και τα 3 έτη αν το συνολικό ποσό των απλήρωτων οφειλών ξεπεράσει τις 200.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, όμως, κατά την οποία οφειλέτης ποσού άνω των 100.000 ευρώ καταφέρει να εξοφλήσει ολοσχερώς το χρέος του μέχρι την εκδίκαση του ποινικού σκέλους της υπόθεσής του, σε οποιονδήποτε βαθμό, ή εφόσον εντάξει το χρέος του σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής μπορεί να γλιτώσει την ποινή φυλάκισης και να μείνει ατιμώρητος.
Επιπλέον, εφόσον αμφισβητεί το χρέος, δηλαδή το ύψος του ποσού που του έχουν καταλογίσει οι φορολογικές αρχές, έχει το δικαίωμα να προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών και εν συνεχεία, σε περίπτωση μη δικαίωσης από τη ΔΕΔ, και στα διοικητικά δικαστήρια, οπότε μέχρι την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης οι διαδικασίες επιβολής των ποινικών κυρώσεων μπορεί να «παγώσουν».
Οι ποινές φυλάκισης ισχύουν, εκτός από τα χρέη προς την εφορία, και για τα χρέη προς νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Σύμφωνα, ειδικότερα, με την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του ν. 1882/1990, όπως τροποποιήθηκε με τους ν. 4321/2015 και 4337/2015:
«Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων (4) μηνών τιμωρείται με ποινή φυλάκισης:
α) Ενός (1) τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
β) Τριών (3) τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α’, υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ.
Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του προϊσταμένου της ΔΟΥ ή των Ελεγκτικών Κέντρων ή του Τελωνείου προς τον εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων».
Η πράξη της μη καταβολής χρέους προς το Δημόσιο άνω των 100.000 ευρώ για περισσότερο από 4 μήνες μπορεί να κριθεί ατιμώρητη εάν το ποσό που οφείλεται εξοφληθεί μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε οποιονδήποτε βαθμό.
Επιπλέον, η ποινική δίωξη για μη καταβολή χρέους άνω των 100.000 ευρώ ή η εκτέλεση επιβληθείσης ποινής φυλάκισης για το αδίκημα αυτό μπορούν να ανασταλούν σε περίπτωση που ο οφειλέτης τακτοποιήσει το χρέος του, εντάσσοντάς το σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής. Αυτή τη στιγμή είναι σε ισχύ μόνο η «πάγια ρύθμιση» των ν. 4152/2013 και 4174/2013, η οποία παρέχει τη δυνατότητα εξόφλησης οποιουδήποτε ληξιπρόθεσμου χρέους προς το Δημόσιο σε έως και 24 μηνιαίες δόσεις ή σε έως και 48 μηνιαίες δόσεις, αν το χρέος προέρχεται από έκτακτη αιτία (π.χ. αν προέρχεται από φόρο κληρονομιάς, πρόστιμα φορολογικών ελέγχων κ.λπ.).
Στην πράξη, πάντως, πολλές υποθέσεις οφειλετών του Δημοσίου με χρέη άνω των 100.000 ευρώ τα οποία δεν έχουν ρυθμιστεί εκκρεμούν για πολλά χρόνια μέχρι να εκδικαστούν ως προς το ποινικό τους σκέλος και οι οφειλέτες παραμένουν για μακρά χρονικά διαστήματα ατιμώρητοι. Κι αυτό συμβαίνει διότι οφειλές άνω των 100.000 ευρώ που βεβαιώνονται από τις υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης, δηλαδή από τις ΔΟΥ, τα Ελεγκτικά Κέντρα (το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου και το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων) και τα Τελωνεία είναι συνήθως καταλογισθέντες φόροι, προσαυξήσεις και πρόστιμα που έχουν προκύψει από ελέγχους σε χρήσεις παρελθόντων ετών και αμφισβητούνται από τους φορολογούμενους με προσφυγές πρώτα στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και εν συνεχεία στα διοικητικά δικαστήρια. Μέχρι δε να κριθούν οι υποθέσεις αυτές στα διοικητικά δικαστήρια, τα ποινικά δικαστήρια αναβάλλουν συνεχώς την εκδίκασή τους, καθώς, σε κάθε περίπτωση, θεωρούν λογικό να οριστικοποιηθεί πρώτα το ύψος της οφειλής και μετά να αποφανθούν αν τελικά προκύπτει ή όχι ποινικό αδίκημα.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΑΑΔΕ, οι φορολογούμενοι (φυσικά και νομικά πρόσωπα) με οφειλές άνω των 300.000 προς το Δημόσιο ανέρχονταν σε 20.253 στο τέλος του 2021. Το συνολικό ποσό των χρεών τους ανερχόταν σε 95,08 δισ. ευρώ και κάλυπτε το 85,4% του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο. Από τις οφειλές αυτές είχαν ενταχθεί σε ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής ποσά συνολικού ύψους μόλις 1,32 δισ. Ειδικά οι οφειλέτες ποσών άνω των 10.000.000 ευρώ ήταν μόλις 1.302 επί συνόλου 3.996.871, δηλαδή αντιπροσώπευαν ποσοστό μόλις 0,032% του συνολικού αριθμού οφειλετών. Όμως τα χρέη τους έφθαναν στα 66,78 δισ. ευρώ, καλύπτοντας το 60% του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο. Από αυτό το τεράστιο ποσό ήταν ενταγμένο σε ρυθμίσεις ποσό ύψους μόλις 219,1 εκατ. ευρώ, που αντιπροσωπεύει το 0,33% του συνόλου των χρεών αυτής της κατηγορίας. Το τελεσίγραφο για τη ρύθμιση των οφειλών των συγκεκριμένων φορολογουμένων έχει δοθεί από την ΑΑΔΕ και το ΚΕΑΟ.