Οι συνεχιζόμενες αυξήσεις στο κόστος μεταφοράς καυσίμων, λόγω του ρωσο-ουκρανικού πολέμου και των γεωπολιτικών εξελίξεων, κυριάρχησαν στις συζητήσεις μεταξύ των προμηθευτών καυσίμων πλοίων από όλο τον κόσμο που συγκεντρώθηκαν στη φετινή ναυτιλιακή έκθεση των Ποσειδωνίων.
Από την έντυπη έκδοση
Του Πάρη Τσιριγώτη
[email protected]
Οι συνεχιζόμενες αυξήσεις στο κόστος μεταφοράς καυσίμων, λόγω του ρωσο-ουκρανικού πολέμου και των γεωπολιτικών εξελίξεων, κυριάρχησαν στις συζητήσεις μεταξύ των προμηθευτών καυσίμων πλοίων από όλο τον κόσμο που συγκεντρώθηκαν στη φετινή ναυτιλιακή έκθεση των Ποσειδωνίων.
«Η αγορά μεταφοράς καυσίμων έχει πληγεί από τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας και αυτό, φυσικά, είχε σοβαρό αντίκτυπο στις τιμές. Πριν από τον πόλεμο, οι τιμές διεθνώς κινούνταν γύρω από τα 750-850 δολ. ανά τόνο και τώρα βλέπουμε τιμές πολύ πάνω από τα 1.000 δολ.», δήλωσε ο Αλέξανδρος Προκοπάκης, διευθύνων σύμβουλος της probunkers, ανεξάρτητου προμηθευτή καυσίμων LNG με έδρα την Αθήνα.
Σχετικά με το κόστος μεταφοράς των καυσίμων έκανε λόγο για αχαρτογράφητα νερά, αναφέροντας ότι κανείς πλέον δεν μπορεί
πραγματικά να προβλέψει πού θα καταλήξει η τιμή.
«Ας ελπίσουμε ότι προς το παρόν θα παραμείνουμε σε αυτά τα επίπεδα, επειδή ενδεχόμενη υπέρβαση του ορίου των 1.200 δολ. θα έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις σε ολόκληρη τη ναυτιλιακή βιομηχανία», ανέφερε.
Ο εμπορικός διευθυντής της Baluco Γιάννης Σταυρόπουλος επεσήμανε ότι το κόστος για κάθε δρομολόγιο πλοίου για τις ναυτιλιακές εταιρείες έχει αυξηθεί, καθώς ο διπλασιασμός στις τιμές πετρελαίου και των λιπαντικών αντιπροσωπεύει σχεδόν το 60%-70% των λειτουργικών εξόδων του πλοίου.
«Τα πιστωτικά όρια για τις ναυτιλιακές έχουν επίσης επηρεαστεί, καθώς πρέπει να δεσμεύουν το διπλάσιο ποσό που συνήθιζαν να λαμβάνουν για τον ίδιο όγκο καυσίμων πριν από την κρίση», τόνισε.
Εκτός από τις επιπτώσεις στις τιμές των καυσίμων, οι ναυτιλιακές εταιρείες και οι πελάτες τους αντιμετωπίζουν αυξημένο κόστος και λόγω των ακριβότερων λιπαντικών. Ο μεγάλος διεθνής κατασκευαστής και προμηθευτής λιπαντικών Gulf Oil Marine επισημαίνει ότι η αύξηση της τιμής ποικίλλει ανάλογα με την αγορά.
«Έχουμε ήδη δει μια αύξηση μεταξύ 20 και 30 λεπτών ανά λίτρο, που αντιστοιχεί σε αύξηση τιμής περίπου 20%, αλλά φοβάμαι ότι δεν έχουμε δει ακόμα το τέλος αυτής της πίεσης στις τιμές. Προβλέπουμε περαιτέρω αύξηση 10%-20% έως το τέλος του έτους», δήλωσε ο David Price, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει προκαλέσει προβλήματα εφοδιασμού και στον τομέα των λιπαντικών.
Σύμφωνα με τον Γρηγόρη Παπαθανασίου, διευθύνοντα σύμβουλο της Gulf Oil Marine Hellas, η προσφορά έχει μειωθεί λόγω των κυρώσεων στη Ρωσία, αλλά η σκληρή δουλειά όλο το εικοσιτετράωρο είναι το φάρμακο για τη διασφάλιση της σταθερότητας του εφοδιασμού.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι η Gulf Oil Marine επένδυσε πρόσφατα σε μια εγκατάσταση blending Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D) στη Σιγκαπούρη προκειμένου να παραμείνει μπροστά από τις εξελίξεις, αλλά αναγνώρισε ότι η διάθεση ενός νέου λιπαντικού στην αγορά από το μηδέν απαιτεί τεράστια επένδυση και πολύ χρόνο, καθώς οι διαδικασίες δοκιμής και οι εγκρίσεις είναι χρονοβόρες.
Την εκτίμηση ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο χρόνια έρευνας προκειμένου να αναπτυχθούν οι κατάλληλες υποδομές και να διατεθούν στην αγορά τα νέα λιπαντικά μόλις συμφωνηθεί ο εναλλακτικός τύπος καυσίμου στη ναυτιλία για μείωση των εκπομπών αερίων έκανε ο Νέλλος Οικονομόπουλος, γενικός διευθυντής της Valecrest Marine Lubricants.
Αναφερόμενος στη μετάβαση της ναυτιλίας στην «πράσινη εποχή» είπε ότι θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για το μέλλον και μόλις συμφωνηθεί η υπ’ αριθμόν 1 επιλογή για το καύσιμο του μέλλοντος, τότε πρέπει να αρχίσουν οι εταιρείες να προετοιμάζονται για την ανάπτυξη και των κατάλληλων λιπαντικών. Πρέπει να δούμε όλες τις επιλογές, σημείωσε. Ο Αλέξανδρος Προκοπάκης, διευθύνων σύμβουλος της probunkers, αναφερόμενος και αυτός από την πλευρά του στην εποχή των νέων εναλλακτικών καυσίμων, επεσήμανε: «Το μέλλον είναι ακόμα μακριά. Δεν υπάρχει ξεκάθαρος δρόμος για το πού βαδίζουμε».
Πρόσθεσε ότι άποψή του, όσο προκατειλημμένη κι αν είναι, είναι ότι το LNG είναι προς το παρόν η μόνη βιώσιμη διαθέσιμη εμπορική λύση, και θα παραμείνει έτσι για τα επόμενα 15-25 χρόνια.
«Οι υποδομές είναι εδώ, είναι άμεσα διαθέσιμες και ασφαλείς, και το περιβαλλοντικό αποτύπωμά τους είναι καλύτερο από αυτό του πετρελαίου», τόνισε, εκφράζοντας παράλληλα την εκτίμηση ότι στο τέλος θα καταλήξουμε σε ένα διαφοροποιημένο ενεργειακό μίγμα, από διάφορες επιλογές, για να διαλέξει ο καθένας.