Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 09 Ιουνίου 2022 10:20

ΕΚΤ: Αύξηση των βασικών επιτοκίων από τον Ιούλιο

Πόσο θα αυστηροποιήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τη νομισματική της πολιτική; Αυτό είναι το ερώτημα που θα πρέπει να απαντήσει σήμερα το Διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ στη συνεδρίασή του στο Άμστερνταμ. 

Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected] 

Πόσο θα αυστηροποιήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τη νομισματική της πολιτική; Αυτό είναι το ερώτημα που θα πρέπει να απαντήσει σήμερα το Διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ στη συνεδρίασή του στo Άμστερνταμ.  

Στα τέλη Μαΐου, η πρόεδρός Κριστίν Λαγκάρντ προειδοποίησε ότι με βάση τις σημερινές προοπτικές, «θα πρέπει να είμαστε σε θέση να εξέλθουμε από τα αρνητικά επιτόκια μέχρι το τέλος του τρίτου τριμήνου». Όμως, μετά από αυτή την παρατήρηση, τα στοιχεία για τον πληθωρισμό τον Μάιο (8,1% σε ετήσια βάση  έναντι 7,4% τον Απρίλιο) έδειξαν ότι η άνοδος των τιμών τείνει να επιταχυνθεί στις 19 χώρες της ζώνης του ευρώ.

Τραπεζικές πηγές τονίζουν στη «Ναυτεμπορική» ότι τα περιθώρια ελιγμών γίνονται πάντως ολοένα και πιο στενά, ειδικά καθώς υπάρχουν πολλές άγνωστες μεταβλητές στην εξίσωση. «Αν και ο ΟΟΣΑ προβλέπει χαλάρωση της ανόδου των τιμών το 2023, από την άλλη πλευρά, προειδοποιεί ότι «οι πληθωριστικές πιέσεις θα μπορούσαν να αποδειχθούν ισχυρότερες από ό,τι αναμενόταν» σε περίπτωση ξαφνικής διακοπής των εξαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη αλλά και συνέχισης των αναταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα», σημειώνουν οι ίδιες πηγές. Προσθέτουν πάντως με έμφαση ότι το μόνο σίγουρο είναι ότι «τα αρνητικά επιτόκια ανήκουν πλέον στο παρελθόν».

 

Η πίεση του πληθωρισμού

 

Η Κριστίν Λαγκάρντ-τουλάχιστον μέχρι τον πόλεμο στην Ουκρανία- εκτιμούσε  ότι ο υψηλός πληθωρισμός είναι «παροδικός», επιλέγοντας να στηρίξει την οικονομία της ευρωζώνης μέσω αρνητικών επιτοκίων. «Αναμένουμε από την ΕΚΤ να ανακοινώσει το τέλος του προγράμματος καθαρών αγορών ομολόγων και να δεσμευτεί να αυξήσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούλιο, την πρώτη της αύξηση μετά από 11 χρόνια», εκτιμά η Καταρίνα Ατερμολ, επικεφαλής οικονομολόγος στην Allianz Trade.

Η ΕΚΤ παραμένει μια από τις λίγες κεντρικές τράπεζες που δεν έχουν προχωρήσει μέχρι τώρα σε αύξηση επιτοκίων. «Με τις πληθωριστικές πιέσεις να συνεχίζουν να ενισχύονται και ένα οικονομικό υπόβαθρο που εξακολουθεί να υποστηρίζεται από τις υπηρεσίες, η ΕΚΤ έχει ένα στενό «παράθυρο φωτιάς» για να αυξήσει το επιτόκιο τους επόμενους 12 μήνες ξεκινώντας από τον επόμενο μήνα», λέει ο Τζον Πλάσαρντ , αναλυτής στη Mirabaud Equity Research.

 Σύμφωνα με τον Πλάσαρντ,«η  αγορά θα επικεντρωθεί στο αν είναι δυνατή μια αύξηση 50 μονάδων βάσης. Πολλά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένης της Danske Bank, αναμένουν από την ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης σε κάθε συνεδρίαση μέχρι τον Μάρτιο του 2023, με τους κινδύνους να μην είναι αμελητέοι»

Ο ΟΟΣΑ αναμένει τώρα παγκόσμια ανάπτυξη 3% το 2022 και 2,8% το 2023 έναντι 4,5% και 3,2% αντίστοιχα που εκτιμούσε τον περασμένο  Δεκέμβριο. Για την ευρωζώνη, η αναθεώρηση προς τα κάτω είναι ακόμη μεγαλύτερη. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ανάπτυξη 2,6% φέτος και 1,6% το επόμενο έτος έναντι 4,3% και 2,5% που εκτιμούσε τον  Δεκέμβριο.

Ο δισταγμός μέχρι σήμερα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εξηγείται πάντως από το γεγονός ότι η ευρωζώνη είναι «πιο εκτεθειμένη στη σύγκρουση στην Ουκρανία, ενώ την ίδια ώρα υπάρχει κίνδυνος αύξησης του κόστους δανεισμού σε υπερχρεωμένες χώρες της Νότιας Ευρώπης, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα» εξηγεί ο Αλεξάντρ Εζέζ, αναλυτής στην Banque Richelieu. Οι αποδόσεις των ομολόγων έχουν ήδη αυξηθεί εν αναμονή της αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής και του τερματισμού των αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ. «Ο υψηλός πληθωρισμός επιβαρύνει τους ανθρώπους στη ζώνη του ευρώ συνολικά.Ωστόσο, ακόμη και σε περίπτωση αύξησης των επιτοκίων, οι καταναλωτές δεν μπορούν αρχικά να ελπίζουν σε ταχεία χαλάρωση των τιμών. Η ΕΚΤ είναι σε μεγάλο βαθμό ανίσχυρη έναντι της αύξησης των τιμών της ενέργειας, που πάνω από όλα τροφοδοτούν τον πληθωρισμό. Ωστόσο, η κεντρική τράπεζα μπορεί να βοηθήσει να διασφαλιστεί ότι ο ρυθμός πληθωρισμού δεν θα παραμείνει σε υψηλό επίπεδο μακροπρόθεσμα», τονίζουν τραπεζικές πηγές στη Ναυτεμπορική.