Όσο ανακάμπτει η οικονομική δραστηριότητα, όσο πλησιάζουμε προς την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας για τους τίτλους του ελληνικού Δημοσίου και όσο προχωρεί η εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών, τόσο η διαφορά του κόστους του χρήματος στην Ελλάδα έναντι των άλλων ευρωπαϊκών χωρών θα μικραίνει, προέβλεψε ο διοικητής της Τραπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Όσο ανακάμπτει η οικονομική δραστηριότητα, όσο πλησιάζουμε προς την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας για τους τίτλους του ελληνικού Δημοσίου και όσο προχωρεί η εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών, τόσο η διαφορά του κόστους του χρήματος στην Ελλάδα έναντι των άλλων ευρωπαϊκών χωρών θα μικραίνει, προέβλεψε ο διοικητής της Τραπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας σήμερα στο στο συνέδριο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) «FUTURE OF RETAIL 2022».
Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι το κόστος δανεισμού στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα στην ευρωζώνη, τόσο για επιχειρήσεις όσο και για νοικοκυριά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, οι διαφορές είναι μεγαλύτερες στα σχετικά μικρά επιχειρηματικά δάνεια, τα δάνεια δηλαδή ποσών κάτω του 1 εκατ. ευρώ.
Τον Μάρτιο 2022 το επιτόκιο των δανείων αυτών στην Ελλάδα ήταν 3,90%, ενώ ο μέσος όρος στη ζώνη του ευρώ ήταν 1,68%, δηλαδή 2,22 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερα. Παρά ταύτα, τα δανειακά επιτόκια των τραπεζών στη χώρα μας έχουν μειωθεί σημαντικά τον τελευταίο καιρό: το μέσο επιτόκιο των τοκοχρεωλυτικών δανείων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το Μάρτιο 2022, διαμορφώθηκε στο 3,19% σε σχέση με 3,75% τον Ιανουάριο 2020.
Το επιτόκιο των αλληλόχρεων λογαριασμών (μέσω των οποίων κυρίως δανείζονται οι μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις) διαμορφώνεται σε υψηλότερο επίπεδο, 4,43%, το οποίο πάντως έχει μειωθεί κατά 0,62 εκατοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον Ιανουάριο 2020.
Ο κ, Στουρνάρας επεσήμανε ότι η απόκλιση στο κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων μεταξύ Ελλάδος και ζώνης του ευρώ περιορίστηκε τα τελευταία χρόνια: σε 170 μονάδες βάσης (μ.β.) κατά μέσο όρο την περίοδο 2020-2022 έναντι 290 μ.β. κατά μέσο όρο την περίοδο 2011-2019. Αυτό βεβαίως ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της διευκολυντικής ενιαίας νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Για τις καταθέσεις ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε ότι εδώ και μερικούς μήνες η συσσώρευση των καταθέσεων από τις επιχειρήσεις αντιστρέφεται σιγά-σιγά υποβοηθώντας την αύξηση της συνολικής δαπάνης της οικονομίας και αντισταθμίζοντας την αρνητική επίδραση των αυξήσεων των τιμών της ενεργείας και των τροφίμων.
Αναφερόμενος στην αύξηση των επιτοκίων που απειλεί τις επενδύσεις, επεσήμανε ότι τα τραπεζικά επιτόκια είναι επί του παρόντος σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα και σε ονομαστικούς όρους υπολείπονται σημαντικά του πληθωρισμού δηλαδή τα πραγματικά επιτόκια είναι πολύ χαμηλότερα από ό,τι σε προηγούμενα έτη.
Σε κάθε περίπτωση όπως είπε η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου αναμένεται να γίνει πλήρης χρήση των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, εξασφαλίζοντας μάλιστα το σύνολο των πόρων που δικαιούται. Συνολικά, η χώρα σχεδιάζει να λάβει 12,7 δισ. ευρώ σε δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης μέχρι το 2026.