Υπόλογη έναντι της Κομισιόν βρίσκεται η Ελλάδα, καθώς οι Βρυξέλλες διαπιστώνουν παραβάσεις επί της κοινοτικής οδηγίας που ορίζει συγκεκριμένους χρόνους αποπληρωμής των επιχειρήσεων για αγαθά και υπηρεσίες προς το Δημόσιο.
Από την έντυπη έκδοση
Υπόλογη έναντι της Κομισιόν βρίσκεται η Ελλάδα, καθώς οι Βρυξέλλες διαπιστώνουν παραβάσεις επί της κοινοτικής οδηγίας που ορίζει συγκεκριμένους χρόνους αποπληρωμής των επιχειρήσεων για αγαθά και υπηρεσίες προς το Δημόσιο.
Πρόκειται για μία μόνιμη πηγή αντιδικίας με τους θεσμούς κατά την τελευταία δωδεκαετία, καθώς σε κάθε μνημονιακή και μεταμνημονιακή αξιολόγηση η χώρα μας αναλάμβανε τη δέσμευση να μηδενίσει τις εκκρεμείς πληρωμές, χωρίς να καταφέρει ποτέ να το επιτύχει. Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022, μάλιστα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν, με μερίδα του λέοντος να προέρχεται από τα νοσοκομεία και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Αναλυτικότερα, η Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην Ελλάδα λόγω πλημμελούς εφαρμογής των κανόνων που προβλέπονται στην οδηγία για τις καθυστερήσεις πληρωμών (οδηγία 2011/7/Ε.Ε.). Οι καθυστερήσεις πληρωμών επηρεάζουν αρνητικά τις επιχειρήσεις, καθώς μειώνουν τη ρευστότητά τους, εμποδίζουν την ανάπτυξή τους και περιορίζουν τόσο την ανθεκτικότητά τους, ιδίως στο τρέχον οικονομικό πλαίσιο, όσο και την ικανότητά τους να γίνουν πιο πράσινες και ψηφιακές.
Η οδηγία για τις καθυστερήσεις πληρωμών υποχρεώνει τις δημόσιες αρχές να εξοφλούν τα τιμολόγιά τους εντός 30 ημερών (ή 60 ημερών αν πρόκειται για δημόσια νοσοκομεία), δίνοντας το καλό παράδειγμα στην καταπολέμηση της νοοτροπίας των καθυστερημένων πληρωμών στο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Μεταξύ 2010 και 2020 η Ελλάδα θέσπισε κανόνα που προβλέπει την άμεση πληρωμή μακροχρόνιων οφειλών των δημόσιων νοσοκομείων προς τους ιδιώτες προμηθευτές τους υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω προμηθευτές παραιτούνται από τα δικαιώματά τους σε τόκους, αποζημιώσεις και ένδικα μέσα. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση συνιστά παραβίαση των ενωσιακών κανόνων όπως ερμηνεύονται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση C-555/14.
Η Ελλάδα έχει πλέον προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσει στα επιχειρήματα της Επιτροπής. Διαφορετικά, η Επιτροπή μπορεί
να αποφασίσει να παραπέμψει τη χώρα μας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το σύνολο των ληξιπρόθεσμων χρεών των φορέων γενικής κυβέρνησης προς τους ιδιώτες στο τέλος Μαρτίου είχε αυξηθεί σε 1,89 δισ. ευρώ. Το ποσό είναι αυξημένο κατά 241 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Φεβρουάριο (1,65 δισ.), ενώ σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2021 (1,3 δισ.) οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις αυξήθηκαν αισθητά, κατά 45,2% ή κατά 588 εκατ. ευρώ.
Το μεγαλύτερο ποσό αφορά οφειλές των νοσοκομείων, οι οποίες τον Μάρτιο ανήλθαν σε 1,06 δισ., από 606 εκατ. ευρώ που ήταν τον περασμένο Δεκέμβριο. Ακολουθούν οι οφειλές των ασφαλιστικών ταμείων, το ύψος των οποίων στο τέλος Μαρτίου ήταν 473 εκατ., με τις οφειλές του ΕΟΠΥΥ να ανέρχονται σε 205 εκατ. ευρώ. Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης είχαν τον Μάρτιο ληξιπρόθεσμα χρέη ύψους 128 εκατ. και τα λοιπά νομικά πρόσωπα 175 εκατ. ευρώ.