Θετικά αξιολογεί ο DBRS Morningstar τη δέσμευση της Ελλάδας στη δημοσιονομική πειθαρχία. Προειδοποιεί ωστόσο ότι οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία αυξάνουν την αβεβαιότητα για τις προοπτικές της οικονομίας και των δημοσιονομικών. Σε μία αποτίμηση του Προγράμματος Σταθερότητας, ο οίκος υπογραμμίζει ότι το κλειδί για τα επίπεδα του ελληνικού δημοσίου χρέους βρίσκεται στη διατήρηση της πειθαρχίας, αλλά και τη διασφάλιση βιώσιμης ανάπτυξης.
Θετικά αξιολογεί ο DBRS Morningstar τη δέσμευση της Ελλάδας στη δημοσιονομική πειθαρχία. Προειδοποιεί ωστόσο ότι οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία αυξάνουν την αβεβαιότητα για τις προοπτικές της οικονομίας και των δημοσιονομικών. Σε μία αποτίμηση του Προγράμματος Σταθερότητας, ο οίκος υπογραμμίζει ότι το κλειδί για τα επίπεδα του ελληνικού δημοσίου χρέους βρίσκεται στη διατήρηση της πειθαρχίας, αλλά και τη διασφάλιση βιώσιμης ανάπτυξης.
Οι αναλυτές του οίκου θυμίζουν πως στο Πρόγραμμα Σταθερότητας η ελληνική κυβέρνηση ρίχνει τον πήχυ για την ανάπτυξη φέτος στο 3,1% από 4,5% και σημειώνουν πως η Ελλάδα παραμένει δεσμευμένη στην αποκατάσταση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, με την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023.
Το δημόσιο χρέος, σύμφωνα με τους κυβερνητικούς υπολογισμούς, θα υποχωρήσει αισθητά φέτος, στο 180,2% του ΑΕΠ το 2022, ενώ έως το 2025 θα έχει μειωθεί κάτω από το 150% του ΑΕΠ. Πρόκειται για συνολική μείωση 59,8 μονάδων σε σχέση με το 2020 και χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2010.
Όπως σχολιάζει ο DBRS η πανδημία είχε βαρύ αντίκτυπο στο ελληνικό χρέος, που παραμένει με διαφορά το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ. Παρόλα αυτά εκτιμά πως είναι διαχειρίσιμο, αφού παράγοντες όπως η στήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μειώνουν τους κινδύνους από τη στροφή σε πιο αυστηρή νομισματική πολιτική και την επικείμενη αύξηση των επιτοκίων.
Η μείωση του ελληνικού χρέους θα εξαρτηθεί επίσης από την ικανότητα της Ελλάδας να επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα και να τα διατηρήσει, αλλά και από την επίτευξη ικανοποιητικών ρυθμών ανάπτυξης.
Οι αναλυτές του DBRS αναφέρουν πως οι διαδοχικές κρίσεις (πανδημία Covid 19 και πόλεμος στην Ουκρανία) υπογραμμίζουν τη σημασία της ενίσχυσης των οικονομικών μεγεθών, της αύξησης της οικονομικής διαφοροποίησης και της διατήρησης δημοσιονομικών αποθεμάτων που θα μπορούσαν να στηρίξουν την ικανότητα της οικονομίας να αντιμετωπίσει απροσδόκητους οικονομικούς κραδασμούς. Πριν από την κρίση της COVID-19 η Ελλάδα με συνετές δημοσιονομικές πολιτικές είχε επιτύχει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
Παρά τη δέσμευση της Αθήνας στις συνετές δημοσιονομικές πολιτικές, τα δημοσινομικά δεν μπορούν να μείνουν αλώβητα στους κινδύνους που γεννούν ο πόλεμος και η ενεργειακή κρίση.
Στο μέτωπο της ανάπτυξης, στήριγμα δίνει το Ταμείο Ανάκαμψης. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις που περιλαμβάνονται στο εθνικό σχέδιο για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης αποτελούν σύμφωνα με τον οίκο μια μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα να ενισχύσει τα θεμελιώδη της οικονομίας της και να εξισορροπήσει τα δημόσια οικονομικά της.
naftemporiki.gr