Αυξημένο πρωτογενές έλλειμμα 2% αναμένεται για φέτος λόγω της ενεργειακής κρίσης και με ορατό τον κίνδυνο προς τα πάνω αναθεώρησης προκειμένου να στηριχτούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα με ρυθμό 0,8% από το 2023 θα προβλέπει το αναθεωρημένο Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Δημοσιονομικής Προσαρμογής που κατατίθεται στις 30 Απριλίου στις Βρυξέλλες.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Αυξημένο πρωτογενές έλλειμμα 2% αναμένεται για φέτος λόγω της ενεργειακής κρίσης και με ορατό τον κίνδυνο προς τα πάνω αναθεώρησης προκειμένου να στηριχτούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα με ρυθμό 0,8% από το 2023 θα προβλέπει το αναθεωρημένο Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Δημοσιονομικής Προσαρμογής που κατατίθεται στις 30 Απριλίου στις Βρυξέλλες.
Το νέο μεσοπρόθεσμο έχει ουσιαστικά «κλειδώσει», αλλά οι συνθήκες απόλυτης αβεβαιότητας υπό τις οποίες συντάχθηκε καθιστούν ακόμη και τις πιο επικαιροποιημένες προβλέψεις του απολύτως επισφαλείς. Πρακτικά, το κείμενο αποτυπώνει τα δεδομένα που υπάρχουν αυτήν τη στιγμή, αλλά και τους δύο βασικούς στόχους στους οποίους έχει καταλήξει η κυβέρνηση: πρώτον, να επιχειρηθεί το 2023 να επιστρέψει η χώρα σε πρωτογενές πλεόνασμα (μικρότερο σε σχέση με αυτό που προβλεπόταν στο αντίστοιχο περσινό μεσοπρόθεσμο, κάτι που προφανώς αποδίδεται στην ενεργειακή κρίση και στον πόλεμο) και, δεύτερον, να διασφαλιστεί ότι από το 2024 και μετά η χώρα θα παράγει πρωτογενή πλεονάσματα ικανά να αποπληρώνουν τους τόκους. Αυτό είναι και το βασικό «προαπαιτούμενο» που βάζουν οι αγορές και οι οίκοι αξιολόγησης προκειμένου να αποδώσουν την επενδυτική βαθμίδα.
Ποσοτικοποίηση στόχων
Αυτοί οι δύο στόχοι ποσοτικοποιούνται, όσον αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα, ως εξής:
1. Για το 2022, παρά την προσθήκη 2 δισ. ευρώ στο σκέλος των δημοσίων δαπανών με τον συμπληρωματικό προϋπολογισμό της περασμένης Παρασκευής (η τροπολογία αναφέρεται στο ποσό των 2,6 δισ. ευρώ, αλλά τα 600 εκατ. ευρώ αφορούν τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων και έχουν δημοσιονομικά ουδέτερο αποτέλεσμα), το οικονομικό επιτελείο προβλέπει ότι το πρωτογενές έλλειμμα θα κινηθεί στην περιοχή του 2% του ΑΕΠ, από 1,4% που είχε εγγραφεί στον προϋπολογισμό. Η μικρή αύξηση της τάξεως της μισής ποσοστιαίας μονάδας αποδίδεται στο γεγονός ότι το οικονομικό επιτελείο προσβλέπει σε υπεραπόδοση στο σκέλος των φορολογικών εσόδων, η οποία μέχρι το τέλος της χρονιάς μπορεί να κινηθεί στα επίπεδα του 1-1,5 δισ. ευρώ. Ήδη στο πρώτο δίμηνο υπήρξε καθαρή υπεραπόδοση άνω των 500 εκατ. ευρώ στο σκέλος των εσόδων. Για τη φετινή χρονιά, βέβαια, υπάρχει η μεγάλη αβεβαιότητα του πολέμου.
Όπως είπε και ο πρωθυπουργός το Σάββατο στους Δελφούς, αν η Ευρώπη δεν καταλήξει σε μια κοινή λύση για να αντιμετωπιστούν οι πολύ υψηλές τιμές ενέργειας, θα επιχειρηθεί το πρόβλημα να αντιμετωπιστεί με εθνικούς πόρους και αυτό φυσικά θα «χτυπήσει» και στο πρωτογενές έλλειμμα (το οποίο μπορεί να φουσκώσει ακόμη και στα 5-5,5 δισ. ευρώ, ήτοι κοντά στο 3% του ΑΕΠ), αλλά και το χρέος ή εναλλακτικά στο ύψος των ταμειακών διαθεσίμων της χώρας.
2. Για το 2023, οι Ευρωπαίοι εταίροι ήδη ενημερώθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα για την πρόθεση της κυβέρνησης να εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία θα είναι οριακά χαμηλότερα από το 1% του ΑΕΠ, ήτοι κοντά στα 2 δισ. ευρώ. Το μεσοπρόθεσμο αναμένεται να βάλει τον πήχη στην περιοχή του 0,8%, κάτι που σημαίνει ότι μέχρι του χρόνου θα χρειαστεί δημοσιονομική προσαρμογή τουλάχιστον 4-5 δισ. ευρώ στην καλύτερη περίπτωση. Τα μισά μπορούν να εξασφαλιστούν από την απόσυρση των μέτρων στήριξης για την πανδημία και τα υπόλοιπα μισά από την ανάπτυξη της οικονομίας, η οποία θα συνεχιστεί και το 2023 με ρυθμό λίγο υψηλότερο από 3%, όπως θα αποτυπώνεται στο μεσοπρόθεσμο. Για την πρόθεση παραγωγής πλεονασμάτων το 2023 (ακόμη και αν παραταθεί και για του χρόνου η ρήτρα διαφυγής) Ήδη ενημερώθηκαν κατά την επίσκεψή τους στην Ελλάδα τόσο ο Κλάους Ρέγκλινγκ όσο και ο Βάλντις Ντομπρόφκις.
3. Για την τριετία 2024-2026, η Ελλάδα θα επιδιώξει να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα που θα καλύπτουν τη συνολική δαπάνη των τόκων εξυπηρέτησης του χρέους. Αυτό μεταφράζεται σε ένα ποσό της τάξεως των 5-5,5 δισ. ευρώ ετησίως, το οποίο μεταφράζεται σε ένα ποσοστό της τάξεως του 2%-2,5% του ΑΕΠ ανάλογα με την πορεία του ΑΕΠ. Με την πάροδο των ετών και την ανάπτυξη της οικονομίας, η αναλογία θα γίνεται ολοένα και μικρότερη.
Τη μείωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ στο 183% στο τέλος του 2022 (από περίπου 193% στο τέλος του 2021) και στην περιοχή του 150% μέχρι το τέλος του 2026 θα προβλέπει το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δημοσιονομικής προσαρμογής. Δηλαδή, σημαντική πτώση της αναλογίας ακόμη και κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μέσα στο 2022, παρά την πολύ μεγάλη αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει τη φετινή χρονιά.
Η μεγάλη αποκλιμάκωση αναμένεται ότι θα προέλθει φέτος από τον… πληθωρισμό. Για το 2022, το ΑΕΠ αναμένεται να πληθωριστεί με ποσοστό άνω του 5%, ενώ σε συνδυασμό με τον αναθεωρημένο προς το κάτω πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης -αναμένεται ότι σε πραγματικούς όρους το ΑΕΠ θα μεγαλώσει κατά περίπου 3%-3,3%, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι ο πόλεμος δεν θα δημιουργήσει ακόμη περισσότερα δεινά στην ελληνική οικονομία- σημαίνει ότι στο τέλος του 2022 το ονομαστικό ΑΕΠ (αυτό λαμβάνεται υπόψη για την αναλογία του χρέους και όχι το πραγματικό) θα κλείσει -σύμφωνα με την εκτίμηση- στην περιοχή των 197 δισ. ευρώ.
Με το χρέος για το 2022 να ανέρχεται στα 356-358 δισ. ευρώ (ανάλογα με το πόσες φορές θα καταφέρει ο ΟΔΔΗΧ να βγει στις αγορές), θα προκύψει στο τέλος του 2022 αναλογία χρέους προς ΑΕΠ κοντά στο 181%-183%. Για την περίοδο 2023-2026 σχεδιάζεται ότι ο εκτιμώμενος μέσος ρυθμός ανάπτυξης στην περιοχή του 3% αλλά και η πρόβλεψη για παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων στο ύψος των τόκων (ώστε να μη χρειάζεται πρόσθετος δανεισμός για την εξυπηρέτηση του χρέους) θα οδηγήσουν ώστε η πτωτική τάση στην αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ να συνεχιστεί, με στόχο το 150% στο τέλος του 2026.
Οι νέες προβλέψεις αναμένεται να παρουσιαστούν και στους εκπροσώπους των επενδυτικών οίκων αυτή την εβδομάδα στο πλαίσιο των επαφών που θα έχουν ο υπουργός Οικονομικών αλλά και ο επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ στις ΗΠΑ. Ο Χρήστος Σταϊκούρας θα συμμετάσχει σήμερα στο ετήσιο Επενδυτικό Συνέδριο της Capital Link, στη Νέα Υόρκη, με τίτλο «23rd Annual Capital Link Invest in Greece Forum».
Στο πλαίσιο του Συνεδρίου, πέραν της ομιλίας που θα πραγματοποιήσει, θα συναντηθεί με εκπροσώπους επενδυτικών και τραπεζικών ομίλων, καθώς και εταιρειών που δραστηριοποιούνται, μεταξύ άλλων, στον κλάδο της ενέργειας και της διαχείρισης αυτοκινητοδρόμων, όπως είναι η Barclays, η Citi, η HSBC, η Goldman Sachs, η Lightsourcebp, η Brisa και η Nomura.
Τα μεγέθη του προϋπολογισμού του 2022 θα επιβαρυνθούν περαιτέρω εφόσον τελικά η κυβέρνηση προβεί σε μείωση των συντελεστών ΦΠΑ σε ορισμένα βασικά αγαθά, όπως δήλωσε ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης.
«Το σενάριο υπάρχει στο τραπέζι και η μείωση του ΦΠΑ εξετάζεται από το υπ. Οικονομικών. Το αν θα γίνει ή όχι, είναι απόφαση του οικονομικού επιτελείου, που πρέπει να λάβει υπόψη του κι άλλους παράγοντες», ανέφερε ο υπουργός. «Εξ όσων γνωρίζω, μελετάται να μειωθεί σε ορισμένα είδη στο 6%», πρόσθεσε.
Το σενάριο μείωσης του ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής (σιτηρά, σπορέλαια, κρέατα) βρίσκεται στο τραπέζι των συζητήσεων του οικονομικού επιτελείου, αλλά έως πρότινος υπήρχε δισταγμός λόγω του δημοσιονομικού κόστους.