Κατεβαίνει ο πήχυς για την ελληνική οικονομία, αφού ο πόλεμος στην Ουκρανία επιβραδύνει την ανάπτυξη και εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις. Όπως είπε ο Γιάννης Στουρνάρας παρουσιάζοντας την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος θα είναι 3,8% στο βασικό σενάριο και 2,8% στο δυσμενές σενάριο.
Κατεβαίνει απότομα ο πήχυς για την ελληνική οικονομία, αφού ο πόλεμος στην Ουκρανία φέρνει νέους κινδύνους. Όπως είπε ο Γιάννης Στουρνάρας παρουσιάζοντας την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος στην 89η Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των μετόχων ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος θα είναι 3,8% στο βασικό σενάριο και 2,8% στο δυσμενές σενάριο ανάλογα με την έκταση και τη διάρκεια των διαταράξεων στις διεθνείς τιμές ενέργειας και τροφίμων, καθώς και την επιδείνωση του κλίματος εμπιστοσύνης και την αναταραχή των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η προηγούμενη εκτίμηση της ΤτΕ έκανε λόγο για ανάπτυξη 4,8% το 2022.
Αν και ο κύριος μοχλός ανάπτυξης για φέτος είναι η εγχώρια ζήτηση και ο τουρισμός, υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα: η αρνητική επίδραση του πληθωρισμού στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών θα περιορίσει την αύξηση της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης. Το αυξημένο κόστος παραγωγής και η μικρότερη κατανάλωση θα επηρεάσουν αρνητικά την κερδοφορία των επιχειρήσεων και, μαζί με τη γενικευμένη αβεβαιότητα, θα οδηγήσουν ενδεχομένως σε αναβολή ή ματαίωση επενδυτικών αποφάσεων, σημείωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.
Το 2021 ο εναρμονισμένος πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν μόλις 0,6%. Φέτος το βασικό σενάριο θέλει επιτάχυνσή του στο 5,2%, ενώ το δυσμενές σενάριο προβλέπει εκτίναξη στο 7%. Το 2023 αναμένεται αποκλιμάκωση, υπό την προϋπόθεση της πλήρους αποκατάστασης της λειτουργίας των εφοδιαστικών αλυσίδων και της υποχώρησης των τιμών της ενέργειας.
Ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε την ανάγκη για μία ευέλικτη δημοσιονομική πολιτική με σταδιακή απόσυρση των μέτρων στήριξης της πανδημίας, αλλά και με προώθηση στοχευμένων μέτρων για τη στήριξη των πιο ευάλωτων ομάδων. Όπως εξήγησε καθώς το κόστος δανεισμού έχει ανέβει αισθητά, τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι πιο περιορισμένα. «Τα νέα μέτρα στήριξης πρέπει να είναι καταλλήλως στοχευμένα. Βραχυπρόθεσμα οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους εξαιρετικά περιορισμένοι, αλλά μακροπροθεσμα μπορεί να ενισχυθούν σε περίπτωση βραδύτερης ανάπτυξης» προειδοποίησε.
Όπως είπε οι αβεβαιότητες που σχετίζονται με την πανδημία έχουν προς το παρόν περιοριστεί χάρη στην υψηλή εμβολιαστική κάλυψη. Αντίθετα ο πόλεμος στην Ουκρανία ενισχύει τον πληθωρισμό και εντείνει τον κίνδυνο για επιβράδυνση της ανάπτυξης. Παράλληλα δημιουργεί την απειλή για εκτίναξη των χρεών.
Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων σημείωσε το 2021 περαιτέρω υποχώρηση, κυρίως μέσω πωλήσεων δανείων ύψους 27,5 δισεκ. ευρώ με αξιοποίηση του προγράμματος παροχής κρατικής εγγύησης σε τιτλοποιήσεις δανείων, γνωστού με την ονομασία “Ηρακλής”. Τα ΜΕΔ ανήλθαν στο τέλος Δεκεμβρίου 2021 σε 18,4 δισεκ. ευρώ, μειωμένα κατά 28,8 δισεκ. ευρώ σε σχέση με το τέλος Δεκεμβρίου του 2020. Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών, μειώνοντας το κόστος κινδύνου και αυξάνοντας τα περιθώρια κερδοφορίας.
Εντούτοις, το απόθεμα των ΜΕΔ ως ποσοστό των συνολικών δανείων (12,8%) παραμένει πολύ υψηλότερο του μέσου όρου στην ΕΕ (2,1%). Περίπου το 39% του συνόλου των ΜΕΔ βρίσκεται σε καθεστώς ρύθμισης. Ωστόσο, υψηλό ποσοστό δανείων σε καθεστώς ρύθμισης εμφάνισε πάλι καθυστέρηση. Εκτιμάται ότι, λόγω της πανδημίας αλλά και του υψηλού πληθωρισμού, επιπλέον ποσοστό ρυθμισμένων δανείων ενδέχεται να καταγραφεί ως ΜΕΔ το 2022. Δεδομένου ότι η μείωση των ΜΕΔ επιτεύχθηκε κυρίως μέσω τιτλοποίησης και μεταβίβασης προς επενδυτικά ταμεία, το ύψος των ΜΕΔ εξακολουθεί να επιβαρύνει την πραγματική οικονομία και να θέτει μεγάλο αριθμό οφειλετών εκτός τραπεζικής χρηματοδότησης.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο των μακροοικονομικών προβολών των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ (Μάρτιος 2022), που ενσωματώνει μια πρώτη εκτίμηση της αρνητικής επίδρασης του πολέμου, η ανάπτυξη στην ευρωζώνη θα συνεχιστεί, με βραδύτερο όμως ρυθμό. Υπό την υπόθεση ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα τερματιστεί σύντομα και ότι οι τρέχουσες διαταράξεις είναι προσωρινές, προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 3,7% το 2022, 2,8% το 2023 και 1,6% το 2024. Πριν από την έναρξη του πολέμου, ο ρυθμός ανάπτυξης προβλεπόταν σε 4,2% για το 2022. Κινητήριες δυνάμεις είναι η ισχυρή αγορά εργασίας, η χρησιμοποίηση των συσσωρευμένων αποταμιεύσεων για τη χρηματοδότηση της κατανάλωσης και η ώθηση από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η ΕΚΤ έχει ακόμη δύο σενάρια σε περίπτωση που ο πόλεμος συνεχιστεί. Στο δυσμενές σενάριο ο ρυθμός ανάπτυξης το 2022 μειώνεται σε 2,5% και στο χειρότερο δυνατό σενάριο περιορίζεται ακόμη περισσότερο, σε 2,2%.
Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός ανήλθε σε 2,6% το 2021 και προβλέπεται σύμφωνα με το βασικό σενάριο της ΕΚΤ να αυξηθεί περαιτέρω σε 5,1% το 2022, για να επανέλθει το 2023 και 2024 κοντά στο μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% (2,1% και 1,9% αντίστοιχα), καθώς τόσο οι πληθωριστικές προσδοκίες όσο και η αύξηση των ονομαστικών μισθών παραμένουν, μέχρι στιγμής, συγκρατημένες. Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, που συνδέεται με συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, ο πληθωρισμός το 2022 θα ανέλθει σε 5,9% και στο χειρότερο δυνατό σενάριο σε 7,1%.
naftemporiki.gr