Με νέες ισχυρές αναταράξεις βρίσκεται αντιμέτωπο το εμπόριο με φόντο τις καταιγιστικές εξελίξεις στη διεθνή οικονομική και πολιτική πραγματικότητα, που επιταχύνθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την εκτίναξη των τιμών. Όπως προκύπτει από την ετήσια έκθεση ελληνικού εμπορίου του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ για το 2021, ο τζίρος στο λιανικό εμπόριο ανέκαμψε το 2021, έπειτα από το προβληματικό προηγούμενο έτος, ωστόσο η εικόνα μοιάζει να ανατρέπεται από το α΄ τρίμηνο του 2022.
Με νέες ισχυρές αναταράξεις βρίσκεται αντιμέτωπο το εμπόριο με φόντο τις καταιγιστικές εξελίξεις στη διεθνή οικονομική και πολιτική πραγματικότητα, που επιταχύνθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την εκτίναξη των τιμών.
Όπως προκύπτει από την ετήσια έκθεση ελληνικού εμπορίου του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ για το 2021, παρά τη βελτίωση του κλάδου πέρυσι μετά την «τριπλή κρίση» (χρέους, πανδημίας και πληθωρισμού), οι μεταβολές του οικονομικού και επιχειρηματικού κλίματος είναι συνεχείς, διογκώνοντας την αβεβαιότητα και ανατρέποντας προβλέψεις. «Το εμπόριο και εν γένει η επιχειρηματικότητα, καλούνται να πορευτούν εν μέσω ενός ρευστού περιβάλλοντος, πλήρους μη αναμενόμενων προκλήσεων, όπου η μοναδική σταθερά θα είναι ενδεχομένως η ανατροπή» τονίζει το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την έκθεση, ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών στο λιανικό εμπόριο ανέκαμψε το 2021, έπειτα από το προβληματικό προηγούμενο έτος. Συγκεκριμένα μεγεθύνθηκε κατά 11.5% την περίοδο 2020-2021 εξέλιξη που – σύμφωνα με το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ οφειλόταν: Πρώτον, στη σταδιακή (και με γρήγορο βηματισμό) επιστροφή της «κανονικότητας» της αγοράς, δεύτερον στη σημαντική, σε σχέση με το 2020, ενίσχυση της τουριστικής δραστηριότητας, τρίτον στη στήριξη των εισοδημάτων (και των θέσεων εργασίας), μέσα από τα έκτακτα προγράμματα υποστήριξης της απασχόλησης (π.χ. αποζημιώ[1]σεις ειδικού σκοπού, ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ, επέκταση επιδομάτων ανεργίας κ.λπ.) και τέλος στην αύξηση των διαδικτυακών πωλήσεων, οι οποίες, σε μεγάλο βαθμό, περιόρισαν τις απώλειες του κύκλου εργασιών.
Ωστόσο, όπως διευκρινίζεται στην έκθεση, η ανάκαμψη αυτή δεν ήταν ισόρροπη. Οι ειδικές συνθήκες της υγειονομικής κρίσης ευνόησαν συγκριτικά περισσότερο τις πωλήσεις σε φαρμακευτικά προϊόντα και καλλυντικά, super market (εάν υπολογιστεί και η τεράστια αύξηση του 2020) όπως επίσης και τις πωλήσεις εκτός καταστημάτων (διαδικτυακές). Βέβαια, όπως τονίζεται ο ενδοκλαδικός δυϊσμός δεν είναι πανδημικό απότοκο καθώς είχε ήδη εντοπιστεί στην ετήσια έκθεση του 2019.
Σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας, η έκθεση επισημαίνει πως τα μέτρα στήριξης λειτούργησαν αποτελεσματικά, με υψηλό, όμως, δημοσιονομικό κόστος. «Η απασχόληση στο εμπόριο παρουσίασε τάσεις σταθεροποίησης και ο κλάδος παραμένει, με διαφορά, ο μεγαλύτερος εργοδότης της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, το εμπόριο είναι ένας κλάδος εν κινήσει, ο οποίος μετασχηματίζεται συνεχώς. Αυτό προκύπτει και από τη μεγάλη αύξηση των εργοδοτών, τη διαρκή υποχώρηση των αυτοαπασχολουμένων αλλά και την πτώση των μισθωτών, στοιχείο που δεν παύει να δημιουργεί ανησυχία» αναφέρεται.
Σε ό,τι αφορά τις δράσεις στήριξης της εγχώριας αγοράς στη διάρκεια του Covid-19 εκτιμάται πως «είχαν θετικό αποτύπωμα στην επιχειρηματικότητα».
Εντούτοις, όπως επισημαίνεται, οι μικρότερες επιχειρήσεις παρουσιάζονται πολύ λιγότερο αισιόδοξες για την εξέλιξη των πωλήσεων και γενικότερα τη βιωσιμότητά τους, χαρακτηριστικό αποτέλεσμα του δυισμού μεγέθους που εντοπίζεται στον κλάδο. Ο τελευταίος, υπήρχε ανέκαθεν αλλά η πανδημία και οι ειδικές συνθήκες λειτουργίας των επιχειρήσεων τον ανέδειξαν περαιτέρω, τονίζει το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ο μέσος κύκλος εργασιών των μικρότερων μονάδων στο λιανικό έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2016, χάνοντας την όποια μεγέθυνση είχε επιτευχθεί έως το 2019.
Όπως προκύπτει επίσης από την έκθεση παρά τη «γενική» ανάκαμψη που καταγράφεται στο εμπόριο για το 2021 αλλά και τον εμπεδωμένο (πλέον) δυισμό στον κλάδο, μια από τις κατηγορίες επιχειρήσεων που μελετά η έκθεση φαίνεται να αντιμετωπίζει πλέον ορατό τον κίνδυνο της βιωσιμότητάς της (μία στις δύο «απειλούμενες επιχειρήσεις» κινδυνεύει με οριστική παύση της εμπορικής της δραστηριότητας).
Η εικόνα, ωστόσο, όπως καταγράφεται στην έκθεση του 2021 μοιάζει να ανατρέπεται ήδη από το πρώτο τρίμηνο του 2022. Οι δυσμενείς εξελίξεις στις τιμές, οι οποίες τροφοδοτήθηκαν από την ενεργειακή κρίση, την επεκτατική νομισματική πολιτική, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις παρατεταμένες διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα (αύξηση αποθηκευτικού και μεταφορικού κόστους), επιβραδύνουν κρίσιμα και θέτουν σε αβεβαιότητα την επιστροφή στην κανονικότητα.
«Η δημοσιοποίηση της εφετινής Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου, στο πλαίσιο των πολλαπλών κρίσεων της συγκυρίας και του πολέμου στην Ουκρανία, υποδηλώνει τη δύσκολη θέση, στην οποία έχει περιέλθει το εμπόριο, και η οποία υποχρεώνει θεσμικούς και κοινωνικούς φορείς να αναλάβουν συγκεκριμένες και τολμηρές πρωτοβουλίες» τονίζει ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Γ. Καρανίκας. Όπως αναφέρει, η έκθεση είναι μια ηχηρή προειδοποίηση της εμπορικής τάξης, σχετικά με την επιβίωση και τις προοπτικές της επιχειρηματικής της δράσης.
«Είναι ενδεικτικό ότι, ήδη από το 2020, οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών του εμπορίου κατέγραψαν μείωση κατά 8.5%, ενώ τα μικτά κέρδη υποχώρησαν σε μικρότερο βαθμό (5.6%). Παρ’ όλα αυτά, και το 2021, ενώ η απασχόληση στο εμπόριο παρουσίασε οριακή πτώση κατά 0.6%, σε σχέση με πέρυσι, ο κλάδος παραμένει ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας (με 17.9% της συνολικής απασχόλησης), παρέχοντας εργασία σε περίπου 700.000 συμπολίτες μας» σημείωσε.
Σύμφωνα με τον κ. Καρανίκα, για τους Ελληνες εμπόρους, η φορολόγηση, η μείωση της καταναλωτικής δαπάνης, η έλλειψη ρευστότητας, η αύξηση του κόστους των εμπορευμάτων και οι πράξεις αθέμιτου ανταγωνισμού αποτελούν τα σημαντικότερα προβλήματα των εμπορικών επιχειρήσεων.
Όπως τόνισε, η συζήτηση για την ανάκαμψη της αγοράς και την επιστροφή στην κανονικότητα, όσο εφικτή μπορεί να είναι, με τα διαρκώς μεταβαλλόμενα δεδομένα της γεωπολιτικής αστάθειας, θα πρέπει να κινείται πέριξ δύο βασικών αξόνων παρέμβασης.
«Καταρχάς, όσον αφορά στις ελληνικές μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις, η μείωση του διαθέσιμου προς κατανάλωση εισοδήματος των νοικοκυριών, εξαιτίας, κυρίως, των φουσκωμένων λογαριασμών ρεύματος, αλλά και η αύξηση του δικού τους λειτουργικού κόστους θα απαιτήσουν, αναμφίβολα, τη στήριξη της Πολιτείας, για όσο διάστημα διαρκέσει η ενεργειακή κρίση και οι συνέπειες στον πληθωρισμό, ένεκα της πολεμικής σύρραξης στην Ουκρανία. Η στήριξη των επιχειρήσεων απέναντι στην ενεργειακή κρίση δεν πρέπει να ατονήσει. Γι’ αυτό ο εμπορικός κόσμος ελπίζει, τουλάχιστον, πως θα ευδοκιμήσει η ελληνική πρόταση για τη δημιουργία ευρωπαϊκού μηχανισμού αλληλεγγύης, όσον αφορά στην ενέργεια» υπογράμμισε.
Επιπρόσθετα, συνέχισε, πρέπει να προχωρήσει άμεσα και συστηματικά ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η πράσινη μετάβαση των Μμε εμπορικών επιχειρήσεων. «Είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η εμπειρία και η τεχνογνωσία των επιχειρηματιών και των εργαζομένων τους σε θέματα ηλεκτρονικού εμπορίου και ψηφιακού μάρκετινγκ, με στόχο την ουσιαστική ενσωμάτωση της νέας τεχνολογίας στη στρατηγική, αλλά και στην καθημερινή λειτουργία μιας Μμε επιχείρησης. Η σωστή διαχείριση και διάχυση στην πραγματική οικονομία των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και των κονδυλίων του νέου ΕΣΠΑ 2021-2027 θα αποτελέσουν καθοριστικό παράγοντα, για την επιτυχία της διπλής μετάβασης της ελληνικής επιχειρηματικότητας» επισήμανε ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ.
naftemporiki.gr