Η πρώτη σύνοδος κορυφής ΕΕ - Κίνας από τον Ιούνιο του 2020 πραγματοποιείται σήμερα με τηλεδιάσκεψη, σε μια κρίσιμη στιγμή για τις παγκόσμιες σχέσεις.
Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Η πρώτη σύνοδος κορυφής ΕΕ - Κίνας από τον Ιούνιο του 2020 πραγματοποιείται σήμερα με τηλεδιάσκεψη, σε μια κρίσιμη στιγμή για τις παγκόσμιες σχέσεις.
Οι δύο κορυφαίοι πολιτικοί εκπρόσωποι της ΕΕ - ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και η επικεφαλής της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μαζί με τον Ύπατο αρμοστή της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Ζόζεπ Μπορέλ, θα πραγματοποιήσουν σήμερα την πρώτη τηλεσυνάντηση με τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Κετσιάνγκ. Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ θα συμμετάσχει στη συνέχεια στην απογευματινή σύνοδο, η οποία θα ξεκινήσει στις 15.00 (ώρα Ελλάδος).
Αν και η τηλεσύνοδος κορυφής ΕΕ-Κίνας είχε προγραμματιστεί πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η εισβολή της Ρωσίας επισκιάζει αντικειμενικά τις διαδικασίες, με δεδομένη την – σιωπηρή - έστω, υποστήριξη του Πεκίνου στη Μόσχα.
Το Πεκίνο υποστηρίζει ότι οι Ευρωπαίοι άφησαν να παρασυρθούν σε μια σύγκρουση που υποκινήθηκε από την Ουάσιγκτον και η οποία αποκάλυψε τα τρωτά σημεία της Δύσης. «Η Ευρώπη αυτοπυροβολήθηκε στα πόδια προσχωρώντας στις αμερικανικές κυρώσεις», προειδοποιεί η εθνικιστική κινεζική εφημερίδα Global Times. Ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Γουάνγκ Γουένμπιν», αποφεύγοντας οποιαδήποτε αναφορά στην Ουκρανία, εξέφρασε την ελπίδα για μια «βιώσιμη και υγιή ανάπτυξη των σχέσεων Κίνας - ΕΕ, προκειμένου να διοχετευτεί σταθερότητα και θετική ενέργεια σε μια περίπλοκη και ταραχώδη παγκόσμια κατάσταση».
Στη σύνοδο, βέβαια, δεν μετέχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά είναι σίγουρο ότι θα την παρακολουθήσουν με μεγάλο ενδιαφέρον. Η Ουάσιγκτον άλλωστε είχε εκφράσει έντονη δυσαρέσκεια, όταν η ΕΕ είχε υπογράψει την επενδυτική συμφωνία με το Πεκίνο τον Δεκέμβριο του 2020, με την παρότρυνση του Βερολίνου.
Ωστόσο, η επικύρωσή της συμφωνίας αυτής πάγωσε λόγω των κυρώσεων της ΕΕ ενάντια στη χρήση καταναγκαστικής εργασίας στην περιοχή Σιντζιάνκ της Κίνας και τα αντίμετρα του Πεκίνου εναντίον Ευρωπαίων βουλευτών και ερευνητών. Οι σχέσεις επιδεινώθηκαν επίσης λόγω του αποκλεισμού των εισαγωγών από την Λιθουανία στην Κίνα, μετά το άνοιγμα διπλωματικής αντιπροσωπείας της Ταϊβάν στο Βίλνιους.
Η ΕΕ θέλει να πείσει την Κίνα να σταματήσει να βοηθά τη Μόσχα στην αντιμετώπιση των δυτικών κυρώσεων, ενώ το Πεκίνο σκοπεύει να αναβιώσει την οικονομική του σχέση με μια Ευρώπη που έχει αποδυναμωθεί από τον πόλεμο στην Ουκρανία. «Οι Ευρωπαίοι θα επιδιώξουν να επηρεάσουν τον στρατηγικό υπολογισμό των Κινέζων ηγετών, επισημαίνοντας το οικονομικό κόστος που θα υποστούν σε περίπτωση συγκεκριμένης στήριξης προς τη Ρωσία», λέει ο Γκρέγκορζ Στεκ, ανώτατο στέλεχος του γερμανικού ινστιτούτου Merics.
Από την πλευρά του, ο Γάλλος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Κλεμόν Μπόν, τονίζει ότι η ΕΕ θέλει να ενθαρρύνει την Κίνα να ασκήσει όλη την επιρροή της στη Ρωσία, για να τερματιστεί ο πόλεμος. «Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε εάν η Κίνα χρησιμοποιεί την επιρροή της για να επιβληθεί εκεχειρία στην Ουκρανία και να ανοίξουν ανθρωπιστικοί διάδρομοι ή εάν βοηθά τη Μόσχα να παρακάμψει τις κυρώσεις, αυξάνοντας τις αγορές υδρογονανθράκων της ή μέσω οικονομικής βοήθειας», προσθέτει.
Το Πεκίνο έχει αρνηθεί να καταδικάσει την εισβολή στην Ουκρανία και στις αρχές Μαρτίου χαιρέτισε τη «σταθερή» φιλία με τη Μόσχα και υπερασπίστηκε τις «εύλογες» ανησυχίες της Ρωσίας για την ασφάλειά της.
Η ΕΕ είναι πάντως δέσμια της ισχυρής αλληλεξάρτησής της με το Πεκίνο: Απορροφά το 15% των εξαγωγών του ασιατικού γίγαντα. Η Κίνα επίσης, είναι ο προορισμός για το 10% των εξαγωγών των «27». Η κινεζική αγορά είναι μάλιστα πολύ σημαντική για τη Γερμανική βιομηχανία. Η ΕΕ είναι μια «τεράστια εξαγωγική αγορά» για την Κίνα, τονίζει Ευρωπαίος αξιωματούχος στην ιστοσελίδα Politico.
Σημειώνοντας μάλιστα ότι ο Σι Τζιπινγκ θέλει να επανεκλεγεί στο 20ο Συνέδριο του Κόμματος τον Οκτώβριο, ο ίδιος αξιωματούχος θέτει το ερώτημα: «Είναι δυνατόν ο Σι να θέλει να ρισκάρει την εμπορική και επενδυτική σχέση της Κίνας με την Ευρώπη;». Η μόνη ρεαλιστική στρατηγική της ΕΕ είναι να απευθύνει έκκληση σε αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για την Κίνα: την οικονομική ανάπτυξη.
Γιατί, η «ιδέα της απόσπασης της Κίνας από τη Ρωσία είναι απατηλή», όπως λέει η Σιλβί Μπερμάν, πρώην πρέσβης της Γαλλίας στη Μόσχα και το Πεκίνο. «Όταν τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, η προσοχή των Ηνωμένων Πολιτειών θα στραφεί κυρίως, και όχι με φιλικό πνεύμα, στην Κίνα, η οποία επομένως έχει συμφέρον να διατηρήσει τη συνεργασία του με τη Ρωσία», τονίζει η Γαλλίδα διπλωμάτης.