Βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών αλλά πτώση των βασικών δεικτών επιχειρηματικότητας καταγράφει η ετήσια έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για την Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα (2006-2007).
Βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών αλλά πτώση των βασικών δεικτών επιχειρηματικότητας καταγράφει η ετήσια έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για την Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα (2006-2007).
Από την έκθεση του ΙΟΒΕ προκύπτει ότι περισσότερα από 1,3 εκατ. άτομα αναπτύσσουν σήμερα επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα μας ενώ περίπου 900 χιλιάδες σχεδιάζουν να ξεκινήσουν επιχειρηματικές δραστηριότητες εντός της επόμενης τριετίας.
Η έκθεση για την Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα αποτελεί την πέμπτη περιοδική έκδοση του ΙΟΒΕ στο πλαίσιο της συμμετοχής του στο ερευνητικό πρόγραμμα του Παγκοσμίου Παρατηρητηρίου για την Επιχειρηματικότητα - Global Entrepreneurship Monitor (GEM).
Από την έκθεση του ΙΟΒΕ προκύπτει ότι ο βασικότερος δείκτης του GEM, η επιχειρηματικότητα αρχικών σταδίων, καταγράφει το 2007 σημαντική πτώση και συνιστά τη χαμηλότερη επίδοση του δείκτη διαχρονικά. Η μείωση αγγίζει τόσο τους επίδοξους επιχειρηματίες όσο και τους νέους επιχειρηματίες. Στην Ελλάδα το 2007 ένα 5,71% του πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών – δηλαδή περίπου 388.000 άτομα - βρισκόταν στα αρχικά στάδια έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένης της αυτοαπασχόλησης) έναντι 7,9% το 2006.
Τα υψηλά επίπεδα επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων των προηγούμενων ετών τροφοδοτούν την καθιερωμένη επιχειρηματικότητα, η οποία και εμφανίζει αύξηση σε σχέση με το 2006. Αναλυτικά, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών που είναι ιδιοκτήτες ή συμμετέχουν στην ιδιοκτησία μιας επιχείρησης που λειτουργεί τουλάχιστον 3,5 χρόνια, ξεπερνά το 13%, επίδοση που είναι η υψηλότερη στην Ευρώπη και η οποία εν πολλοίς ερμηνεύεται από τα υψηλότερα ποσοστά αυτοαπασχόλησης που παρουσιάζει η Ελλάδα. Επομένως, συνολικά και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις κατηγορίες επιχειρηματιών που μετρώνται στο πλαίσιο του GEM, το 18,7% του πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών (σχεδόν 1,3 εκατ. άτομα) είχε κάποιου τύπου επιχειρηματική δραστηριοποίηση κατά το 2007. Η επίδοση αυτή είναι και πάλι η υψηλότερη (μετά την Ισλανδία) για το 2007, όχι μόνο στην Ευρώπη όπου ο αντίστοιχος μέσο όρος δεν ξεπερνά το 11,7%, αλλά και γενικά στις χώρες υψηλού εισοδήματος.
Η πρόθεση έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας συνεχίζει να περιορίζεται, καθώς ένα 13,7% του πληθυσμού 18-64 ετών δηλώνει ότι έχει σκοπό να ξεκινήσει μια επιχείρηση (συμπεριλαμβανομένης της αυτοαπασχόλησης) τα επόμενα τρία χρόνια, έναντι όμως 14,2% το 2006 και 15,4% το 2005. Εξακολουθεί ωστόσο να είναι μία από τις υψηλότερες επιδόσεις στην Ευρώπη και προοιωνίζεται – παρά τη μείωση - τουλάχιστον τη διατήρηση μιας σταθερής εισροής στην εκδήλωση νέας επιχειρηματικότητας τα επόμενα χρόνια.
Ένα 2,6% του πληθυσμού 18-64 ετών (περίπου 177.000 άτομα) - δηλώνει ότι έχει διακόψει τη λειτουργία ή έκλεισε μια επιχείρηση που κατείχε ή συμμετείχε στη διοίκηση, ή έχει σταματήσει οποιαδήποτε μορφή αυτοαπασχόλησης κατά τη διάρκεια του 2007. Όσον αφορά τις αιτίες που οδήγησαν στην αναστολή της επιχειρηματικής δραστηριότητας, τέσσερα στα εννέα εγχειρήματα δεν απέδιδαν κέρδος. Ωστόσο ένα σημαντικό 10% δηλώνει ότι παρουσιάστηκε μία καλή ευκαιρία να πουλήσει την επιχείρηση, ποσοστό που αντιπροσωπεύει ένα μέρος προφανώς των εγχειρημάτων που συνέχισαν τη λειτουργία τους, ενώ ένα 9% ακόμα δηλώνει ότι βρήκε άλλη απασχόληση (πιθανόν μισθωτή) ή αποφάσισε να αξιοποιήσει μία άλλη επιχειρηματική ευκαιρία.
Στην έκθεση του ΙΟΒΕ τονίζεται η ανάγκη ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας, ειδικά στην τρέχουσα συγκυρία. Στις σημερινές συνθήκες κρίσης, οι πολιτικές που αποσκοπούν στην ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριότητας πρέπει να κινηθούν σε δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη είναι η έμφαση στην ποιοτική πλευρά της επιχειρηματικότητας, έτσι ώστε ακόμα και αν διατίθενται λιγότεροι πόροι απ’ ό,τι στο παρελθόν, η επίπτωσή τους να είναι η υψηλότερη δυνατή. Και η δεύτερη είναι η θεσμική διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, έτσι ώστε να ενθαρρύνεται η επιχειρηματική πρωτοβουλία ανεξάρτητα από τους πόρους που της αφιερώνονται.