«Δεν θα παραδώσουμε δωρεάν φυσικό αέριο στην Ευρώπη», προειδοποιεί ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, καθώς η ΕΕ αλλά και η ομάδα των επτά πλουσιότερων κρατών στον κόσμο (G7), αρνούνται να πληρώσουν σε ρούβλια.
Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
«Δεν θα παραδώσουμε δωρεάν φυσικό αέριο στην Ευρώπη», προειδοποιεί ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, καθώς η ΕΕ αλλά και η ομάδα των επτά πλουσιότερων κρατών στον κόσμο (G7), αρνούνται να πληρώσουν σε ρούβλια.
Αν και η Μόσχα θα περιμένει την τελική απάντηση από την ΕΕ, πριν καθορίσει στη συνέχεια τα επόμενα βήματά, έχει ξεκινήσει ήδη η συζήτηση αν πλησιάζει η διακοπή της παροχής ρωσικού φυσικού αερίου. Είτε η Δύση θα το επιβάλει στο πλαίσιο πρόσθετων κυρώσεων κατά της Μόσχας – είτε η Ρωσία θα κλείσει η ίδια τις βάνες. «Όχι πληρωμή ρούβλια, όχι αέριο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Πεσκόφ- μια κίνηση που πολλοί ερμηνεύουν ως μια έξυπνη κίνηση του Πούτιν για να αναγκάσει τη Δύση να παρακάμψει τις δικές της κυρώσεις κατά της Μόσχας.
Σε κάθε περίπτωση,αυτό που υποτίθεται ότι θα αναγκάσει τον Πούτιν να σταματήσει τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας θα είχε σοβαρές συνέπειες και για τις δύο πλευρές. Όχι μόνο για τη Ρωσία που θα χάσει το βασικό εξαγωγικό της προϊόν, αλλά και για χώρες, όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Αυστρία, που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό φυσικό αέριο. Σε κάθε περίπτωση, το Βερολίνο ειδικά, εξακολουθεί να κάνει ό,τι μπορεί για να αποτρέψει ένα τέτοιο σενάριο, παρά την αυξανόμενη πίεση από τις Ηνωμένες Πολιτείες και κάποιους εταίρους στο ΝΑΤΟ, που πιέζουν για εμπάργκο. Η Γερμανία γνωρίζει άλλωστε ότι αν ο εφοδιασμός με φυσικό αέριο από τη Ρωσία σταματήσει έστω και βραχυπρόθεσμα, απειλείται μια οικονομική κρίση τεραστίων διαστάσεων.
Οι περισσότεροι οικονομικοί εμπειρογνώμονες συμφωνούν άλλωστε: Η εξάρτηση από τη Ρωσία είναι πολύ μεγάλη και το αέριο από την Ανατολή δεν χρησιμοποιείται μόνο ως πηγή θέρμανσης και ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και ως βασικός μοχλός στη βιομηχανία. Εάν οι γραμμές συναρμολόγησης σταματήσουν λόγω του εμπάργκο, υπάρχει κίνδυνος άμεσης κατάρρευσης ολόκληρων κλάδων της βιομηχανίας και, κατά συνέπεια, πιθανώς ολόκληρης της γερμανικής οικονομίας. «Οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες θα μπορούσαν να είναι πολύ πιο επικίνδυνες», εκτιμά ο καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Ντίσελντορφ Γενς Σίντεκουμ. Υπάρχουν βέβαια και οικονομολόγοι, ο Ρούντιγκερ Μπάχμαν του ινστιτούτου Ifo του Μονάχου, που εκτιμούν ότι συνολικά, απώλειες θα είναι υποφερτές και στη χειρότερη περίπτωση, η οικονομική ανάπτυξη θα μειωνόταν «μόνο» κατά 3%, εφέτος.
Η πραγματική οικονομία δεν πείθεται πάντως από τις καθησυχαστικές δηλώσεις του καθηγητή Μπάχμαν. «Σε αντίθεση με την χρηματοπιστωτική κρίση και την κρίση του κορωνοϊού, η Γερμανία δεν θα ανακάμψει σχετικά γρήγορα σε μια βιομηχανική κρίση», προειδοποίησε ο επικεφαλής της Ένωσης Χημικών Βιομηχανιών (VCI), Βόλφγκανγκ Γκρόσε Εντρουπ. «Διακυβεύεται η οικονομική απόδοση αυτής της χώρας», προσθέτει. Πολλές βιομηχανίες εξαρτώνται από προϊόντα της χημικής βιομηχανίας. Με μια βραχυπρόθεσμη ή πιο μακροχρόνια διακοπή παράδοσης ρωσικού φυσικού αερίου, τα προβλήματα στον εφοδιασμό θα κορυφωθούν, το αργότερο το προσεχές φθινόπωρο», αναφέρει η Ενωση Χημικών Βιομηχανιών.
Οικονομικά, η απάντηση ακούγεται ξεκάθαρη. Αλλά το ερώτημα είναι αν παραμένει ηθικά δικαιολογημένη η συνέχιση της αγοράς φυσικού αερίου από τη Ρωσία;. Στο βαθμό μάλιστα που αυτή χρηματοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία; Ο καθηγητής Σίντεκουμ είναι δύσπιστος, αν το εμπάργκο θα αποδώσει: «Το πραγματικό ερώτημα είναι αν θα εντυπωσιαστεί όντως ο Πούτιν από ένα εμπάργκο; Δεν το πιστεύω απαραιτήτως. Τελικά, πιθανότατα είναι ο ίδιος που θα κλείσει τη βάνα. Πρέπει να προετοιμαστούμε για αυτό», προειδοποιεί ο Γερμανός καθηγητής
Η Ευρωπαϊκή Ενωση προσπαθεί να βρει εναλλακτικές πηγές στο φυσικό αέριο, τον άνθρακα και το πετρέλαιο από τη Ρωσία και να αποστασιοποιηθεί από την ενεργειακή πολιτική του Πούτιν, μακροπρόθεσμα. Αυτό θα μπορούσε να είναι δυνατό για τον άνθρακα και το πετρέλαιο μέσα στους επόμενους μήνες, αλλά η εξάρτηση από το φυσικό αέριο είναι σημαντικά υψηλότερη.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν θα μπορούσαν να κάνουν χωρίς ρωσικό αέριο μέχρι το καλοκαίρι του 2024. Ακόμη και τότε όμως, η Γερμανία και η Ιταλία, για παράδειγμα, θα εξακολουθούσαν να εξαρτώνται από τη Ρωσία για το 10% -20% των αναγκών τους σε φυσικό αέριο.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρουσιάζουν ως εναλλακτική λύση το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG). Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν υποσχέθηκε να παράσχει στην Ευρώπη αυτή τη χρονιά επιπλέον 15 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα LNG και μέχρι το 2030, περίπου 50 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, κάθε χρόνο. Ωστόσο, βραχυπρόθεσμα, το λεγόμενο σχιστολιθικό αέριο,το οποίο έχει επικριθεί στο παρελθόν για την επιβλαβή για το περιβάλλον παραγωγή του, δεν αποτελεί εναλλακτική λύση για την ΕΕ. Οχι μόνο δεν υπάρχουν αρκετοί ειδικοί τερματικοί σταθμοί LNG στα ευρωπαϊκά λιμάνια για να δεχτούν το υγροποιημένο αέριο, αλλά οι Ηνωνένες Πολιτείες δεν παράγουν καν αρκετό φυσικό αέριο για να παραδώσουν τις υποσχεθείσες ποσότητες.
Όπως γράφουν οι New York Times, οι ΗΠΑ πλησιάζουν ήδη το όριο εξαγωγών τους σε LNG.Ορισμένες πολιτείες, μάλιστα, όπως η Καλιφόρνια, θέλουν να απαγορεύσουν για οικολογικούς λόγους, την έκδοση νέων αδειών για σχιστολιθικό αέριο, αλλά και να μην επεκτείνουν την υπάρχουσα βιομηχανία.
Το πρόβλημα περιπλέκεται από το γεγονός ότι και οι συμβάσεις με άλλους εξαγωγείς LNG,όπως το Κατάρ, εκκρεμούν επίσης. Οι ειδικοί προτρέπουν την ΕΕ να μην επικεντρωθεί κυρίως στο υγροποιημένο αέριο, αλλά στην επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της τεχνολογίας υδρογόνου. «Το πόσο καλά μπορούμε να γυρίσουμε την πλάτη μας στο ρωσικό αέριο εφέτος, θα εξαρτηθεί επίσης από το πόσο άνεμος θα φυσήξει αυτή τη χρονιά και πόση ηλιοφάνεια θα έχουμε», λέει ο οικονομολόγος Γενς Σίντεκουμ. `Η να τελειώσει ο πόλεμος το γρηγορότερο δυνατό…