Το κρίσιμο ερώτημα εάν η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει μια νικελοπαραγωγό χώρα, με αντίστοιχη ανταγωνιστική βιομηχανία, καλείται να απαντήσει η κυβέρνηση στις επόμενες ημέρες.
Από την έντυπη έκδοση
Της Λέττας Καλαμαρά
[email protected]
Το κρίσιμο ερώτημα εάν η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει μια νικελοπαραγωγό χώρα, με αντίστοιχη ανταγωνιστική βιομηχανία, καλείται να απαντήσει η κυβέρνηση στις επόμενες ημέρες.
Οι διεθνείς εξελίξεις αναφορικά με την ανοδική πορεία της τιμής του νικελίου στα 32.700 δολάρια/ τόνος, που αποτελεί πλέον περιζήτητο μέταλλο, αναζωπυρώνουν τη συζήτηση για το μέλλον της ΛΑΡΚΟ και τη σημασία της για τη χώρα. Η αναβίωσή της, ωστόσο, σύμφωνα με τους ανθρώπους της αγοράς, απαιτεί σημαντικό αριθμό κεφαλαίων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ και επιχειρηματικό σθένος.
Ποιος και πώς θα επικρατήσει στη «διελκυστίνδα» αυτή εκτιμάται ότι θα φανεί μετά και τις 31 Μαρτίου 2022, καταληκτική ημερομηνία για την κατάθεση δεσμευτικών προσφορών για την εταιρεία που απαξιώθηκε -διαχρονικά-, αλλά αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες παραγωγούς σιδηρονικελίου στην Ευρώπη και μία από τις πέντε μεγαλύτερες παγκοσμίως, που αξιοποιεί τα ελληνικά σιδηρονικελιούχα μεταλλεύματα (λατερίτες).
Να σημειωθεί ότι ο πρώτος διαγωνισμός που διενεργεί ο Ειδικός Διαχειριστής αφορά τη μεταβίβαση των μεταλλείων Ευβοίας, Φθιώτιδας, Βοιωτίας (περιοχή Αγ. Ιωάννης) και Καστοριάς, αποθέματα μεταλλευμάτων, υποπροϊόντων και ανακυκλώσιμων υλικών, καθώς και αγροτεμαχίων.
Ο δεύτερος διαγωνισμός που διενεργεί το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων αφορά τη μακροχρόνια μίσθωση του εργοστασίου της ΛΑΡΚΟ και των μεταλλείων στη Λάρυμνα και το Λούτσι. Πρόκειται για εγκαταστάσεις και μεταλλευτικά δικαιώματα που ανήκουν στο Δημόσιο.
Στο μεταξύ η αποχώρηση του ομίλου Mytilineos από τους ενδιαφερόμενους επενδυτές ναι μεν φέρνει πιο κοντά στην πολύπαθη ΛΑΡΚΟ τους άλλους δύο ενδιαφερόμενους, τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ μαζί με την AD Holdings και την ιρλανδική Commodity & Mining Insight, αλλά ταυτόχρονα απομακρύνει τη βεβαιότητα της αίσιας έκβασης, μιας και η απόσυρση ενός ισχυρού επιχειρηματικού ομίλου αποδυναμώνει το συνολικό ενδιαφέρον. Και όλα αυτά την ώρα που παραμένουν οι εκκρεμότητες που αφορούν το θέμα των εργαζομένων με την απόλυση των 1.060 ατόμων που σήμερα εργάζονται στην εταιρεία, τους περιβαλλοντικούς όρους που θα καθορίσουν τις επενδύσεις των ενδιαφερόμενων επενδυτών, το οργανωτικό σχήμα και την παραγωγική δυνατότητα.
Οι εργαζόμενοι και τα στελέχη της μεταλλουργίας ευελπιστούν ότι υπάρχει προοπτική για τη ΛΑΡΚΟ, λόγω της θετικής, αλλά και δύσκολης συγκυρίας, που ευνοεί τη λήψη δύσκολων αποφάσεων.
Η ΛΑΡΚΟ έχει αποθέματα εκατομμυρίων τόνων νικελίουκοβαλτίου, απαιτεί όμως σύγχρονο εξοπλισμό για την αξιοποίησή τους, αναδιάταξη του ανθρώπινου δυναμικού της -που είναι σημαντικό κεφάλαιο για την εταιρεία και δεν περισσεύει-, επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη για την αναζήτηση ενεργών νέων κοιτασμάτων και την αποδοτική αξιοποίηση του μεταλλεύματος που ήδη παράγεται και κυρίως αποδοτικότερη σχέση παραγόμενου προϊόντος και κόστους ενέργειας, που είναι και το ζητούμενο για το σύνολο της μεταλλουργίας.
Το 2019 η εταιρεία εξόρυξε 1,75 εκατ. τόνους πρώτης ύλης (λατερίτη). Απ’ αυτά παρήγαγε 11.974 τόνους νικελίου. Το 2020 η παραγωγή περιορίστηκε στους 6.000 τόνους νικελίου. Υπό τις παρούσες συνθήκες και μετά την κούρσα τιμών του νικελίου διεθνώς στις 32.000 δολάρια τον τόνο η εταιρεία υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και επενδύσεις θα μπορούσε να καταστεί παραγωγική και αποδοτική.