Η οργή του Γκόρντον Μπράουν για το Βερολίνο είναι, ως ένα βαθμό, δικαιολογημένη, σημειώνει η βρετανική εφημερίδα Guardian.
Η οργή του Γκόρντον Μπράουν για το Βερολίνο είναι, ως ένα βαθμό, δικαιολογημένη, σημειώνει η βρετανική εφημερίδα Guardian.
Η ταχύτητα με την οποία μεταδίδεται η νόσος του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε όλες τις γωνιές του πλανήτη απαιτεί συντονισμένη δράση. Οι Γερμανοί δέχονται για περισσότερο από μία δεκαετία τις επικρίσεις του Μπράουν για το υπερσυντηρητικό οικονομικό τους μοντέλο. Τώρα, όμως, που υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις ότι το περιλάλητο βρετανικό μοντέλο δεν είναι παρά ένα οικοδόμημα με σαθρά θεμέλια πάνω σε ένα βουνό από χρέη, έχουν κάθε λόγο να περιμένουν από τον Μπράουν να το βουλώσει.
Τα πράγματα δεν είναι απλά, εκτιμά η Guardian. Από τη μία πλευρά, για πολλούς η ιστορία έχει δείξει ότι οι Γερμανοί εθελοτυφλούν μπροστά στις πραγματικές απειλές όπως είναι μια επιδεινούμενη διεθνή πιστωτική συρρίκνωση που θα έχει ως αποτέλεσμα η Γερμανία να μπει σε αποπληθωριστικό σπιράλ και να χάσει τις εξαγωγικές αγορές από τις οποίες εξαρτάται, την ώρα που το διεθνές εμπόριο στερεύει. Από την άλλη πλευρά, το ξέσπασμα του Γερμανού υπουργού Οικονομίας Πιρ Στάινμπρουκ ενάντια στον Μπράουν όταν η ισοτιμία στερλίνας-ευρώ βρισκόταν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, μονοπώλησε τις δημόσιες συζητήσεις σχετικά με το εάν ο Μπράουν έχει δικαίωμα να κρατά τη Βρετανία εκτός ευρωζώνης. Το ράλι που σημείωσε η στερλίνα τους προηγούμενους μήνες ήταν αποτέλεσμα μιας γενικής ακριβούς εκτίμησης των συναλλαγών σε συνάλλαγμα από τις οποίες η Βρετανία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό στην αγορά κατοικίας και το Σίτι, τους δύο τομείς που έχουν υποφέρει περισσότερο από τη διεθνή ύφεση. Η Βρετανία θα ήταν λιγότερο ευάλωτη εάν ήταν μέλος της ευρωζώνης, υποστηρίζουν οι επικριτές του Μπράουν.
Αυτό ακούγεται παράδοξο για τρεις λόγους. Ο πρώτος είναι ότι η ευρωζώνη δεν βρίσκεται ακριβώς σε άνθηση. Συγκεκριμένα, εισήλθε σε ύφεση πριν τη Βρετανία και αρκετά μέλη της –Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία και Ιρλανδία- αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Ο δεύτερος είναι ότι η ένταξη στο ευρώ θα εντείνει το φαινόμενο του κύκλου έκρηξης-σκασίματος της βρετανικής οικονομίας. Τα επιτόκια θα βρίσκονταν σε χαμηλότερα επίπεδα όταν η φούσκα στην αγορά κατοικίας μεγάλωνε και σε υψηλότερα επίπεδα όταν η φούσκα έσκασε. Αυτό ακριβώς συνέβη στην Ισπανία.
Αντιθέτως, η μη ένταξη στο ευρώ βοήθησε τη Βρετανία να προσαρμοστεί –δεδομένου ότι η Τράπεζα της Αγγλίας προβαίνει σε συντονισμένη δράση καθορίζοντας τα επιτόκια σε κατάλληλα για την εγχώρια οικονομία επίπεδα- ενώ η υποτίμηση της στερλίνας βοηθά στην αποκατάσταση της ισορροπίας με την ανάπτυξη να μετατίθεται από την κατανάλωση στην παραγωγή.
Ο τελευταίος λόγος είναι διαρθρωτικού χαρακτήρα. Υπάρχουν ενδείξεις για αλλαγή της γραμμής οικονομικής πολιτικής στην Ευρώπη, όπου οι χώρες εξειδικεύονται στους τομείς στους οποίους διαθέτουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Βρετανίας βρίσκεται στον κλάδο χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, συνεπώς, η ένταξη στη ζώνη του ευρώ θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο το πλεονέκτημα αυτό. Το αποτέλεσμα θα ήταν η περαιτέρω ενδυνάμωση του Σίτι και η ενίσχυση της ανισότητας στην οικονομία.
Εάν, όμως ο Μπράουν κάνει καλά που κρατά τη Βρετανία μακριά από το ευρώ και ανησυχεί δικαιολογημένα για τους κινδύνους της παγκόσμιας ύφεσης, τότε κάτι δεν πάει καλά στην προσέγγισή του. Από πλευράς τακτικής, ορθώς πράττει που ενθαρρύνει τις τράπεζες να ενισχύσουν τις δανειοδοτήσεις τους. Η τακτική της Γερμανίας, από την άλλη, δέχεται έντονες επικρίσεις από όσους κοιτούν μέσα από το πρίσμα της συμβατικής οικονομικής θεώρησης, σύμφωνα με την οποία η ανάπτυξη είναι το αποκλειστικό μέτρο της επιτυχίας. Σε στρατηγικό επίπεδο, ωστόσο, τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά.
Το πακέτο κινήτρων της Γερμανίας δεν προσβλέπει στην τόνωση της βραχυπρόθεσμης κατανάλωσης. Συγκεκριμένα προβλέπει μεγαλύτερα κίνητρα τεκνοποίησης, χαμηλότερα ποσοστά συνεισφοράς στις παροχές ανεργίας, επενδύσεις στην υποδομή μεταφορών, καθώς και μέτρα για την αύξηση της αποδοτικότητας της ενέργειας και της κατασκευής αυτοκινήτων φιλικών προς το περιβάλλον.
Μπορεί αυτή η δέσμη μέτρων να μην προκαλούν την ίδια ευφορία με τις «διακοπές» από το ΦΠΑ, αλλά σε συνθήκες ύφεσης που αναμένεται να διαρκέσει πέντε ή ακόμη και δέκα χρόνια, φαίνεται να έχει μεγαλύτερο νόημα. Οι Γερμανοί δεν θεωρούν ότι η οικονομική κρίση που προκλήθηκε από τον ανεξέλεγκτο δανεισμό, την κατανάλωση και την κερδοσκοπία χωρίς όρια θα αντιμετωπιστεί με αναζωπύρωση της κατανάλωσης που βασίζεται στο δανεισμό. Δεν έχουν και άδικο. Το ζήτημα δεν είναι εάν οι Γερμανοί θα λειτουργήσουν ως ο Ευρωπαίος καταναλωτής έσχατης λύσης ή εάν η Βρετανία θα ενταχθεί στο ευρώ, αλλά ποιο είναι το καλύτερο μοντέλο για έναν κόσμο που λυγίζει υπό το βάρος της εξάντλησης των ενεργειακών αποθεμάτων και των κλιματικών αλλαγών.
Πηγή: Guardian