Άγνωστο είναι πλέον που θα φτάσουν οι τιμές του μαύρου χρυσού μετά την απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, που ανακοίνωσε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν.
Tου Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Άγνωστο είναι πλέον που θα φτάσουν οι τιμές του μαύρου χρυσού μετά την απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, που ανακοίνωσε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν.
Οι ΗΠΑ εισήγαγαν πρόσφατα περίπου 100.000 βαρέλια ρωσικού πετρελαίου την ημέρα, που αντιστοιχεί περίπου στο 5% των ρωσικών εξαγωγών. Σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία από το αμερικανικό Υπουργείο Ενέργειας, δεν υπήρξαν de facto πλέον, εισαγωγές ρωσικού αργού πετρελαίου την τελευταία εβδομάδα του Φεβρουαρίου. Αρκετοί δυτικοί προμηθευτές ενέργειας έχουν ήδη διακόψει τις σχέσεις τους με τη Ρωσία.
Πέρυσι, η Ρωσία ήταν η τρίτη πιο σημαντική χώρα στις εισαγωγές αργού και προϊόντων πετρελαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες- πίσω από τον Καναδά και το Μεξικό. Οι εισαγωγές από τη Ρωσία, ανέρχονταν περίπου στα 700.000 βαρέλια την ημέρα, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 8% του συνόλου των εισαγωγών πετρελαίου.
Μέχρι τώρα, ο Αμερικανός πρόεδρος δίσταζε να επιβάλει απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου, επειδή αυτό θα έκανε τη βενζίνη ακόμη πιο ακριβή στις Ηνωμένες Πολιτείες και μάλιστα σε εκλογική χρονιά, καθώς το Νοέμβριο διεξάγονται κρίσιμες εκλογές για την ανανέωση της Βουλής και του ενός τρίτου της Γερουσίας.
Νωρίτερα, η Βρετανία ανακοίνωσε επίσης ότι θα σταματήσει να εισάγει πετρέλαιο από τη Ρωσία μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. «Αυτή η μεταβατική φάση θα δώσει στην αγορά, τις εταιρείες και τις αλυσίδες εφοδιασμού περισσότερο από αρκετό χρόνο για να αντικαταστήσουν τις ρωσικές εισαγωγές», έγραψε ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών στο twitter. Το μερίδιο του ρωσικού πετρελαίου στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι στο 8%.
Οι Αμερικανοί μιλούν φυσικά εκ του ασφαλούς, αφού η κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ πιο άνετη από αυτή στην ΕΕ: ενώ οι ΗΠΑ εισάγουν 700.000 βαρέλια την ημέρα, οι Ευρωπαίοι παίρνουν τέσσερα εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα από τη Ρωσία. Οι προμήθειες ρωσικού πετρελαίου δεν είναι εύκολο να αντικατασταθούν από την Ευρώπη. Η Ρωσία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον κόσμο και ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας. Πιο πρόσφατα, η Μόσχα εξήγαγε κατά μέσο όρο από 4,5 έως 5 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου την ημέρα. Αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 5% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, στις ποσότητες αυτές, θα πρέπει να προστεθούν καθημερινά έως και 2,8 εκατομμύρια βαρέλια επεξεργασμένων προϊόντων όπως η βενζίνη και το ντίζελ.
Αντίθετη στο εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο είναι η Γερμανία. Ο «Πράσινος» υπουργός Οικονομικών Ρόμπερτ Χάμπεκ δεν πιστεύει ότι η διακοπή των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου είναι καλή ιδέα. «Φυσικά και μπορείς να το κάνεις αυτό, αλλά πρέπει να συνειδητοποιήσεις τις συνέπειες», είπε ο Χάμπεκ. Σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών, το μερίδιο του ρωσικού πετρελαίου στις εισαγωγές αργού πετρελαίου στη Γερμανία είναι περίπου 35%.
Η Μόσχα προειδοποιεί από την πλευρά της ότι η απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου στη Δύση, «θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την παγκόσμια αγορά», όπως είπε ο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης, Αλεξάντερ Νόβακ. «Η αύξηση της τιμής θα ήταν απρόβλεπτη. Θα έφτανε τα 300 δολάρια το βαρέλι αν όχι περισσότερο», ισχυρίστηκε ο Ρώσος αξιωματούχος, απειλώντας μάλιστα με αντίποινα την… Ευρώπη, με τη διακοπή της λειτουργίας του ρωσικού αγωγού Nord Stream 1.
Οι αναλυτές στη Δύση βλέπουν την τιμή του πετρελαίου κάτω από τα 200 δολάρια, μέχρι στιγμής. Εάν ο πόλεμος δεν σταματήσει, οι τιμές του Brent θα μπορούσαν να εκτιναχθούν στα 156-185 δολάρια το βαρέλι», δήλωσε ο αναλυτής της Kedia Commodities, Αζάι Κέντια.
Ο φόβος μιας ενεργειακής κρίσης μπορεί επίσης να φανεί στην αγορά φυσικού αερίου: η χονδρική τιμή του φυσικού αερίου έφτασε στο υψηλό όλων των εποχών. Σύμφωνα με τον Φάμπιαν Χάνεκε από την εταιρεία συμβούλων Energy Brainpool, το φυσικό αέριο διαπραγματευόταν πάνω από τις 3000 δολάρια τα 1000 κυβικά. Πριν ένα χρόνο, ήταν στα 200-300 δολάρια. Ο Χάνεκε κάνει μάλιστα λόγο για «αίσθηση πανικού» στις αγορές, που οφείλεται στις ανησυχίες για διακοπή της προσφοράς.
Λόγω της τεταμένης κατάστασης στην αγορά, η εταιρεία πετρελαίου Shell περιόρισε αρχικά την πώληση πετρελαίου θέρμανσης, ντίζελ και άλλων προϊόντων σε ορισμένους μεγάλους πελάτες στη Γερμανία. Σύμφωνα με συνεχείς αναφορές των μέσων ενημέρωσης, αυτό προκύπτει από επιστολή της Shell Γερμανίας. Ο λόγος που δόθηκε είναι «μαζικές στρεβλώσεις και ελλείψεις στις αγορές ενέργειας» ως αποτέλεσμα της έκρηξης του πολέμου, των επακόλουθων κυρώσεων και της οικονομικής ανάκαμψης μετά την ηρεμία της πανδημίας.
Εν τω μεταξύ, ο πόλεμος στην Ουκρανία γίνεται όλο και περισσότερο αισθητός στα πρατήρια καυσίμων Μέχρι πρόσφατα, μια τιμή βενζίνης άνω των δύο ευρώ θεωρείτο απίθανο, τώρα είναι πραγματικότητα για πρώτη φορά στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη Γερμανία , οι τιμές της αμόλυβδης σκαρφάλωσε για πρώτη φορά πάνω από το όριο των δύο ευρώ. Ο υπουργός Οικονομικών Ρόμπερτ Χάμπεκ θεωρεί μάλιστα πιθανό οι τιμές βενζίνης να ανέβουν στα τρία ευρώ το λίτρο, αν κλιμακωθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. «Σε αυτή την κατάσταση, φυσικά, τίποτα δεν αποκλείεται», είπε στο δίκτυο ntv.
Το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή επιτυγχάνονται τέτοια ακραία ρεκόρ τιμών καυσίμων οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι η επίδραση του πολέμου στην Ουκρανία βασίζεται στα επίπεδα ρεκόρ που έχουν ήδη επιτευχθεί τους τελευταίους μήνες. Η αύξηση σε ένα χρόνο είναι τεράστια: κατά μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον Μάρτιο του 2021, το ντίζελ κόστιζε 1,315 ευρώ και η αμόλυβδη 1,454 ευρώ το λίτρο.