Οικονομία & Αγορές
Σάββατο, 26 Φεβρουαρίου 2022 10:55

Ο πόλεμος βάζει φωτιά στις τιμές στην Ελλάδα

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έρχεται να ανάψει νέες φωτιές και στην ελληνική οικονομία. Εκτός των τιμών του ρεύματος και του φυσικού αερίου, οι οποίες θα παραμείνουν επί μακρόν σε υψηλά επίπεδα, η κρίση αγγίζει τον πυρήνα της διατροφής, που είναι τα άλευρα, που σημαίνει διάχυση των ανατιμήσεων σε εκατοντάδες βασικά αγαθά, για τα οποία αποτελεί πρώτη και βασική ύλη.

 

Από την έντυπη έκδοση

Του Σταμάτη Ζησίμου
[email protected]

Ανατροπές στον σχεδιασμό του οικονομικού επιτελείου για την πορεία της οικονομίας, με άμεση επίπτωση στον πληθωρισμό, επιφέρει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι παράπλευρες απώλειες που προκαλεί στις αγορές ενέργειας, αλλά και τροφίμων.

Εκτός των τιμών του ρεύματος και του φυσικού αερίου, οι οποίες θα παραμείνουν επί μακρόν σε υψηλά επίπεδα, η κρίση αγγίζει τον πυρήνα της διατροφής, που είναι τα άλευρα, που σημαίνει διάχυση των ανατιμήσεων σε εκατοντάδες βασικά αγαθά, για τα οποία αποτελεί πρώτη και βασική ύλη.

Στο πλαίσιο όλων αυτών των δεδομένων, το υπουργείο Οικονομικών «βλέπει» τον πληθωρισμό σε επίπεδα αισθητά υψηλότερα του 6,2% που είχε διαμορφωθεί τον Ιανουάριο, ενώ ανησυχητικές είναι πλέον οι εκτιμήσεις πως ο δείκτης του πληθωρισμού θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Επιπτώσεις θα υπάρξουν και σε κλάδους επιχειρήσεων που παράγουν ή εμπορεύονται αγαθά τα οποία δεν ανήκουν στα είδη πρώτης ανάγκης, δεδομένου ότι ένα αυξανόμενο τμήμα του εισοδήματος θα απορροφάται από το ενεργειακό κόστος και τα είδη διατροφής.

Συγχρόνως, η ακρίβεια προκαλεί νέες ανάγκες για οικονομική στήριξη των νοικοκυριών, με το ερώτημα να αφορά στο αν θα είναι οριζόντιου χαρακτήρα ή στοχευμένες. Σε κάθε περίπτωση, οι ενισχύσεις έχουν δημοσιονομικό κόστος, το οποίο δύσκολα θα αντέξει ο κρατικός προϋπολογισμός χωρίς χαλάρωση των στόχων για τη μείωση του ελλείμματος.

Παρενέργειες αναμένεται να υπάρξουν και στο ΑΕΠ, καθώς η αβεβαιότητα οδηγεί σε αυτοσυγκράτηση τα νοικοκυριά και περιορίζουν την κατανάλωση.
 

Υψηλότερες ανατιμήσεις


Νέες αυξήσεις στην αγορά, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, «προεξοφλεί» και το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, σύμφωνα με τα όσα ανέφερε χθες ο γενικός γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος. Ωστόσο, έως αυτή τη στιγμή, το οικονομικό επιτελείο δεν έχει καταλήξει αν θα λάβει και «αντίμετρα», δηλαδή παρεμβάσεις, ώστε να μην υπάρξει νέα επιβάρυνση στους ήδη χειμαζόμενους προϋπολογισμούς νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

«Θα έχουμε κάποιες αναταράξεις σε σχέση με αυτό που υπολογίζαμε αρχικά» σημείωσε ο κ. Αναγνωστόπουλος, προσθέτοντας ότι «ήταν ήδη υψηλά οι τιμές και περιμένουμε κάποιες περαιτέρω αυξήσεις». Ο ίδιος υποστήριξε ότι  «σε ένα μεγάλο βαθμό οι αγορές είχαν αποτιμήσει το ενδεχόμενο πολέμου, για αυτό και είχαμε υψηλές τιμές».

Ερωτηθείς για το αν υπάρχει σκέψη περί μείωσης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, καθώς η χώρα μας έχει έναν από τους υψηλότερους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, κινήθηκε στη γνωστή γραμμή της κυβέρνησης, ότι η μείωση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ έχει κόστος και οριζόντιο χαρακτήρα, εννοώντας ότι μια μείωση του ΕΦΚ θα ευνοήσει περισσότερο τους «έχοντες» και όχι τους οικονομικά αδύναμους.

Ο γ.γ. Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή διερωτήθηκε αν ο δημοσιονομικός χώρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για επιδότηση χαμηλότερων στρωμάτων, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «μεταξύ της οριζόντιας μείωσης φόρων και των στοχευμένων μέτρων, καλύτερα να επιλέξουμε το δεύτερο».

Θα πρέπει να σημειωθεί, όπως «μετέφερε» χθες η «Ν», ότι στο οικονομικό επιτελείο εξετάζουν πλέον πιο ενεργά το ενδεχόμενο μιας μείωσης του ΦΠΑ σε βασικά προϊόντα πρώτης ανάγκης, για παράδειγμα σε ορισμένα τρόφιμα, όπως το ψωμί και το γάλα. Πάντως, έως αυτή τη στιγμή, δεν έχει οριστικοποιηθεί ούτε η «γκάμα» (των ειδών) ούτε το ποσοστό μείωσης του ΦΠΑ. Εάν υλοποιηθεί αυτό το σενάριο, ο χρόνος εφαρμογής του θα εξαρτηθεί από το πότε η κυβέρνηση θα κρίνει ότι βρισκόμαστε στην κορύφωση των ανατιμήσεων.

Καθώς είναι δεδομένο ότι πλην της μείωσης των φόρων, δεν υπάρχουν άλλα «εργαλεία» για την άμεση συγκράτηση ή τη μείωση των τιμών, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων θα επιδιώξει τη συνέχιση των επαφών με τα σούπερ μάρκετ, «αιτούμενη» την απορρόφηση μέρους των αυξήσεων. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ανταπόκριση της αγοράς κάθε άλλο παρά βέβαιη είναι.

Ο κ. Αναγνωστόπουλος αναφέρθηκε και στην πρόθεση του υπουργείου να ανανεώσει τη διάταξη περί αισχροκέρδειας στα προϊόντα που επηρεάζονται από την ουκρανική κρίση.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η ανανέωση της διάταξης που ισχύει έως το τέλος Ιουνίου και αφορά την απαγόρευση κάρπωσης μικτού κέρδους σε μια σειρά προϊόντων όπως τα τρόφιμα, τα καύσιμα κ.ο.κ. μεγαλύτερου από αυτό της 1ης Σεπτεμβρίου 2020, αφορά κυρίως τα καύσιμα, για τα οποία θα υπάρξει άλλη ημερομηνία βάσης από την προαναφερθείσα, για τον προσδιορισμό του ανώτατου ποσοστού κέρδους. Ουσιαστικά θα πρόκειται για ένα «πλαφόν» στο κέρδος των πρατηριούχων.  

Τι αυξήσεις «είδαν» οι έμποροι

Στο μεταξύ, για σημαντικές αυξήσεις στις τιμές αγοράς των εμπορευμάτων τους από τους προμηθευτές κάνουν λόγο οι έμποροι στη σχετική έρευνα του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ).

Συγκεκριμένα, το 32% των εμπόρων δηλώνει ότι η αύξηση στις τιμές των προμηθευτών είναι της τάξεως του 11% έως 20%. Το 20% δηλώνει ότι οι αυξήσεις κυμαίνονται από 6% έως 10%, το 5% των εμπόρων απαντά ότι οι αυξήσεις είναι έως 5%. Ποσοστό 4% κάνει λόγο για αυξήσεις από 31% έως 40%, 1% από 41% έως 50%, ενώ μεγαλύτερες αυξήσεις από 51% έχει «δεχθεί» το 1%.
Χωρίς μεταβολή, δηλαδή στις ίδιες τιμές, αγοράζει το 19% των εμπόρων.