Η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να κινείται σε ρυθμούς ανάκαμψης, παρόλο που έχει χάσει τη «φόρμα» της λόγω της υψηλής αβεβαιότητας και των αναδυόμενων κινδύνων, όπως τονίζει η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, σε αρθρογραφία της στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ.
Η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να κινείται σε ρυθμούς ανάκαμψης, παρόλο που έχει χάσει τη «φόρμα» της λόγω της υψηλής αβεβαιότητας και των αναδυόμενων κινδύνων, όπως τονίζει η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, σε αρθρογραφία της στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ.
Η ίδια υπενθυμίζει την υποβάθμιση, πριν από λίγο καιρό, των εκτιμήσεων του ΔΝΤ για την παγκόσμια οικονομία στο 4,4% για το 2022, προσθέτοντας ότι έκτοτε οι οικονομικοί δείκτες συνέχισαν να υποδεικνύουν ασθενέστερη δυναμική ανάπτυξης, λόγω της μιας σειράς παραγόντων:
«Γι' αυτό χρειαζόμαστε ισχυρή διεθνή συνεργασία και εξαιρετική ευελιξία. Για τις περισσότερες χώρες, αυτό σημαίνει να συνεχίσουν να υποστηρίζουν την ανάπτυξη και την απασχόληση, διατηρώντας παράλληλα τον πληθωρισμό υπό έλεγχο και διατηρώντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα: όλα στο πλαίσιο των υψηλών επιπέδων χρέους», σημειώνει αναφέροντας τρεις προτεραιότητες:
Όπως αναφέρει, προβλέπονται σωρευτικές απώλειες της παγκόσμιας παραγωγής από την πανδημία σχεδόν 13,8 τρισ. δολαρίων έως το 2024. Η Όμικρον είναι η τελευταία υπενθύμιση ότι η διαρκής και χωρίς αποκλεισμούς ανάκαμψη είναι αδύνατη όσο συνεχίζεται η πανδημία. Έτσι, δεδομένου ότι η αβεβαιότητα παραμένει σχετικά με την πορεία του ιού μετά την Όμικρον, «η καλύτερη άμυνά μας είναι να περάσουμε από την εστίαση στα εμβόλια στη διασφάλιση της δίκαιης πρόσβασης σε κάθε χώρα σε μια ολοκληρωμένη εργαλειοθήκη COVID-19 με εμβόλια, τεστ και θεραπείες», εξηγεί.
«Ο τερματισμός της πανδημίας θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση των ουλών από τον οικονομικό long COVID-19. Σκεφτείτε τις βαθιές αναταραχές σε πολλές επιχειρήσεις και αγορές εργασίας. Και σκεφτείτε το κόστος για τους μαθητές παγκοσμίως, που υπολογίζεται σε έως και 17 τρισ. δολάρια στη διάρκεια της ζωής τους λόγω των απωλειών μάθησης, της χαμηλότερης παραγωγικότητας και των διαταραχών στην απασχόληση», σημειώνει.
Ενώ υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των οικονομιών και της υψηλής αβεβαιότητας στο μέλλον, οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν δημιουργηθεί σε πολλές χώρες, κάνοντας απαραίτητα την απόσυρση των νομισματικών μέτρων όπου είναι απαραίτητο, υποστηρίζει η επικεφαλής του ΔΝΤ.
«Στο μέλλον, είναι σημαντικό να αξιολογούνται οι πολιτικές ανάλογα με τις συνθήκες της χώρας. Αυτό σημαίνει απόσυρση της στήριξης σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου οι αγορές εργασίας είναι στενές και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό αυξάνονται. Άλλες περιοχής, όπως η Ευρωζώνη, μπορούν να αντέξουν οικονομικά να ενεργήσουν πιο αργά, ειδικά εάν η άνοδος του πληθωρισμού σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τις τιμές της ενέργειας. Αλλά και αυτές θα πρέπει να είναι έτοιμες να δράσουν εάν τα οικονομικά δεδομένα απαιτούν ταχύτερο άξονα πολιτικής», αναφέρει.
Καθώς οι χώρες βγαίνουν από τη δίνη της πανδημίας, πρέπει να αξιολογήσουν προσεκτικά τις δημοσιονομικές τους πολιτικές, τονίζει η Γκεοργκίεβα. «Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί: τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα βοήθησαν στην αποτροπή μιας Μεγάλης Ύφεσης, αλλά έχουν επίσης ωθήσει τα επίπεδα χρέους. Το 2020, παρατηρήσαμε τη μεγαλύτερη αύξηση ετήσιου χρέους από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, με το παγκόσμιο χρέος —τόσο δημόσιο όσο και ιδιωτικό— να αυξάνεται στα 226 τρισ. δολάρια», προσθέτει.
Για πολλές χώρες, αυτό σημαίνει εξασφάλιση συνεχούς υποστήριξης για τα συστήματα υγείας και τους πιο ευάλωτους, με παράλληλη μείωση των ελλειμμάτων και των επιπέδων χρέους για την κάλυψη των ειδικών αναγκών τους, συνεχίζει. Για παράδειγμα, απαιτείται ταχύτερη μείωση της δημοσιονομικής στήριξης σε χώρες όπου η ανάκαμψη είναι πιο μπροστά. Αυτό με τη σειρά του θα διευκολύνει τη στροφή τους στη νομισματική πολιτική μειώνοντας τη ζήτηση και συμβάλλοντας έτσι στη συγκράτηση των πληθωριστικών πιέσεων.
Για άλλες, ειδικά στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η εξίσωση είναι πιο δύσκολη. Η δημοσιονομική τους δύναμη δεν ήταν αρεκτή καθ' όλη τη διάρκεια της κρίσης, γεγονός που τους άφησε με πιο αδύναμες οικονομίες και βαθύτερες ουλές από τον «οικονομικό long Covid». Και έχουν λίγα περιθώρια προετοιμασίας για μια μεταπανδημική οικονομία που είναι πιο «πράσινη« και πιο ψηφιακή.
«Όλες αυτές οι ενέργειες μπορούν να μας βοηθήσουν να βρούμε ένα νέο modus vivendi για έναν κόσμο πιο ανθεκτικό σε σοκ. Αλλά σε αυτό μπορεί να παρεμποδίζονται από το χρέος. Υπολογίζουμε ότι περίπου το 60% των χωρών χαμηλού εισοδήματος βρίσκονται σε ή διατρέχουν υψηλό κίνδυνο κρίσης χρέους, διπλάσιο των επιπέδων του 2015. Αυτές και πολλές άλλες οικονομίες θα χρειαστούν περισσότερη κινητοποίηση εγχώριων εσόδων, περισσότερες επιχορηγήσεις και χρηματοδότηση με ευνοϊκούς όρους και περισσότερη βοήθεια για την άμεση αντιμετώπιση του χρέους», τονίζει.
naftemporiki.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο naftemporiki.gr