Το ακριβό πετρέλαιο έχει χτυπήσει από τις πρώτες κιόλας ημέρες της χρονιάς, αλλά η αναρρίχηση στην περιοχή των 100 δολαρίων το βαρέλι αλλάζει άρδην το σκηνικό.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Βαρύ, για το ΑΕΠ του 1ου τριμήνου, θα είναι το τίμημα από την εκτόξευση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου σε συνδυασμό με τη διατήρηση των τιμών του φυσικού αερίου σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, λόγω του Ουκρανικού. Το ακριβό πετρέλαιο έχει χτυπήσει από τις πρώτες κιόλας ημέρες της χρονιάς, αλλά η αναρρίχηση στην περιοχή των 100 δολαρίων το βαρέλι αλλάζει άρδην το σκηνικό. Η επιβάρυνση σε μηνιαία βάση στο εμπορικό ισοζύγιο από τον συνδυασμό του ακριβού πετρελαίου και του ακριβού φυσικού αερίου αναμένεται ότι θα ξεπεράσει το ένα δισ. ευρώ.
Έτσι, στο διάστημα Ιανουαρίου - Μαρτίου το ΑΕΠ θα φορτωθεί ένα «βαρίδι» άνω των τριών δισ. ευρώ εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, το οποίο μένει να φανεί σε ποιο βαθμό θα υπερκαλυφθεί από την αύξηση της κατανάλωσης -θεωρείται δεδομένη, καθώς πέρυσι η οικονομία λειτούργησε το πρώτο τρίμηνο σε συνθήκες lockdown-, αλλά και των επενδύσεων, πεδίο στο οποίο σαφώς παρατηρείται μεγαλύτερη κινητικότητα σε σχέση με πέρυσι. Η πρόβλεψη ότι και στο α' τρίμηνο του 2022 θα έχουμε ισχυρή ανάπτυξη δεν αλλάζει προς το παρόν παρά το ράλι στις τιμές των καυσίμων. Το σίγουρο είναι ότι ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ θα είναι σαφώς επηρεασμένος, καθώς με το πετρέλαιο στα 100 δολάρια το βαρέλι, η γενναία αύξηση των εισαγωγών θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Το ισοζύγιο καυσίμων στο διάστημα Ιανουαρίου - Μαρτίου ήταν αρνητικό κατά 798 εκατ. ευρώ το 2021, κατά 1,5 δισ. ευρώ το 2020 και κατά 1,4 δισ. ευρώ το 2019. Τον Μάρτιο του 2019, για παράδειγμα, που ήταν ένας μήνας χωρίς τις στατιστικές στρεβλώσεις της πανδημίας, το έλλειμμα καυσίμων (δηλαδή η διαφορά των εισαγωγών από τις εξαγωγές) είχε διαμορφωθεί στα 560 εκατ. ευρώ. Φέτος, στο πρώτο τρίμηνο, το έλλειμμα θα είναι μεγαλύτερο από τρία δισ. ευρώ.
Ήδη, βρισκόμαστε λίγες ημέρες πριν από το τέλος και του δεύτερου μήνα της νέας χρονιάς και οι τιμές που αποτυπώνονται είναι οι εξής:
Η αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος δεν επηρεάζει επιπλέον το ισοζύγιο καυσίμων, καθώς η ζημιά από την αύξηση του ρεύματος σε οικονομικούς όρους αποτυπώνεται στην αυξημένη τιμή εισαγωγής του φυσικού αερίου.
Εκτός από την άμεση επίπτωση στο ΑΕΠ από την τεράστια αύξηση των τιμών, το ζητούμενο είναι να καταγραφούν και οι όποιες επιπτώσεις υπάρξουν στην κατανάλωση. Η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας λόγω υψηλών τιμών ή λόγω καλών καιρικών συνθηκών, πρακτικά θα μετριάσει τις συνέπειες από τις πολύ αυξημένες τιμές της ενέργειας.
Συνολικά, η κατανάλωση αναμένεται να είναι αυξημένη στο α' τρίμηνο σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό, καθώς σε μακροοικονομικό επίπεδο και τα εισοδήματα εμφανίζονται αυξημένα σε σχέση με πέρυσι (μόνο οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα είναι πλέον αυξημένοι κατά περίπου 250 εκατ. ευρώ τον μήνα σε σχέση με πέρυσι) και το αποθέματα αποταμιεύσεων είναι μεγαλύτερα και οι περιορισμοί από την πανδημία δεν υπάρχουν φέτος. Ουσιαστικά, μένει να καταγραφεί αν η αύξηση της κατανάλωσης αλλά και οι προσδοκίες για γενναία αύξηση των επενδύσεων θα υπερκαλύψουν (και σε τι βαθμό) τη ζημιά από τις αυξημένες τιμές στην ενέργεια
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο naftemporiki.gr