Αδήριτη ανάγκη αποτελούν η συνέχιση της εφαρμογής μιας συνετής και υπεύθυνης οικονομικής πολιτικής, η συνέχιση της στήριξης της κοινωνίας απέναντι στις προαναφερθείσες προκλήσεις με στοχευμένα μέτρα όμως, μέσα στο πλαίσιο των προβλέψεων του προϋπολογισμού, καθώς και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, των διαρθρωτικών αλλαγών και των αποκρατικοποιήσεων, ανέφερε εκτός άλλων, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
Αδήριτη ανάγκη αποτελούν η συνέχιση της εφαρμογής μιας συνετής και υπεύθυνης οικονομικής πολιτικής, η συνέχιση της στήριξης της κοινωνίας απέναντι στις προαναφερθείσες προκλήσεις με στοχευμένα μέτρα όμως, μέσα στο πλαίσιο των προβλέψεων του προϋπολογισμού, καθώς και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, των διαρθρωτικών αλλαγών και των αποκρατικοποιήσεων, ανέφερε εκτός άλλων, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
Ο υπουργός που μίλησε στο «The World Ahead 2022- Athens Gala Dinner» του Economist, υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση, με τη στρατηγική και τις πολιτικές της, προσβλέπει στην ένταξη τής ελληνικής οικονομίας στις σύγχρονες και δυναμικές οικονομίες της Ευρώπης, και στη συνολική ισχυροποίηση της χώρας. Και αυτό, πρόσθεσε, θα επιτευχθεί με τη συμβολή όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων.
Ειδικότερα, ο υπουργός έκανε μια συνοπτική επισκόπηση της πορείας της ελληνικής οικονομίας και των προοπτικών της για την τρέχουσα χρονιά, αλλά και τα επόμενα έτη, λέγοντας ότι η πορεία και οι προοπτικές εμπνέουν αισιοδοξία, παρά το πέπλο της ρευστότητας, της αβεβαιότητας και των δυσκολιών που προκαλούν η γεωπολιτική, η πανδημική και η ενεργειακή κρίση, σε πλανητικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Όπως σημείωσε, «η Ελλάδα ανέκτησε το 2021 σχεδόν το σύνολο των απωλειών του 2020, που οφείλονταν στην επέλαση της πανδημίας, και μπαίνει σε τροχιά υψηλής, μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, "τύπου V", ξεπέρασε, όπως όλα δείχνουν, τις προβλέψεις, και αναμένεται να είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στην ευρωζώνη. Οι Χειμερινές Προβλέψεις, που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την περασμένη Πέμπτη, το επιβεβαιώνουν.
Επιπλέον, προβλέπεται ότι την ισχυρή αυτή ανάκαμψη, θα ακολουθήσει υψηλή και διατηρήσιμη ανάπτυξη, τόσο εφέτος όσο και τα επόμενα χρόνια. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η χώρα μας αναμένεται να επιτύχει τη δεύτερη υψηλότερη- σωρευτικά- ανάπτυξη την τριετία 2021-2023».
Στη συνέχεια, ο υπουργός έκανε αναφορά σε σειρά μακροοικονομικών μεγεθών και δεικτών που αποτυπώνουν τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας:
1. «Η αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος εδράζεται, κυρίως, στις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Διεθνείς επενδυτικοί όμιλοι "προσδένονται" στη χώρα μας, δίνοντας ηχηρή ψήφο εμπιστοσύνης στο παρόν και το μέλλον της. Συνολικά, οι επενδύσεις παρουσιάζουν τη 2η μεγαλύτερη αύξηση στην ευρωζώνη. Και οι εξαγωγές διαμορφώνονται σε ιστορικά υψηλό επίπεδο. Επενδύσεις και εξωστρέφεια που δημιουργούν θέσεις απασχόλησης και εισοδήματα, ενώ προσδίδουν βιωσιμότητα στην οικονομική μεγέθυνση.
2. Το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών υποστηρίζεται. Το 9μηνο του 2021, αυτό ήταν αυξημένο κατά 3,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ. Εξάλλου, σύμφωνα με την πρόσφατη σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών το 3ο τρίμηνο του 2021, δηλαδή το εισόδημα λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό, παρουσίασε ετήσια αύξηση κατά 4,7%. Αύξηση που αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη στην ευρωζώνη, έξι φορές πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα στοιχεία αυτά συγκλίνουν με τα αντίστοιχα που δημοσίευσε, πρόσφατα, τόσο η ΕΛΣΤΑΤ όσο και ο ΟΟΣΑ. Μάλιστα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το κατά κεφαλήν πραγματικό εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών παρουσίασε τη δεύτερη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση μεταξύ των κρατών- μελών του.
Βεβαίως, κατανοούμε πλήρως ότι η σημαντική άνοδος του πληθωρισμού, τους τελευταίους μήνες, «ροκανίζει» το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Ωστόσο, η επίπτωση των πληθωριστικών πιέσεων αμβλύνεται λόγω της προηγηθείσας αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος, η οποία ήταν αποτέλεσμα των μειώσεων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών και των γενναίων μέτρων στήριξης της κοινωνίας που σχεδίασε και εφάρμοσε η κυβέρνηση.
3. Η ανεργία μειώνεται. Η Ελλάδα παρουσιάζει την καλύτερη ευρωπαϊκή επίδοση μέσα στην υγειονομική κρίση. Οι ασκούμενες κυβερνητικές παρεμβάσεις της τελευταίας διετίας αποσόβησαν τον-υπαρκτό, πράγματι- κίνδυνο μαζικών "λουκέτων" και απολύσεων.
Η προαναφερθείσα έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δείχνει ότι η πατρίδα μας πέτυχε τη μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας στην ευρωζώνη τα τέσσερα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον η χώρα με το υψηλότερο ευρωπαϊκό ποσοστό ανεργίας. Σήμερα, ο αριθμός των ανέργων κυμαίνεται στο επίπεδο του 2010.
4. Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων ενισχύονται. Είναι αυξημένες κατά 43 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Ιούνιο 2019, με το 52% της αύξησης να προέρχεται από τα νοικοκυριά.
5. Ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων το 2021, σύμφωνα με σημερινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ήταν αυξημένος κατά 15,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019, στοιχείο που αποτυπώνει όχι μόνο την ανθεκτικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων εν μέσω πανδημίας, αλλά και τη δυναμική που αυτές έχουν αποκτήσει χάρη στην προσαρμοστικότητά τους και τη γενναία κρατική στήριξη που τους έχει παρασχεθεί καθ' όλη αυτή τη δύσκολη περίοδο.
6. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος βρέθηκε, τον Ιανουάριο, στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 21 ετών, υπερβαίνοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο».
Σύμφωνα με τον κ. Σταϊκούρα, η θετική δυναμική της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνεται, επίσης, στη δεδηλωμένη αναγνώριση από εταίρους, διεθνείς θεσμούς, οίκους αξιολόγησης και επενδυτές, χάρη στην εφαρμογή μιας συνετής, μεθοδικής, μεταρρυθμιστικής και διορατικής δημοσιονομικής πολιτικής.
«Πολιτική που προσαρμόστηκε άμεσα και αποτελεσματικά στις έκτακτες ανάγκες των πολλαπλών κρίσεων. Πολιτική που κράτησε όρθια την κοινωνία και την οικονομία, με μέτρα συνολικού ύψους περίπου 44 δισ. ευρώ, για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας. Πολιτική που επιστράτευσε, άμεσα, βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις αντιμετώπισης των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης και των συνεπακόλουθων αυξήσεων τιμών, με μέτρα συνολικού ύψους 2,1 δισ. ευρώ μέχρι σήμερα. Στήριξη που θα συνεχιστεί, για όσο χρειαστεί» σημείωσε.
Αναλύοντας, την προαναφερθείσα πολιτική, ο υπουργός είπε ότι αυτή:
-στήριξε τη μεσαία τάξη και τα αδύναμα στρώματα,
-ελάφρυνε τους πολίτες από τα υψηλά φορολογικά βάρη,
-έδωσε κίνητρα για επενδύσεις και απασχόληση,
-προώθησε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις,
-ενίσχυσε την αξιοπιστία, το κύρος και την πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας,
-αξιοποίησε τη δημοσιονομική ευελιξία, δίχως εκτροχιασμό,
-άδραξε τις ευκαιρίες της εποχής, όπως είναι το Ταμείο Ανάκαμψης,
-διατήρησε ένα υγιές και ασφαλές κρατικό ταμείο,
-δημιούργησε δημοσιονομικό χώρο για περαιτέρω παρεμβάσεις στήριξης της κοινωνίας, όπως είναι η μόνιμη, περαιτέρω, μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 350 εκατ. ευρώ από εφέτος και η διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού το τρέχον έτος,
-μείωσε κατακόρυφα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια,
-πέτυχε σταθερά αρνητικό κόστος δανεισμού στις αγορές χρήματος και χαμηλό κόστος δανεισμού στις αγορές κεφαλαίων, λαμβάνοντας υπόψη και τις συνθήκες που επικρατούν, διεθνώς, το τελευταίο διάστημα,
-βελτίωσε την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Ωστόσο, πρόσθεσε, «ως κυβέρνηση και ως οικονομικό επιτελείο δεν πανηγυρίζουμε ούτε εφησυχάζουμε». «Έχουμε - είπε - πλήρη συναίσθηση του γεγονότος ότι, παρά την πολλά υποσχόμενη "μεγάλη εικόνα", η "φωτογραφία της στιγμής" έχει "σκιές", εξαιτίας σημαντικών δυσκολιών και προκλήσεων. Δυσκολίες και προκλήσεις ενδογενούς και εξωγενούς προέλευσης. Αφενός, η χώρα έχει μεν βιώσιμο δημόσιο χρέος, όπως αναγνωρίζεται σε όλες τις ευρωπαϊκές αποφάσεις και εκτιμήσεις, αλλά αυτό είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Η Ελλάδα εμφάνισε υψηλό πρωτογενές έλλειμμα, προκειμένου- και ορθώς- να διαμορφώσει ένα επαρκές "δίχτυ ασφαλείας" για την κοινωνία και την οικονομία. Η χώρα βρίσκεται, ακόμη, η μόνη στην Ευρώπη, σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, και δεν έχει επενδυτική βαθμίδα. Αφετέρου, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, νομισματική και δημοσιονομική πολιτική, σταδιακά, θα γίνονται πιο περιοριστικές. Η απουσία επενδυτικής βαθμίδας, μέσα στο περιβάλλον αβεβαιότητας που επικρατεί το τελευταίο διάστημα αναφορικά με τη νομισματική πολιτική στην Ευρώπη, είναι η αιτία που καθιστά τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων πιο ευαίσθητες στη διεθνή μεταβλητότητα» ανέφερε.
Και φυσικά, πρόσθεσε, «εξακολουθούμε να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τις προκλήσεις της πανδημίας, της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού, της κλιματικής κρίσης και της πράσινης μετάβασης, καθώς και με παλιές και νέες γεωπολιτικές προκλήσεις».
Συνεπώς, κατέληξε, «η συνέχιση της εφαρμογής μιας συνετής και υπεύθυνης οικονομικής πολιτικής, η συνέχιση της στήριξης της κοινωνίας απέναντι στις προαναφερθείσες προκλήσεις, με στοχευμένα μέτρα όμως, μέσα στο πλαίσιο των προβλέψεων του προϋπολογισμού, καθώς και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, των διαρθρωτικών αλλαγών και των αποκρατικοποιήσεων, αποτελούν αδήριτη ανάγκη».
Στη συνέχεια επανέλαβε τις 8 κεντρικές προτεραιότητες στην οικονομική πολιτική:
1. Διατήρηση υψηλών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης τα επόμενα χρόνια.
2. Περαιτέρω βελτίωση της σύνθεσης του ΑΕΠ, με σημαντική αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών.
3. Έξοδος της χώρας από το καθεστώς της Ενισχυμένης Εποπτείας, εντός του 2022. Προς αυτή την κατεύθυνση, είπε, «ολοκληρώνουμε επιτυχώς τις περιοδικές αξιολογήσεις των ευρωπαϊκών θεσμών, έχοντας ήδη θέσει το συγκεκριμένο ζήτημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
4. Επίτευξη μονοψήφιου ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών, εντός του 2022. Από το 2021, δύο συστημικά τραπεζικά ιδρύματα πέτυχαν μονοψήφιο ποσοστό, σημείωσε.
5. Σημαντική δημοσιονομική βελτίωση το 2022 και επίτευξη ρεαλιστικών πρωτογενών πλεονασμάτων, με κινητήριο μοχλό την υψηλή ανάπτυξη, από το 2023.
6. Απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας, το 2023.
7. Ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, υλοποιώντας πολιτικές, όπως είναι η μείωση των «κόκκινων» δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, η αξιοποίηση του δανειακού χαρτοφυλακίου του Ταμείου Ανάκαμψης, ύψους 12,7 δισ. ευρώ, και το νέο πλαίσιο για τη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους.
8. Ορθολογική αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων, με «αιχμή» το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και το νέο ΕΣΠΑ, συνολικού ύψους περίπου 80 δισ. ευρώ μέχρι το 2027. Ήδη, 103 έργα, με προϋπολογισμό άνω των 6 δισ. ευρώ, έχουν ενταχθεί στο Ταμείο. Έργα, όπως τόνισε, που βελτιώνουν την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής των πολιτών, καθώς αφορούν τομείς, όπως είναι η Υγεία, η Εκπαίδευση, η Έρευνα και Καινοτομία, η βελτίωση υπηρεσιών του Δημοσίου, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η Ενέργεια, οι Υποδομές και Μεταφορές, η Δικαιοσύνη, ο Πολιτισμός, η Αγροδιατροφή κ.ά.
Η χώρα, είπε, έχει λάβει την υψηλότερη προχρηματοδότηση στην Ευρώπη και έχει υποβάλει το πρώτο αίτημα πληρωμής. «Ενώ έχουν υπογραφεί επιχειρησιακές συμφωνίες με πιστωτικά ιδρύματα και διεθνείς τραπεζικούς φορείς (ΕΤΕπ, EBRD), για την αξιοποίηση του δανειακού χαρτοφυλακίου του Ταμείου. Οι επιδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προβλέπεται να απορροφηθούν στην Ελλάδα κατά τουλάχιστον 38% σε επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις με «πράσινο» πρόσημο» προσέθεσε.
Καταλήγοντας στην ομιλία του, ο υπουργός είπε ότι «συνεχίζουμε τον απαιτητικό, τον ανοδικό δρόμο, ώστε η θετική "μεγάλη εικόνα" της οικονομίας και οι ευοίωνες προοπτικές της να δικαιωθούν, το ταχύτερο δυνατόν, προσφέροντας σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις τα οφέλη της υψηλής, διατηρήσιμης και κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης, από εφέτος».