Εντός των στόχων που έχει θέσει η διοίκηση της ΔΕΗ -με την κατεύθυνση που έχει δοθεί και κάνει λόγο για επαναλαμβανόμενα EBITDA 800- 900 εκατ. ευρώ- θα κινηθεί η κερδοφορία της Επιχείρησης κατά την οικονομική χρήση του 2021, παρά τις δυσκολίες που δημιούργησε η πανδημία και το άλμα των τιμών των ρύπων και του φυσικού αερίου, σύμφωνα με ανώτατες πηγές της ΔΕΗ.
Από την έντυπη έκδοση
Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
[email protected]
Εντός των στόχων που έχει θέσει η διοίκηση της ΔΕΗ -με την κατεύθυνση που έχει δοθεί και κάνει λόγο για επαναλαμβανόμενα EBITDA 800- 900 εκατ. ευρώ- θα κινηθεί η κερδοφορία της Επιχείρησης κατά την οικονομική χρήση του 2021, παρά τις δυσκολίες που δημιούργησε η πανδημία και το άλμα των τιμών των ρύπων και του φυσικού αερίου, σύμφωνα με ανώτατες πηγές της ΔΕΗ.
Οι ίδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι το 2022 θα είναι μια καλύτερη χρονιά από το 2021, πιθανολογώντας ότι ο Ιανουάριος ίσως να αποδειχθεί ο χειρότερος μήνας της σοβούσας ενεργειακής κρίσης, οι παρενέργειες της οποίας πάντως έχουν γίνει αισθητές τόσο στους τελικούς καταναλωτές όσο και κυρίως στις επιχειρήσεις, για τις οποίες -όσον αφορά τη μέση τάση- το μέτρο στήριξης των επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ενεργοποιήθηκε μόλις τον Ιανουάριο. Παρενέργειες παρατηρούνται και στην πορεία της μετοχής της ΔΕΗ, με τις πηγές να εμφανίζονται ωστόσο καθησυχαστικές, υπογραμμίζοντας ότι «η μετοχή έχει επηρεαστεί από τη διεθνή συγκυρία, εφόσον όμως τα θεμελιώδη μεγέθη της Επιχείρησης είναι υγιή και βαίνουν βελτιούμενα, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας».
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το 2021 η ΔΕΗ κατόρθωσε να περιορίσει το «στοκ» των ληξιπρόθεσμων οφειλών καταναλωτών προς την ίδια -συμπεριλαμβανομένων των «παλιών» οφειλών που εισπράττονται πιο δύσκολα-, γεγονός που δημιουργεί συγκρατημένη αισιοδοξία για τη διαχείριση πιθανών νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών που θα «γεννηθούν» λόγω της τρέχουσας κρίσης, με την εικόνα των πρώτων μηνών του έτους να εμφανίζεται προς στιγμή διαχειρίσιμη. Αναφορικά με την πορεία των χονδρεμπορικών τιμών ρεύματος, τα ανώτατα στελέχη της ΔΕΗ διατύπωσαν την εκτίμηση ότι θα ξεκινήσουν να αποκλιμακώνονται τους επόμενους μήνες, χωρίς να επιστρέψουν στα χαμηλά επίπεδα του 2021 (δηλαδή στα επίπεδα των 50 ευρώ/MWh). «Το πιθανότερο σενάριο είναι ότι θα δούμε το 2023 τις τιμές στα επίπεδα του 2019, δηλαδή κοντά στα 65-70 ευρώ/MWh». Κατά τις ίδιες πηγές, το ενδεχόμενο αναταράξεων στις αγορές ενέργειας εξαιτίας ενός θερμού επεισοδίου στην Ουκρανία δεν μπορεί να αποκλειστεί, όμως αυτές θα είναι παροδικές.
Ερωτώμενες για τις επιπτώσεις των υψηλών τιμών ρύπων και φυσικού αερίου στα αποτελέσματα της ΔΕΗ, οι πηγές υπογράμμιζαν ότι η λειτουργική κερδοφορία «θωρακίζεται» μέσω της διενέργειας πράξης αντιστάθμισης κινδύνου (hedging) των τιμών των ρύπων και του φυσικού αερίου, ενώ προστατεύεται και έναντι των διακυμάνσεων των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στην εγχώρια αγορά με αγορές ενέργειας από το εξωτερικό. Μια σημαντική ένεση ρευστότητας, εξάλλου, θα έρθει το αμέσως επόμενο διάστημα, καθώς έως το τέλος Φεβρουαρίου αναμένεται να ολοκληρωθεί η συμφωνία εξαγοράς του 49% του ΔΕΔΔΗΕ από τους Αυστραλούς της Macquarie και να εισρεύσουν στα ταμεία της ΔΕΗ μετρητά ύψους 1,3 δισ. ευρώ, που θα αξιοποιηθούν για επενδύσεις, αλλά και για τη μείωση του χρέους της Επιχείρησης.
Ένα άλλο σημαντικό «ορόσημο» που έρχεται για τη ΔΕΗ είναι η ολοκλήρωση και η θέση σε δοκιμαστική λειτουργία -εντός του καλοκαιριού- της λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδας 5, ισχύος 660 MW, με την έναρξη της εμπορικής λειτουργίας να τοποθετείται στο τέλος του έτους ή στις αρχές του 2023. Όπως τονίστηκε, με τις τρέχουσες υψηλές τιμές ηλεκτρισμού η λειτουργία της μονάδας με καύσιμο το λιγνίτη είναι εφικτή και θα μπορεί να «μπαίνει» στο Σύστημα. Καθώς όμως θεωρείται βέβαιο ότι οι τιμές συν τω χρόνω θα αποκλιμακωθούν, προχωρά κανονικά ο σχεδιασμός της Επιχείρησης για μετατροπή της σε μονάδα φυσικού αερίου, χωρίς να έχει ληφθεί ακόμα η τελική επενδυτική απόφαση, καθώς δεν έχουν ολοκληρωθεί οι απαραίτητες μελέτες. Την ίδια στιγμή, ξεδιπλώνεται ο σχεδιασμός της ΔΕΗ για ανάπτυξη του χαρτοφυλακίου των ΑΠΕ της στην Ελλάδα, αλλά και στις αγορές των Βαλκανίων, με αρμόδια στελέχη να επισημαίνουν ότι «σκανάρουμε εξαντλητικά τις ευκαιρίες σε όλες τις αγορές και πιστεύουμε ότι έως το τέλος του έτους θα είμαστε έτοιμοι να κινηθούμε».
Τέλος, σε ερώτηση για το κατά πόσο η νέα ταξινομία της Ε.Ε. για τις πράσινες επενδύσεις δυσχεραίνει τις μελλοντικές επενδύσεις σε φυσικό αέριο -δεδομένων των αυστηρών όρων που έχουν τεθεί- οι αρμόδιες πηγές της ΔΕΗ παραδέχθηκαν τις ενδεχόμενες δυσκολίες στη χρηματοδότηση, επισημαίνοντας όμως ότι «από την άλλη δίνει σήμα σε όλη την αγορά να κινηθεί γρήγορα ώστε να πληροί τους όρους για να θεωρούνται βιώσιμες οι επενδύσεις σε φυσικό αέριο. Εφόσον, για παράδειγμα, πρέπει στο μίγμα καυσίμου των μονάδων να υπάρχει και πράσινο υδρογόνο προκειμένου να επιτευχθούν τα όρια των εκπομπών ρύπων, τότε η αγορά αναγκαστικά θα κινηθεί προς την κατεύθυνση αυτή το ταχύτερο δυνατό»