Ο πληθωρισμός ρίχνει πλέον βαριά τη σκιά του πάνω στον Ευρωπαίο καταναλωτή, όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία της Eurostat για τις πωλήσεις λιανικής, με τον τιμάριθμο να καταρρίπτει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο επανακαθορίζοντας τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, με την αγορά κρατικών ομολόγων να έχει πάρει σαφή θέση έχοντας ήδη προεξοφλήσει τη νέα εποχή του «σφιχτού χρήματος» που έρχεται καταιγιστικά και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Ο πληθωρισμός ρίχνει πλέον βαριά τη σκιά του πάνω στον Ευρωπαίο καταναλωτή, όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία της Eurostat για τις πωλήσεις λιανικής, με τον τιμάριθμο να καταρρίπτει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο επανακαθορίζοντας τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, με την αγορά κρατικών ομολόγων να έχει πάρει σαφή θέση έχοντας ήδη προεξοφλήσει τη νέα εποχή του «σφιχτού χρήματος» που έρχεται καταιγιστικά και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Με το καλάθι του καταναλωτή να έχει πάρει «φωτιά», καθώς ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο στο 5% και 5,1% αντίστοιχα, οι καταναλωτές «φρέναραν» τις δαπάνες τους, σε μία εξέλιξη που φαίνεται να επαληθεύει τις Κασσάνδρες οι οποίες έκαναν λόγο για επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη. Τα στοιχεία της Eurostat για τον Δεκέμβριο του 2021 έδειξαν ότι οι πωλήσεις λιανικής στην Ευρωζώνη ήταν πολύ πιο εξασθενημένες απ’ ό,τι αναμενόταν, παρά την εορταστική περίοδο που είθισται να παρατηρείται έντονη αγοραστική δραστηριότητα, καταδεικνύοντας την πρώτη αισθητή και σοβαρή επίπτωση στον καταναλωτή. Οι πωλήσεις λιανικής μειώθηκαν 3% σε μηνιαία βάση, καταγράφοντας πτώση για πρώτη φορά μετά τον Ιούλιο, παρότι σε ετήσια βάση αυξήθηκαν 2%. Οικονομολόγοι του Reuters είχαν προβλέψει μείωση μόλις 0,5% στον μήνα και αύξηση 5,1% συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2020. Οι online πωλήσεις, που εκτινάχθηκαν στα ύψη στη διάρκεια της πανδημίας, υποχώρησαν 3,9% σε μηνιαία βάση και 3,2% σε ετήσια, καθώς οι περισσότερες κυβερνήσεις απέσυραν τα περιοριστικά μέτρα. Ενδεικτικό της γενικευμένης ακρίβειας είναι το γεγονός ότι οι πωλήσεις δεν μειώθηκαν μόνο στα είδη διατροφής, αλλά και σε διαρκή αγαθά, όπου, εξαιρουμένων των αυτοκινήτων, είχαν πτώση 5,2% έναντι του Νοεμβρίου.
Η ΕΚΤ παραδέχθηκε στην προχθεσινή της συνεδρίαση για πρώτη φορά ότι ο κίνδυνος του πληθωρισμού είναι ανοδικός και άφησε ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα, ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες. Η αλλαγή στάσης εντάσσεται στη γενικότερη επανατοποθέτηση των κορυφαίων κεντρικών τραπεζών του πλανήτη, με την πλάστιγγα να γέρνει σαφώς προς μία αυστηρότερη νομισματική πολιτική, προοιωνίζοντας το μεγαλύτερο «κύμα σύσφιγξης» έπειτα από πολλά χρόνια. Αυτό σημαίνει μία ξαφνική υπαναχώρηση των «περιστεριών» και προβάδισμα των «γερακιών», με αναλυτές του Reuters να κρούουν ωστόσο τον κώδωνα του κινδύνου για λάθος πολιτική, καθώς τα οικονομικά θεμελιώδη δεν αλλάζουν τόσο γρήγορα. Το πρόβλημα είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες τελούν υπό κοινωνική και πολιτική πίεση να αντιμετωπίσουν τη ραγδαία αύξηση των τιμών, που υπονομεύει τα έσοδα των νοικοκυριών, συμπιέζει τον πλούτο και ανοίγει την πόρτα σε νέο κύκλο νομισματικής πολιτικής. Όμως, η νομισματική πολιτική είναι αναποτελεσματική στο να τιθασεύσει τις τιμολογιακές πιέσεις σε άμεσο χρονικό ορίζοντα και η οιαδήποτε δράση θα αρχίσει να έχει αντίκτυπο όταν ο πληθωρισμός εκτονωθεί από μόνος του. Άλλωστε, δεν υπάρχει τίποτε που θα μπορούσε να κάνει η νομισματική πολιτική για να αποσυμφορήσει τις παγκόσμιες τιμές εμπορευμάτων, όπως πετρέλαιο, φυσικό αέριο και σιτηρά, που αποτελούν την κινητήρια δύναμη για την αύξηση του πληθωρισμού.
Η ΕΚΤ, με τη φρασεολογία που χρησιμοποίησε στη συνεδρίαση της Πέμπτης, έβαλε στο τραπέζι μία επιτοκιακή αύξηση το 2022, καθώς, όπως λέει και ο οικονομολόγος της UBS Πολ Ντόνοβαν, οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν να αγνοήσουν κάτι που έχει θορυβήσει το κοινωνικό σύνολο. Τα «περιστέρια έκαναν πίσω», σημειώνει η Bank of America. Αξιωματούχος της ΕΚΤ, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, επιβεβαίωσε ότι ο αριθμός των «περιστεριών» έχει μειωθεί κατά το ήμισυ και στη συνεδρίαση του Μαρτίου τα «γεράκια» θα είναι η πλειοψηφία. «Το πρώτο πράγμα που ζητούν τώρα να επιταχυνθεί είναι το tapering και μετά θα εξετάσουν την επιτοκιακή αύξηση», σημειώνει.
Αναλυτές της Goldman Sachs και της Deutsche Bank πάντως προβλέπουν ότι η ΕΚΤ θα αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια τον Σεπτέμβριο κατά 25 μονάδες βάσης, για να ακολουθήσει μία ακόμη αντίστοιχη αύξηση τον Δεκέμβριο, οδηγώντας το επιτόκιο καταθέσεων από το σημερινό επίπεδο του -0,50% στο μηδέν για πρώτη φορά από το 2014. Η τελευταία φορά που η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια ήταν το 2011. Ένα τέτοιο χρονοδιάγραμμα σημαίνει και πιο σύντομη λήξη των αγορών ομολόγων, με Goldman και Deutsche Bank να προβλέπουν τερματισμό τον Ιούνιο. Πηγές εκ των έσω της ΕΚΤ ανέφεραν στο Reuters ότι η ΕΚΤ μπορεί τώρα να ολοκληρώσει το κανονικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της (ΑΡΡ) πολύ πιο γρήγορα.
Σε αλλαγή τόνου προχώρησε και το μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ και διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Φινλανδίας, Όλι Ρεν, ο οποίος σε συνέντευξή του ανέφερε ότι θα ήταν λογικό για την ΕΚΤ να αυξήσει τα επιτόκιά της το αργότερο έως το επόμενο έτος, εάν δεν υπάρξουν νέες εξάρσεις της πανδημίας ή νέες γεωπολιτικές εντάσεις. Ωστόσο, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Γαλλίας, Βιλερουά ντε Γκαλό, τάχθηκε ανοικτά κατά των στοιχημάτων των αγορών για επικείμενες επιτοκιακές αυξήσεις, λέγοντας ότι «δεν θα πρέπει να σπεύσουμε σε συμπεράσματα» ως προς τον χρόνο που η ΕΚΤ σκοπεύει να κάνει την κίνηση. Ο Βιλερουά είπε ακόμη ότι «η κατεύθυνση του ταξιδιού δεν είναι αυτή τη στιγμή σαφής και ότι η ΕΚΤ θα ακολουθήσει μία σταδιακή προσέγγιση αφήνοντας συνεχώς ανοικτές όλες τις επιλογές της».
Την προσοχή ότι οι κορυφαίες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη εισέρχονται «στη μεγαλύτερη σύσφιγξη των πολιτικών ποσοτικής χαλάρωσης στην ιστορία τους» εφιστούν αναλυτές της Morgan Stanley, εκτιμώντας ότι μέτρα νομισματικής στήριξης ύψους 2,2 τρισ. δολαρίων θα εξαφανιστούν τους επόμενους 12 μήνες. Η αλματώδης άνοδος του πληθωρισμού αναγκάζει τις Φέντεραλ Ριζέρβ, ΕΚΤ, Τράπεζα της Αγγλίας και κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας να αποσύρουν τα μέτρα στήριξης που χρησιμοποίησαν στη διάρκεια της πανδημίας.
Στον νέο κύκλο της αγοράς βρίσκονται πλέον και τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, όπως ανέφερε trader της εγχώριας δευτερογενούς αγοράς. Η απόδοση της παλαιάς 10ετίας (λήξης του 2031) πέρασε το φράγμα του 2%, διαμορφούμενη στο 2,06%, ενώ η νέα 10ετία λήξης 2032 εκτινάχθηκε στο 2,24%, με το spread πλέον στις 204 μονάδες βάσης. Στην πενταετία πέρασε το φράγμα του 1%, κινούμενη στο 1,14%.
Νέο «σφυροκόπημα» δέχθηκαν και τα ιταλικά κρατικά ομόλογα. Μετά την άνοδο των 20 μονάδων βάσης της Πέμπτης, η απόδοση του 10ετούς ξέφυγε προς στιγμή στο 1,757%, με το spread στο υψηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2020, στις 153 μονάδες βάσης.
Στην υπόλοιπη Ευρωζώνη, η γερμανική 10ετία εκτινάχθηκε στο 0,229%, στο υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2019, ενώ έπεσαν και τα τελευταία «προπύργια» των μηδενικών αποδόσεων: η απόδοση του πενταετούς γερμανικού γύρισε προς στιγμή σε θετικό έδαφος για πρώτη φορά από το 2008, ενώ και του αντίστοιχου ολλανδικού κινήθηκε πάνω από το μηδέν για πρώτη φορά από τον Νοέμβριο του 2018. Οι αποδόσεις των διετών γερμανικών καθοδήγησαν το sell off παρουσιάζοντας αυτή την εβδομάδα άνοδο 34 μονάδων βάσης, στη μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδο από το 2008.
Στο ίδιο μήκος κύματος και οι αμερικανικές αποδόσεις, με αυτή της 10ετίας να εκτινάσσεται στο 1,93%, στο υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2020.