Πλάνο 45-50 εκατ. ευρώ έως το 2025 προωθεί η Αθηναϊκή Ζυθοποιία για την υποστήριξη παραγωγικών αλλά και βιώσιμων επενδύσεων, παρά τη συγκυρία της πανδημίας και των πληθωριστικών πιέσεων, καθώς, όπως τονίζει στη «Ν» ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Αλέξανδρος Δανιηλίδης, «για μια εταιρεία που στοχεύει στην ανάπτυξη και που έχει πολύ σημαντικές παραγωγικές δραστηριότητες στη χώρα, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να επενδύουμε».
Από την έντυπη έκδοση
Στη Δανάη Αλεξάκη
[email protected]
Πλάνο 45-50 εκατ. ευρώ έως το 2025 προωθεί η Αθηναϊκή Ζυθοποιία για την υποστήριξη παραγωγικών αλλά και βιώσιμων επενδύσεων, παρά τη συγκυρία της πανδημίας και των πληθωριστικών πιέσεων, καθώς, όπως τονίζει στη «Ν» ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Αλέξανδρος Δανιηλίδης, «για μια εταιρεία που στοχεύει στην ανάπτυξη και που έχει πολύ σημαντικές παραγωγικές δραστηριότητες στη χώρα, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να επενδύουμε».
Για την πορεία της συνολικής αγοράς της μπίρας ο ίδιος αναφέρει ότι το 2021 δεν κατάφερε να «πιάσει» τις προ Covid-19 επιδόσεις, κάλυψε, ωστόσο, σημαντικό μέρος της πτώσης του 2020. Σε ό,τι αφορά το πεδίο των ανατιμήσεων, εκτιμά ότι η επιβάρυνση για τον καταναλωτή στην τελική τιμή στο ράφι θα είναι σε χαμηλό, μονοψήφιο ποσοστό, ωστόσο, όπως επισημαίνει, η αγορά θα επιστρατεύσει ακόμα πιο στοχευμένες προσφορές.
Η πληθωριστική συγκυρία βαραίνει ιδιαίτερα τη βιομηχανία. Πώς διαμορφώνεται η κατάσταση στον κλάδο της μπίρας και τι δυνατότητες διαχείρισης έχουν οι επιχειρήσεις ώστε να εξασφαλίσουν υγιή χρηματοοικονομική δραστηριότητα;
«Καταρχήν πρόκειται για μια παγκόσμια συγκυρία, όχι μόνο ελληνική, και αυτό κάνει τη διαχείριση της κατάστασης πιο δύσκολη. Γιατί στον κλάδο τον δικό μας, στη ζυθοποιία, όλοι οι παράγοντες που βρίσκονται πίσω από το χτίσιμο του κόστους των προϊόντων μας, τόσο στην παραγωγή όσο και στη διακίνηση, επηρεάζονται από αυτή την κρίση, το κόστος ενέργειας, πρώτων υλών, υλικών συσκευασίας κτλ. Με δεδομένα ότι το ποσοστό της επιβάρυνσης, όσον αφορά το κόστος παραγωγής και διακίνησης, για εμάς διαμορφώνεται σε βαρύ διψήφιο νούμερο και την προτεραιότητά μας να διατηρήσουμε τις τιμές μας σε προσιτά για τον καταναλωτή επίπεδα, έχουμε μόνο μία επιλογή. Να απορροφήσουμε σημαντικό μέρος του κόστους αυτού, ώστε η επιβάρυνση του καταναλωτή να είναι περιορισμένη. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε πως η τιμή της μπίρας στην Ελλάδα, αν αφαιρέσεις τους τεράστιους φόρους που υπάρχουν σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι χαμηλή. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι ο υψηλός ΦΠΑ και ο δυσθεώρητος Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης. Ο καταναλωτής όταν αγοράζει "βλέπει" μια ενιαία τελική τιμή στο προϊόν και έτσι δεν είναι δυνατόν να καταλάβει τη σημαντική επίδραση των φόρων και το πώς αυτοί επηρεάζουν την τιμή του προϊόντος».
Η συγκυρία συμπεριλαμβανομένης και της κρίσης Covid-19 «ευνοεί» το να ανοίξει ξανά το θέμα της μείωσης του ΕΦΚ στην μπίρα;
«Είναι κατανοητό από όλους μας ότι σε μια εποχή που έπρεπε να υποστηριχθούν πολλοί και διαφορετικοί κλάδοι, δεν είναι εύκολο να βρεθούν, ειδικά για την μπίρα, οι πόροι για να μειωθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης. Από την άλλη, να μην ξεχνάμε πως ο κλάδος μας έχει τεράστια επίδραση στην ελληνική οικονομία. Προσφέρει χιλιάδες θέσεις εργασίας, άμεσες και έμμεσες, υποστηρίζει τον πρωτογενή τομέα, ενώ εξάγει πολύ περισσότερο απ' ό,τι εισάγει, όταν μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες της οικονομίας μας ιστορικά είναι το εμπορικό ισοζύγιο. Και εμείς ως εταιρεία είμαστε τρανό παράδειγμα, με τις εξαγωγές μας να είναι ασύγκριτα μεγαλύτερες από τις ελάχιστες εισαγωγές».
Σε τι επίπεδο θα κυμανθεί η ανατίμηση στην μπίρα στη λιανική;
«Μεσοσταθμικά ο καταναλωτής θα δει στα προϊόντα μας χαμηλό προς μέσο μονοψήφιο ποσοστό αύξησης. Το οποίο, συγκριτικά με την αύξηση του κόστους που έχουμε, οφείλεται σε μια πολύ μεγάλη προσπάθεια που κάνουμε να μην επιβαρύνουμε τον καταναλωτή πολύ και παράλληλα με στοχευμένες προωθητικές ενέργειες να κάνουμε τα προϊόντα ακόμα πιο προσιτά, ώστε να αντιλαμβάνεται ο καταναλωτής το όφελος που παίρνει στο μέγιστο δυνατό σημείο. Σημαντικό να αναφέρουμε ότι η μπίρα είναι μία από τις κατηγορίες που στο σούπερ μάρκετ έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά προωθητικών ενεργειών, δηλαδή 80% -πιθανώς και παραπάνω- των προϊόντων που πωλούνται είναι σε καθεστώς προσφοράς. Αυτό δείχνει και πόσο ανταγωνιστική είναι η αγορά της μπίρας στην Ελλάδα».
Πώς αναμένετε να κινηθεί η αγορά μπίρας;
«Το 2021 κάλυψε σημαντικό μέρος της πτώσης του 2020, δεν φθάσαμε όμως σε καμία περίπτωση τα επίπεδα του 2019. Στην Αθηναϊκή Ζυθοποιία το 2022 στοχεύουμε να είναι χρονιά ανάπτυξης σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων μας. Σίγουρα η χρονιά δεν έχει ξεκινήσει όπως θα θέλαμε, καθώς η επίδραση της μετάλλαξης Όμικρον και ο υψηλός αριθμός κρουσμάτων δεν είχαν προβλεφθεί. Από το δεύτερο εξάμηνο του έτους εκτιμούμε ότι τα πράγματα θα έχουν μια πιο θετική εξέλιξη».
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, πού εστιάζει η φετινή στρατηγική της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας;
«Θέλουμε να ακολουθήσουμε την ανάπτυξη της αγοράς προσπαθώντας να προσφέρουμε σε καταναλωτές και εμπόριο τιμές οι οποίες θα είναι μεν αυξημένες, αλλά σε τέτοιο βαθμό που να είναι διαχειρίσιμες. Εστιάζουμε παράλληλα στην ενίσχυση του προϊοντικού χαρτοφυλακίου, ώστε να καλύπτει όλο το εύρος των περιστάσεων κατανάλωσης, ενώ επιδιώκουμε να ενισχύσουμε και την εξωστρέφειά μας. Είμαστε πολύ περήφανοι που το 2021 οι εξαγωγές μας ενισχύθηκαν περαιτέρω. Πολύ σημαντικό επίσης να αναφέρουμε ότι το 2022 θα είναι μια χρονιά πλήρους ανάπτυξης της συνεργασίας μας με την Bacardi, που σίγουρα θα ενισχύσει περαιτέρω τη θετική μας πορεία».
Αναφέρατε τις επιδόσεις των εξαγωγών. Ποια είναι η στόχευση σε αυτό το πεδίο;
«Κάνουμε εξαγωγές σε πολλές ευρωπαϊκές και ασιατικές χώρες και το σημαντικό είναι ότι συνεχώς προσθέτουμε κωδικούς. Με την υποστήριξη της μητρικής μας εταιρείας η εξαγωγική δραστηριότητα συνεχίζει να αυξάνεται. Ο στόχος είναι οι εξαγωγές να αποτελούν σταθερά διψήφιο ποσοστό του όγκου. Ήδη έχουμε καταφέρει να ξεπεράσουμε το 10% και ευελπιστούμε ότι θα φτάσουμε το 15%».
Σε επενδυτικό επίπεδο τι προβλέπει ο σχεδιασμός για την επόμενη περίοδο;
«Ο σχεδιασμός για την περίοδο 2022- 2025 έχει προβλέψει κεφάλαια της τάξεως των 45-50 εκατ. ευρώ. Δεδομένου όμως ότι παραμένουμε σε μια συνθήκη πανδημίας η οποία είναι δυναμική, τα πλάνα αξιολογούνται συνεχώς. Ωστόσο, για μια εταιρεία που στοχεύει στην ανάπτυξη και που έχει πολύ σημαντικές παραγωγικές δραστηριότητες στη χώρα, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να επενδύουμε. Υπάρχουν οι επενδύσεις οι οποίες αφορούν τη βελτιστοποίηση των δραστηριοτήτων μας στις παραγωγικές μας μονάδες και υπάρχουν και οι δεσμεύσεις μας για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η Αθηναϊκή Ζυθοποιία έχει θέσει ως στόχο μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έως το 2030 στην παραγωγή και ήδη προωθούμε σημαντικές επενδύσεις προς αυτή την κατεύθυνση».
Ποια είναι τα πρώτα δείγματα γραφής της συνεργασίας με την Bacardi; Εξετάζεται η διεύρυνση του χαρτοφυλακίου των στρατηγικών συνεργασιών;
«Το ξεκίνημα της συνεργασίας με την Bacardi ήταν πολύ θετικό από πλευράς αποτελεσμάτων, αλλά όχι μόνο. Είναι σημαντικό να βλέπουμε πως η αγορά μάς εμπιστεύεται γιατί είμαστε διαχρονικά σωστοί συνεργάτες. Αυτό δεν αφορά το μέγεθος της εταιρείας, αλλά τη φήμη για τις αρχές που μας διέπουν και στο πόσο σοβαρά διαχειριζόμαστε τις συνεργασίες. Προς το παρόν είμαστε αφοσιωμένοι στο να "χτίσουμε" σωστά τη συνεργασία με την Bacardi, γιατί ως εταιρεία έχουμε τη λογική όταν κάνεις ένα καινούργιο στρατηγικό βήμα, πρέπει να είσαι προσεκτικός. Αν στο μέλλον προκύψουν και άλλες ευκαιρίες, τότε θα τις αξιολογήσουμε κατά περίπτωση. Είμαστε σε μια εποχή που οι πάντες αναζητούν τους τρόπους που θα γίνουν πιο αποδοτικοί και θα καλύψουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις καταναλωτικές ανάγκες που αλλάζουν με μεγάλη ταχύτητα. Αυτό νομίζω είναι το πιο σημαντικό στρατηγικά σημείο για όλες τις εταιρείες, πώς θα μπορούν να παρακολουθούν τις αλλαγές στις καταναλωτικές ανάγκες και να προσαρμόζονται άμεσα σε αυτές».