Ο ρυθμός με τον οποίο θεσμικοί επενδυτές, ιδιωτικά funds και συνταξιοδοτικά ταμεία, αγοράζουν κατοικίες επιταχύνεται στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, εκτοξεύοντας τις τιμές των κατοικιών, σύμφωνα με έρευνα.
Ο ρυθμός με τον οποίο θεσμικοί επενδυτές, ιδιωτικά funds και συνταξιοδοτικά ταμεία, αγοράζουν κατοικίες επιταχύνεται στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, εκτοξεύοντας τις τιμές των κατοικιών, σύμφωνα με έρευνα.
Με τις χώρες σε όλη την Ευρώπη να αντιμετωπίζουν τη συμπίεση λόγω των υψηλών ενοικίων, των τιμών των ακινήτων και του ενεργειακού κόστους, ο ρόλος των θεσμικών ιδιοκτητών στην αγορά κατοικίας γίνεται όλο και περισσότερο στόχος δημόσιας οργής, αναφέρει ο Guardian.
Η ιρλανδική κυβέρνηση προσπάθησε πέρυσι να αποθαρρύνει τις πολλαπλές αγορές κατοικιών από μεγάλους επενδυτές αυξάνοντας το τέλος χαρτοσήμου στο 10% για την αγορά περισσότερων από 10 κατοικιών.
Η αριστερή κυβέρνηση της Ισπανίας επιδιώκει να απαγορεύσει την πώληση κοινωνικών κατοικιών σε επενδυτικά ταμεία και να επιβάλει ελέγχους ενοικίων.
Οι κάτοικοι του Βερολίνου ψήφισαν σε δημοψήφισμα πέρυσι υπέρ μιας πρότασης σύμφωνα με την οποία τα σπίτια που ανήκουν σε ιδιωτικές εταιρείες ακινήτων με περισσότερες από 3.000 κατοικίες θα πρέπει να τεθούν σε δημόσια ιδιοκτησία.
Ο Kim van Sparrentak, ευρωβουλευτής των Πρασίνων δήλωσε: «Οι μεγάλοι επενδυτές παίζουν Monopoly με τα σπίτια μας, εστιάζοντας μόνο στις αποδόσεις, αντί να παρέχουν ένα μέρος για να ζήσουν οι πολίτες».
«Η ΕΕ πρέπει να αναγνωρίσει ότι πρέπει να παίξει τον ρόλο της στη διασφάλιση οικονομικά προσιτών κατοικιών ως θεμελιώδες δικαίωμα των πολιτών. Αντί να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα,διευκολύνουν στην πραγματικότητα αυτήν την τάση. Χρειαζόμαστε αυστηρούς κανονισμούς για να εμποδίσουμε τους μεγάλους επενδυτές να εξαγοράσουν το στεγαστικό μας απόθεμα».
Τα χαμηλά επιτόκια έχουν ενθαρρύνει τους επενδυτές να αναζητήσουν απόδοσεις κερδών εκτός των «παραδοσιακών» περιουσιακών στοιχείων -όπως τα κρατικά ομόλογα- και να μετακινηθούν σε νέες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των κατοικιών, υποστηρίζει έκθεση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων Preqin, περισσότεροι από 4.000 θεσμικοί επενδυτές «έσπρωξαν» περίπου 3,6 τρις δολάρια από τα περιουσιακά τους στοιχεία συνολικού ύψους 136 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε ευρωπαϊκά ακίνητα τον Αύγουστο του 2021. Η αξία των χαρτοφυλακίων ακινήτων λέγεται ότι είναι περίπου 2 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Ο όγκος των αγορών στην Ευρώπη έφτασε τα 64 δισεκατομμύρια ευρώ (53 δισεκατομμύρια λίρες) το 2020, με το απόθεμα κατοικιών αξίας περίπου 150 δισεκατομμυρίων ευρώ να εκτιμάται ότι βρίσκεται στα χέρια μεγάλων επενδυτών.
Στο Βερολίνο, στεγαστικά περιουσιακά στοιχεία αξίας 40 δισ. ευρώ ανήκουν σε θεσμικά χαρτοφυλάκια. Πρόκειται για αξία διπλάσια από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη, στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα. Ακολουθούν Λονδίνο, Άμστερνταμ, Παρίσι και Βιέννη, σύμφωνα με την Preqin.
Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την Daniela Gabor, καθηγήτρια οικονομικών και μακροοικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αγγλίας, και τον Sebastian Kohl του Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, δείχνει ότι το real estate στην Ευρώπη γίνεται ολοένα και πιο ελκυστικό για τους επενδυτές.
Η εταιρεία private equity Blackstone, εταιρεία κολοσσός στην διαχείριση κεφαλαίων παγκοσμίως , ανέφερε πως 230 δισεκατομμύρια δολάρια διατέθηκαν σε ακίνητα τον Σεπτέμβριο του 2021.
Ωστόσο αποσείει από πάνω της τις ευθύνες για την αύξηση των ενοικίων.
Κατά την Blackstone αιτία των αυξήσεων είναι «η υποπροσφορά κατοικιών σε όλο τον κόσμο»
«Η Blackstone κατέχει ένα μικρό κλάσμα των δεκάδων εκατομμυρίων ενοικιαζόμενων ακινήτων στην Ευρώπη. Δεδομένων των επιπέδων ιδιοκτησίας μας, δεν έχουμε τη δυνατότητα να επηρεάσουμε τις ευρύτερες τάσεις των ενοικίων και οποιοσδήποτε υποδηλώνει ότι ένας τόσο μικρός παίκτης θα μπορούσε να επηρεάσει τις τιμές ενοικίασης εμπλέκεται σε μια εσκεμμένη παρανόηση του τρόπου λειτουργίας της αγοράς» ανέφερε εκπρόσωπός της.
naftemporiki.gr