Ένα βήμα πιο κοντά στην έξοδο της χώρας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας φέρνει η ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων κυβέρνησης –θεσμών αυτή την εβδομάδα για τη 13η μεταμνημονιακη αξιολόγηση.
Της Ραλλούς Αλεξοπούλου
[email protected]
Ένα βήμα πιο κοντά στην έξοδο της χώρας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας φέρνει η ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων κυβέρνησης –θεσμών αυτή την εβδομάδα για τη 13η μεταμνημονιακη αξιολόγηση.
Αν και πρόκειται για μια αξιολόγηση η οποία δεν συνδέεται με την εκταμίευση κάποια δόσης, ωστόσο έχει ιδιαίτερη αξία καθώς κυβέρνηση και θεσμοί εστιάζουν πλέον στο κλείσιμο όλων των εκκρεμοτήτων που σχετίζονται με τις δεσμεύσεις της χώρας, όπως αυτές καθορίστηκαν στο Eurogroup του Ιουνίου του 2018 θέτοντας την Ελλάδα σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Εκκρεμότητες που έχουν να κάνουν κυρίως με την πορεία απομείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες (ειδικά στο σκέλος των εκκρεμών συντάξεων), τον χρηματοπιστωτικό τομέα (ΤΧΣ, «κόκκινα» δάνεια, πλήρη λειτουργία του νέου πτωχευτικού) και στον ΕΝΦΙΑ.
Στο τραπέζι των διαβουλεύσεων κυβέρνησης – θεσμών που πραγματοποιήθηκαν βρέθηκε και η πορεία της ελληνικής οικονομίας. Το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι το 2021 το έλλειμμα θα είναι χαμηλότερο από 7% που ήταν η αρχική πρόβλεψη και το ΑΕΠ θα αυξηθεί με ρυθμό αρκετά υψηλότερο από 6,9% που προβλέπεται στον προϋπολογισμό του 2022.
Σε καλό δρόμο βρίσκονται οι διαβουλεύσεις σχετικά και με τον νέο πτωχευτικό νόμο και πιο συγκεκριμένα στη θεσμοθέτηση ενός ενδιάμεσου προγράμματος μέχρι να συσταθεί ο Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι θεσμοί φαίνεται ότι συμφώνησαν επί της αρχής στο μεταβατικό καθεστώς που προτείνει η ελληνική πλευρά για την προστασία της α΄ κατοικίας των ευάλωτων δανειοληπτών. Δηλαδή μέχρι να συσταθεί και να λειτουργήσει ο Φορέας, να υπάρξει μια επιδότηση των δόσεων δανείων η οποία θα καταβάλλεται απευθείας στις τράπεζες και στις εταιρίες διαχείρισης και να μην ενεργοποιούνται οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης. Αυτό που προτείνεται είναι η καταβολή στεγαστικού επιδόματος από 70 έως 210 ευρώ ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του ευάλωτου νοικοκυριού, την περιουσία και το εισόδημα του. Ο Φορέας εκτιμάται ότι θα λειτουργήσει εντός του 2023 και γι΄ αυτό το λόγο οι θεσμοί κατανοούν ότι για τους δανειολήπτες που θα οδηγούνται σε πτώχευση θα πρέπει να υπάρξει κάποιας μορφή στήριξη για το διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τη σύσταση του Φορέα. Το επόμενο χρονικό διάστημα αναμένεται να ξεκινήσουν συζητήσεις σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων προκειμένου να καθοριστούν οι λεπτομέρειες, αν και όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, αυτό που φαίνεται να επιδιώκουν οι θεσμοί είναι να τεθούν κριτήρια ώστε να «στηριχθούν» εκείνοι οι δανειολήπτες οι οποίοι είναι πραγματικά ευάλωτοι.
Ένα ακόμα θέμα ιδιαίτερης σημασίας για τους θεσμούς αποτελεί το ζήτημα της εκκαθάρισης των οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες και ιδιαίτερα το ζήτημα απονομής των εκκρεμών συντάξεων. Σύμφωνα με τις κυβερνητικές δεσμεύσεις, το πρώτο εξάμηνο του έτους θα εκκαθαριστούν οι συσσωρευμένες εκκρεμείς συντάξεις.
Στο φορολογικό σκέλος, οι αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ ήταν ένα ακόμα ζήτημα προς συζήτηση με τους επικεφαλής των κλιμακίων των θεσμών. Με βάση τον προγραμματισμό του υπουργείου Οικονομικών, στις αρχές Φεβρουαρίου αναμένεται να ολοκληρωθεί η διαδικασία και ο νέος ΕΝΦΙΑ να πάρει την τελική του μορφή, με νέα κλίμακα στην οποία θα εφαρμόζονται «κόφτες», προκειμένου να περιορίζονται οι επιβαρύνσεις που δημιουργούνται σε ιδιοκτήτες ακινήτων από τις αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών. Το νομοσχέδιο, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή πριν τα τέλη του επόμενου μήνα προκειμένου μετά και την έκδοση των σχετικών υπουργικών αποφάσεων να ξεκινήσει η διαδικασία έκδοσης των νέων εκκαθαριστικών από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων.
Η έκθεση των θεσμών αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα τον Φεβρουάριο και θα συζητηθεί στο Eurogroup του Μαρτιίου. Αν και δεν συνδέεται με την εκταμίευση κάποιας δόσης, ωστόσο αποτελεί τον προθάλαμο για την έξοδο της χώρας από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας, περί τα τέλη Αυγούστου.
Από τα τέλη Φεβρουαρίου θα αρχίσει να μετρά αντίστροφα και ο χρόνος για την εξόφληση του δανείου του ΔΝΤ, ύψους 1,8 δις. ευρώ. Το ελληνικό αίτημα έχει ήδη κατατεθεί πριν το τέλος του 2021. Εφόσον όλα κυλήσουν ομαλά, το Μάρτιο εκτιμάται ότι θα πραγματοποιηθεί και η πρόωρη αποπληρωμή των δόσεων για τα έτη 2022 & 2023, ύψους 5,3 δισ. ευρώ, του δανείου που έλαβε η Ελλάδα από το πρώτο μνημόνιο.
Πριν λήξει η ενισχυμένη εποπτεία, θα πραγματοποιηθεί τουλάχιστον μία ακόμα, πιθανόν τελευταία, 14η αξιολόγηση με την ελληνική πλευρά να επιδιώκει την καταβολή των δύο δόσεων που απομένουν και αφορούν την επιστροφή των κερδών από την διακράτηση ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ κι άλλες κεντρικές τράπεζες (SMP’s & ANFA’s). Η μία εκ των δύο δρομολογείται έπειτα από την 14η αξιολόγηση ώστε το Eurogroup του Ιουνίου να εγκρίνει την εκταμίευση της. Η άλλη, που εκκρεμεί από το 2019, ενδέχεται να γίνει “πακέτο” με την τελευταία και έτσι η χώρα να εισπράξει το καλοκαίρι συνολικά το ποσό των 1,5 δισ. Ευρώ.
Μετά την έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, η ελληνική οικονομία θα αξιολογείται όπως κι οι υπόλοιπες χώρες που «πέρασαν» από μνημόνια όπως η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Κύπρος δηλαδή κάθε εξάμηνο αντί ανά τρίμηνο που ισχύει τώρα.
Η έξοδος από την ενισχυμένη εποπτεία ανοίγει το δρόμο για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης με στόχο την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας το 2023 ή αν αυτό καταστεί δυνατό ακόμα και πριν το τέλος του 2022.