Πολλά νέα πρόσωπα εμφανίστηκαν χθες γύρω από το τραπέζι του Eurogroup, στις Βρυξέλλες: Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, η Ολλανδή Ζίγκριντ Κάαγκ, η Λουξεμβούργια Γιουρίκο Μπάκες και Αυστριακός Μάγκνους Μπρούνερ, παραβρέθηκαν για πρώτη φορά στη συνεδρίαση, καθώς ανέλαβαν τα καθήκοντά τους μετά την τελευταία σύνοδο του Δεκεμβρίου.
Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Πολλά νέα πρόσωπα εμφανίστηκαν χθες γύρω από το τραπέζι του Eurogroup, στις Βρυξέλλες: Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, η Ολλανδή Ζίγκριντ Κάαγκ, η Λουξεμβούργια Γιουρίκο Μπάκες και Αυστριακός Μάγκνους Μπρούνερ, παραβρέθηκαν για πρώτη φορά στη συνεδρίαση, καθώς ανέλαβαν τα καθήκοντά τους μετά την τελευταία σύνοδο του Δεκεμβρίου.
Το πραγματικό ερώτημα βέβαια, που απασχολεί τους Ευρωπαίους πολίτες είναι αν οι αλλαγές αυτές στα πρόσωπα θα σημάνουν και αλλαγή πολιτικής. Αλλωστε, οι λεγόμενες «φειδωλές» χώρες του Βορρά, που επιζητούν διαρκώς την αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία, δεν είναι πλέον αυτό που ήταν μέχρι πέρυσι: Η νέα υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας, Ζίγκριντ Κάαγκ, ανήκει στο κόμμα D66 και θεωρείται αριστερή-φιλελεύθερη. Υποστηρίζει μια πιο ήπια πορεία για τους υπερχρεωμένους εταίρους της ΕΕ. Στην Αυστρία, επίσης είναι παρελθόν ο Γκέρνοτ Μπλούμελ, που ήταν υπέρμαχος της λιτότητας και μένει να φανεί πως θα κινηθεί ο διάδοχός του, Μάγκνους Μπούνερ στο υπουργείο Οικονομικών.
Το 2022 βρίσκει λοιπόν τις χώρες μέλη της ευρωζώνης στη γραμμή εκκίνησης για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά από σχετικά διαφορετικές θέσεις. Θα παραμείνει το Eurogroup χωρισμένο σε δύο στρατόπεδα; Στο «Βόρειο», που επεδίωκε το τέλος της δημοσιονομικής χαλάρωσης λόγω της πανδημίας και στο «Νότιο» που επιζητεί μεγαλύτερη ευελιξία στο Σύμφωνο; Θα παραμείνουν από το 2023, που τελειώνει η ρήτρα διαφυγής, οι κανόνες για τα ελλείμματα και το χρέος τόσο αυστηροί, όσο ήταν πριν από την κρίση; Θα οδηγηθεί η Ευρώπη σε μια νέα περίοδο λιτότητας;Οταν είναι φανερό πώς χρειάζεται επενδύσεις για να ενισχύσει την ανάπτυξη;
Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά και το αν «θα χαλαρώσει το πορτοφόλι της ΕΕ», όπως γράφει εύστοχα η ιστοσελίδα Politico- βρίσκεται στο Βερολίνο. Για τον λόγο αυτό, όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα χθες στον νέο υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας: Τον Κρίστιαν Λίντνερ,που αναμφίβολα έκλεψε την παράσταση χθες στη συνεδρίαση του Eurogroup. « Οι προσδοκίες της Ευρώπης από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών είναι υψηλές και προέρχονται από πολύ διαφορετικές κατευθύνσεις», γράφει η Tagesschau. «Οι βόρειες χώρες της ΕΕ θέλουν έναν σύμμαχο όσον αφορά την επαναφορά στη δημοσιονομική πειθαρχία. Οι χώρες από τη νότια Ευρώπη δείχνουν να βασίζονται στη νέα κυβέρνηση του Βερολίνου συνολικά, για να προωθήσουν τη δημοσιονομική χαλάρωση.Και οι δύο πλευρές μπορούν ακόμα να ελπίζουν», εκτιμά η γερμανική εφημερίδα.
Εξι εβδομάδες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Κρίστιαν Λίντνερ δεν έχει αποφασίσει ακόμη πώς ακριβώς θέλει να είναι η μεταρρύθμιση των κανόνων για το χρέος της ΕΕ. Ο Λίντνερ,έ χει μάλιστα φροντίσει να στείλει ανάμεικτα μηνύματα από τότε που διαδέχθηκε τον Όλαφ Σολτς στο υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας, καθώς είναι υποχρεωμένος να συμβιβαστεί και με τις απόψεις των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων. Στην πρώτη του ομιλία στο Γερμανικό κοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα, ο Λίντνερ είπε ότι η έμφαση πρέπει να δοθεί στο να καταστεί επιτυχές το Ταμείο Ανάκαμψης των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ, αντί να αναθεωρηθεί το σύμφωνο Σταθερότητας. Παραμονές της συνεδρίασης του Eurogroup, ο στενός συνεργάτης του Λίντνερ και υφυπουργός Οικονομικών, Φλόριαν Τόντσαρ αξίωσε την επιστροφή της ευρωζώνης στη δημοσιονομική πειθαρχία. «Οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης θα πρέπει να εξετάσουν τον περιορισμό του δανεισμού τους και την επιστροφή στη δημοσιονομική πειθαρχία νωρίτερα από το αναμενόμενο, εάν θέλουν να αποτρέψουν τις αγορές από το να αρχίσουν να τιμωρούν τις πιο υπερχρεωμένες χώρες», δήλωσε ο Τόντσαρ. Εστειλε μήνυμα μάλιστα και στον σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο, Ολαφ Σολτς ότι «η Γερμανία πρέπει να επαναφέρει την ευρωζώνη σε μια πιο ορθόδοξη στάση για τα δημόσια οικονομικά».
Το αντίπαλο δέος στον Λίντνερ στη χθεσινή συνεδρίαση ήταν ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρουνό Λε Μέρ. Με τον αέρα και της γαλλικής προεδρίας στην ΕΕ, ο Λε Μερ, κατέστησε σαφές σε όλους τους τόνους ότι «το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης στο σύνολό του μπορεί να μην είναι ξεπερασμένο, αλλά ο κανόνας του δημόσιου χρέους είναι», τόνισε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών σε συνέντευξή του στη γερμανική Die Welt,λίγο πριν την σύνοδο του Eurogroup. «Δείτε το επίπεδο του δημόσιου χρέους πριν την κρίση: Εκείνη την εποχή, υπήρχε ένα χάσμα σχεδόν 40 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ μεταξύ των περισσότερο και των λιγότερο χρεωμένων μελών της ευρωζώνης. Μετά την κρίση, ορισμένα κράτη μέλη έφτασαν το δημόσιο χρέος στο 168%, ενώ άλλα παρέμειναν γύρω στο 60-65%. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένα χάσμα 100 ποσοστιαίων μονάδων και πρέπει να το λάβουμε υπόψη», τόνισε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών. Πρόσθεσε μάλιστα με έμφαση ότι «οι κανόνες για το χρέος πρέπει να βασίζονται στην πραγματικότητα και όχι στα όνειρα. Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση; Προσαρμόζοντας τους κανόνες σε αυτή τη νέα πραγματικότητα» Υπάρχουν πολλές προτάσεις στο τραπέζι. Για παράδειγμα, η πρόταση του Επιτρόπου για την οικονομία, Πάολο Τζεντιλόνι, οι χώρες του ευρώ να έχουν διαφορετικά χρονοδιαγράμματα και στόχους για τη μείωση του χρέους.
Ο Γκούντραμ Βολφ, διευθυντή της δεξαμενής σκέψης Bruegel στις Βρυξέλλες,τονίζει ότι η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών είναι σημαντική, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα πραγματοποίησης των απαραίτητων επενδύσεων για το κλίμα: «Ως εκ τούτου, χρειάζεται μια σαφής έκκληση για μια μεταρρύθμιση των κανόνων για το έλλειμμα και το χρέος, ιδίως με έμφαση στις επενδύσεις για το κλίμα». Ο Βολφ λέει πώς δεν θα προτιμούσε μια γενική χαλάρωση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας, «επειδή η ανάγκη για προσαρμογή τα επόμενα χρόνια είναι σημαντική και η κατάσταση μπορεί να μην φαίνεται καθόλου ρόδινη όταν αρχίσουν να αυξάνονται τα επιτόκια».
Θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί ένας έξυπνος συμβιβασμός μεταξύ αυτών των πολύ διαφορετικών πολιτικών προσανατολισμών. Η εμπειρία έχει δείξει ότι η δυνατότητα πολιτικής υλοποίησης των έξυπνων μεταρρυθμίσεων αυξάνεται όταν το ένα στρατόπεδο κατανοεί τις θέσεις της άλλης πλευράς. Στην Αμερική, η μεταφορά «Χρειάστηκε ο Νίξον να πάει στην Κίνα», έχει καθιερωθεί για να δείχνει την ανάγκη μιας τέτοιας πολιτικής προσέγγισης. Διότι μόνο ο γνωστός αντικομμουνιστής Ρίτσαρντ Νίξον μπόρεσε να βελτιώσει τις διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα χωρίς να εγείρει υποψίες. Το ερώτημα είναι αν μπορούμε να αντλήσουμε διδάγματα από τον …Νίξον στην Ευρώπη;