Σε αναγκαίες εργασίες συντήρησης των συστημάτων τροφοδοσίας στις κεντρικές εγκαταστάσεις της υπηρεσίας στο Ελληνικό αποδίδει η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) το πρόβλημα που δημιουργήθηκε σήμερα νωρίς το μεσημέρι στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Αθηνών Μακεδονίας (ΚΕΠΑΘΜ) με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προβλήματα σε πτήσεις.
Σε αναγκαίες εργασίες συντήρησης των συστημάτων τροφοδοσίας στις κεντρικές εγκαταστάσεις της υπηρεσίας στο Ελληνικό αποδίδει η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) το πρόβλημα που δημιουργήθηκε σήμερα νωρίς το μεσημέρι στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Αθηνών Μακεδονίας (ΚΕΠΑΘΜ) με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προβλήματα σε πτήσεις.
Το περιστατικό εκδηλώθηκε στις 11.42 και έληξε στις 13.12 και προκάλεσε αρκετές καθυστερήσεις πτήσεων έως και 2,5 ώρες, ενώ κάποιες αφίξεις ματαιώθηκαν.
Σύμφωνα με την ΥΠΑ παρουσιάστηκε μερική πτώση ενός εκ των συστημάτων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας στο ΚΕΠΑΘΜ το οποίο και αποκαταστάθηκε μετά από σύντομο χρονικό διάστημα (μια ώρα και δεκαπέντε λεπτά) δίχως να προκύψει κανένα θέμα ασφάλειας πτήσεων στον ελληνικό εναέριο χώρο.
«Όλα τα αεροπλάνα που βρίσκονταν στο FIR Αθηνών ήταν σε επικοινωνία με τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και έτσι οι πτήσεις που ήταν σε εξέλιξη συνεχίστηκαν απρόσκοπτα. Από τις 13:12 το μεσημέρι και μετά, η εναέρια κυκλοφορία επανήλθε στο μέγιστο βαθμό εξυπηρέτησης και ομαλοποιήθηκε όλο το πρόγραμμα των πτήσεων» τονίζει η ΥΠΑ.
Από την πλευρά της η Ένωση Ελεγκτών Ενάεριας Κυκλοφορίας Ελλάδας (ΕΕΕΚΕ) κάνει λόγο για υποβάθμιση που φτάνει στα όρια της απαξίωσης και προειδοποιεί πως υπό αυτές τις συνθήκες και εφόσον δεν ληφθούν μέτρα θα είναι αδύνατη η ομαλή εξυπηρέτηση εναέριας κυκλοφορίας και αναπόφευκτα θα υπάρξουν σημαντικά προβληματα καθυστερήσεων κατά τη θερινή περίοδο. Το σύστημα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας βρίσκεται σε δυσχερή κατάσταση αναφέρει, σε ανακοίνωσή της, η ΕΕΕΚΕ.
Σύμφωνα με την Ενωση, η ανανέωση του υλικοτεχνικού εξοπλισμού κρίνεται πλέον επιβεβλημένη, καθώς το βασικό σύστημα radar που εξυπηρετεί τον ελληνικό εναέριο χώρο, εγκαταστάθηκε το 1999, καθιστώντας το πλέον απαρχαιωμένο, με τη διεθνή πρακτική να επιβάλει την πλήρη αντικατάστασή του ανά 10-12 έτη, μετά από συνεχείς ενδιάμεσες αναβαθμίσεις. Ταυτόχρονα, το προσωπικό έχει συρρικνωθεί δραματικά σε καίριες μονάδες και βρίσκεται πλέον σε ιστορικά χαμηλά των τελευταίων 20 ετών, αδυνατώντας να εξυπηρετήσει επαρκώς την εναέρια κυκλοφορία. Επίσης η «υφαρπαγή», όπως υπογραμμίζεται, των τελών αεροναυτιλίας για αλλότριους σκοπούς και για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους είναι ευθεία προκλητική παραβίαση της κείμενης ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Παράλληλα, το θέμα της επιβεβλημένης θεσμικής αναδιάρθρωσης των παρόχου αεροναυτιλίας με την οικονομική και διοικητική διακριτότητα και αυτοτέλεια έχει και αυτό βαλτώσει.