Οικονομία & Αγορές
Παρασκευή, 26 Ιανουαρίου 2007 12:39

Hellastat: Ερευνα για τον κλάδο των χημικών προϊόντων

ΑΝΟΔΟ 1,3 ποσοστιαίων μονάδων κατέγραψε το 2005 το μεικτό περιθώριο κερδοφορίας του κλάδου εμπορίας χημικών προϊόντων, χρωμάτων και αερίων - για να ανέλθει σε 21,8% - σε μια χρονιά οριακής μέσης υποχώρησης των πωλήσεών του (-0,8%), σύμφωνα με έρευνα της Hellastat:

Θετικά αξιολογείται η ύπαρξη 170 κερδοφόρων εταιρειών του κλάδου το 2005, μεταξύ 213 που δημοσιοποίησαν τα οικονομικά τους στοιχεία για τη συγκεκριμένη χρήση. Όμως, μεταξύ των εταιρειών με θετικά αποτελέσματα, οι περισσότερες (97 ή 57,1%) μείωσαν τα κέρδη που είχαν πραγματοποιήσει το 2004, ενώ 11 προήλθαν από ζημιογόνο χρήση 2004. Στο τέλος 2005, οι ζημιογόνες επιχειρήσεις του κλάδου αθροίζονταν σε 43 (από 31 το 2004), εκ των οποίων οι 23 είχαν πραγματοποιήσει κέρδη το 2004. Από το σύνολο των επιχειρήσεων, 113 υπέστησαν κάμψη πωλήσεων το 2005.

Την ίδια χρονιά, σημαντική υποχώρηση κατέγραψε η μέση, ανά εταιρεία, μεταβολή κερδών, για να υποχωρήσει σε -14,8%, από +12,5% στο τέλος 2004. Το λειτουργικό περιθώριο κερδοφορίας του κλάδου υποχώρησε το 2005 σε 6,4% (από 6,8%), με το καθαρό περιθώριο κερδοφορίας του να περιορίζεται σε 2,4% (από 3,1%), υψηλότερο έστω και οριακά σε σύγκριση με το αντίστοιχο για ολόκληρο τον τομέα εμπορίου (2,1%).

Επιχειρηματικές εξελίξεις-προοπτικές

Καταλυτική επίδραση στο μέλλον του ελληνικού και ευρωπαϊκού κλάδου χημικών θα έχει η εφαρμογή από την 1η Ιουνίου 2007 του πολύ-συζητημένου ευρωπαϊκού κανονισμού REACH, ο οποίος επηρεάζει περίπου 30.000 διαφορετικά χημικά συστατικά και επιβάλει μεταξύ άλλων εργαστηριακές δοκιμές, καταχώρηση και εξουσιοδότηση παραγωγής τους. Στις ελληνικές επιχειρήσεις, ο κανονισμός REACH αναμένεται να προκαλέσει δυσβάστακτο επιπλέον κόστος έως και 350 εκατ. ευρώ, γι’ αυτό και θα ιδρυθεί γραφείο στήριξης επιχειρήσεων που θα χρηματοδοτεί σχετικές αναπτυξιακές δράσεις μέσω του Δ’ ΚΠΣ. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι, ο κανονισμός έχει προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις και την αμείωτη ανησυχία κυρίως των μικρο-μεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων του κλάδου χημικών.

Κατά τη διάρκεια του 2006, συνεχίστηκε η δυναμική εξαγωγική δραστηριότητα του ευρύτερου κλάδου - κυρίως προς Ρουμανία, Βουλγαρία, Γαλλία και Ιταλία - ο οποίος έχει πλέον δημιουργήσει παραγωγικές εγκαταστάσεις σε Κίνα, Τουρκία ΗΠΑ κ.α..

Μεταξύ των ελληνικών ομίλων χημικών, το 2006 ξεχώρισε η ανάπτυξη του ομίλου Νεοχημική-Λαυρεντιάδης, ο οποίος μεταξύ άλλων προ έτους εξαγόρασε τη δραστηριότητα της Celanese στην παραγωγή πρώτων υλών για τη βιομηχανία χρωμάτων - το Σεπτέμβριο 2006 μάλιστα έθεσε και δεύτερο εργοστάσιο σε λειτουργία - ενώ κατευθύνεται με αμείωτη δυναμική προς τη διεκδίκηση μεγάλων μεριδίων στην αγορά καλλυντικών. Η δραστήρια Νεοχημική - η οποία συνεργάζεται με τη Lukoil για τη διανομή χημικών της στην ελληνική αγορά - έχει ήδη υπογράψει προσύμφωνο για την εξαγορά του 100% της Ιντερκεμ, ενώ πρόσφατα κέρδισε το διαγωνισμό εξαγοράς της μεγαλύτερης εταιρείας παραγωγής πετρελαιοειδών και λιπαντικών της Σερβίας, RNB.

Μεταξύ των επενδύσεων του κλάδου το 2006 που ξεχώρισαν ήταν και η τοποθέτηση 10 εκατ.ευρώ στην εταιρεία Χημικά και Βιο-φαρμακευτικά Εργαστήρια Πατρών, από την εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών Global Finance (GCI II fund).

Χρηματο-οικονομική ανάλυση

Κατά τη διάρκεια του 2005, τα αθροισμένα μεικτά αποτελέσματα του κλάδου αυξήθηκαν κατά 3,7% και τα λειτουργικά του κέρδη (ΚΠΤΦΑ ή EBITDA) διευρύνθηκαν κατά 7,4%. Τελικά, τα καθαρά προ φόρων κέρδη του επέδειξαν μεγάλη ποσοστιαία άνοδο 25,7% ή 9,11 εκατ.ευρώ, η οποία οφείλεται πρωτίστως στην υποχώρηση κατά 6,72 εκατ.ευρώ των λοιπών λειτουργικών εξόδων του κλάδου και στον περιορισμό κατά 5,12 εκατ.ευρώ των εκτάκτων ζημιών του.

Παρά την ευχάριστη αυτή γενική εικόνα, η διάμεσος αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων του κλάδου υποχώρησε σημαντικά κατά 6,4 ποσοστιαίες μονάδες, σε 11,5% στο τέλος 2005 ή σε επίπεδο υψηλότερο κατά 3,4 μονάδες σε σύγκριση με το αντίστοιχο για ολόκληρη τη μεταποίηση.