Σε μια προσπάθεια να συνοψίσουν τι (άλλο) μπορεί να πάει στραβά στο 2022, οι οικονομολόγοι του Bloomberg καταλήγουν σε μια σειρά από αποσταθεροποιητικούς παράγοντες, στην κορυφή των οποίων βρίσκεται η παραλλαγή Όμικρον του κορωνοϊού. Τι άλλο μπορεί να θεωρηθεί παγκόσμιος οικονομικός κίνδυνος για τη χρονιά που μας έρχεται; Από τον πληθωρισμό και την πολιτική των κεντρικών τραπεζών έως την πιθανότητα πολιτικών αναταραχών στην Ευρώπη και το... Σινικό Τείχος στο οποίο μπορεί να «χτυπήσει» η κινεζική οικονομία, οι παράγοντες ρίσκου είναι πολλοί.
Μόνο προβλέψιμη δεν μπορεί να θεωρηθεί η εποχή του κορωνοϊού, κάτι που δεν αναμένεται να αλλάξει την επόμενη χρονιά, ανανεώνοντας ουσιαστικά τη μόνη σταθερή πρόβλεψη για... αβεβαιότητα.
Σε μια προσπάθεια να συνοψίσουν τι (άλλο) μπορεί να πάει στραβά στο 2022, οι οικονομολόγοι του Bloomberg καταλήγουν σε μια σειρά από αποσταθεροποιητικούς παράγοντες, στην κορυφή των οποίων βρίσκεται η παραλλαγή Όμικρον του κορωνοϊού.
Τι μπορεί επομένως να θεωρηθεί παγκόσμιος οικονομικός κίνδυνος για τη χρονιά που μας έρχεται;
Παρόλο που ακόμα αναμένεται η οριστική ετυμηγορία σχετικά με την παραλλαγή Όμικρον του Covid-19, μέχρι στιγμής γνωρίζουμε ότι πρόκειται για ένα περισσότερο μεταδοτικό στέλεχος από τα προηγούμενα το οποίο ενδέχεται όμως να αποδειχθεί λιγότερο θανατηφόρο. Αν αυτό επιβεβαιωθεί, ίσως ο κόσμος μπορεί να κάνει το βήμα προς την «κανονικότητα», ξοδεύοντας και πάλι περισσότερα χρήματα στον κλάδο των υπηρεσιών που έχουν στερηθεί κρίσιμες δαπάνες τα τελευταία δύο χρόνια.
Σύμφωνα με το Bloomberg Economics, η επανεξισορρόπηση των δαπανών (μεταξύ υπηρεσιών και προϊόντων) θα μπορούσε να τονώσει την παγκόσμια ανάπτυξη στο 5,1% από τις βασικές προβλέψεις του για 4,7%. Αυτά εφόσον επικρατήσει το καλό σενάριο.
Σύμφωνα με το απαισιόδοξο σενάριο, επικρατεί μια πιο μεταδοτική και θανατηφόρα παραλλαγή επαναφέροντας τους σκληρούς περιορισμούς που είδαμε στο πρώτο τρίμηνο του 2021. Αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να υποβαθμίσει την ανάπτυξη του 2022 στο 4,2%.
Ένας παράγοντας που μας συστήθηκε το 2021 και που αρκετοί αξιωματούχοι των κεντρικών τραπεζών, όπως της ΕΚΤ, θεωρούν ως «παροδικό» φαινόμενο, θα μπορούσε να εξασφαλίσει την παρουσία του και το 2022. Οι εκτιμήσεις θέλουν το 2022 να κλείνει με πληθωρισμό κοντά στο στόχο του 2% των κεντρικών τραπεζών. Ωστόσο, μια σειρά παραγόντων θα μπορούσε να διατηρήσει σε υψηλά επίπεδα τις τιμές των τροφίμων (πχ. η παραλλαγή Όμικρον, οι εντάσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, ή τα ακραία καιρικά φαινόμενα).
Φυσικά δεν λειτουργούν όλοι οι παράγοντες με τον ίδιο τρόπο. Για παράδειγμα, εφόσον η επέλαση του ιού πλήξει τα ταξίδια, θα μπορούσε να οδηγήσει σε πτώση των τιμών του πετρελαίου. Ακόμα κι έτσι, τονίζουν οι οικονομολόγοι του Bloomberg, ο συνολικός αντίκτυπος θα μπορούσε να διατηρήσει το στασιμοπληθωριστικό σοκ που μόνο εύκολες λύσεις δεν σημαίνει για τις κεντρικές τράπεζες.
Η πρόσφατη ιστορία, από την ύφεση του 2013 έως το selloff των μετοχών του 2018, δείχνει πώς μια «σύσφιξη» της νομισματικής πολιτικής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (Fed) μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στις αγορές.
Στους κινδύνους αυτή τη φορά προστίθενται οι ήδη αυξημένες τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Το γεγονός ότι ο δείκτης S&P 500 βρίσκεται κοντά στην περιοχή της φούσκας και οι τιμές των κατοικιών ανεβαίνουν περισσότερο από τα ενοίκια υποδηλώνουν ότι οι κίνδυνοι της αγοράς κατοικίας είναι μεγαλύτεροι από οποιαδήποτε άλλη στιγμή από το 2007.
Σύμφωνα με το Bloomberg Economics εάν η Fed πραγματοποιήσει τρεις αυξήσεις το 2022 και ανακοινώσει ότι θα συνεχίσει έως ότου τα επιτόκια φτάσουν στο 2,5%, ωθώντας τις αποδόσεις των αμερικανικών κρατικών ομολόγων (Treasuries) προς τα πάνω και τα πιστωτικά spreads περισσότερο, το αποτέλεσμα θα είναι ύφεση στις αρχές του 2023.
Το Το «liftoff» της Fed, η αύξηση δηλαδή των επιτοκίων μετά από μια περίοδο χωρίς μεταβολές, θα είχε συνέπειες για τις αναδυόμενες αγορές. Τα υψηλότερα επιτόκια των ΗΠΑ συνήθως ενισχύουν το δολάριο και προκαλούν εκροές κεφαλαίων —και μερικές φορές νομισματικές κρίσεις— στις αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Μερικές είναι πιο ευάλωτες από άλλες. Το 2013 και το 2018 ήταν η Αργεντινή, η Νότια Αφρική και η Τουρκία που υπέφεραν περισσότερο. Αυτές οι τρεις μαζί με τη Βραζιλία και την Αίγυπτο αποτελούν τις πέντε οικονομίες που βρίσκονται σε κίνδυνο το 2022, σύμφωνα με τον Bloomberg Economics.
Η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία και η Ταϊβάν, από την άλλη, είναι χώρες με μικρό χρέος και ισχυρά ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, γι' αυτό και εμφανίζονται λιγότερο εκτεθειμένες στη φυγή κεφαλαίων.
Το τρίτο τρίμηνο του 2021, η οικονομία της Κίνας σταμάτησε. Το συσσωρευμένο βάρος της ύφεσης του κλάδου των ακινήτων λόγω Evergrande, τα επαναλαμβανόμενα lockdown και οι ελλείψεις ενέργειας έσυραν την ετήσια οικονομική ανάπτυξη στο 0,8%, πολύ κάτω από τον ρυθμό του 6% με τον οποίο «βάδιζε» συνήθως.
Παρόλο που η ενεργειακή κρίση της Κίνας αναμένεται να υποχωρήσει το 2022, τα άλλα δύο προβλήματά της ενδέχεται να αποδειχθούν πιο «επίμονα». Η πολιτική μηδενικών κρουσμάτων του Πεκίνου θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα περιοριστικά μέτρα. Με την ζήτηση όμως να είναι αδύναμη και τη χρηματοδότηση περιορισμένη, η κατασκευή ακινήτων - η οποία οδηγεί περίπου το 25% της οικονομίας της Κίνας - μπορεί να σημειώσει περαιτέρω πτώση.
Η βασική υπόθεση του Bloomberg Economics είναι ότι η Κίνα θα αναπτυχθεί κατά 5,7% το 2022. Όμως στην περίπτωση που σημειώσει επιβράδυνση 3%, θα κλόνιζε όλο τον κόσμο, αφήνοντας τους εξαγωγείς εμπορευμάτων χωρίς αγοραστές και εκτροχιάζοντας ενδεχομένως τα σχέδια της Fed, όπως ακριβώς έκανε το κραχ των κινεζικών μετοχών το 2015.
Η αλληλεγγύη μεταξύ των ευρωπαίων ηγετών και η προθυμία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να κρατήσει υπό έλεγχο το κόστος δανεισμού, βοήθησαν την Ευρώπη να ξεπεράσει την κρίση του Covid. Το επόμενο έτος, και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά θα μπορούσαν να ανατραπούν, προειδοποιεί το Bloomberg.
Η αλλαγή φρουράς στην ιταλική προεδρία τον Ιανουάριο θα μπορούσε, για παράδειγμα, να ανατρέψει τον εύθραυστο κυβερνητικό συνασπισμό στη Ρώμη. Η Γαλλία από την άλλη οδηγείται στις κάλπες τον Απρίλιο με τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν να αντιμετωπίζει προκλήσεις τόσο από τη δεξιά όσο και από την ακροδεξιά.
Εάν οι ευρωσκεπτικιστές αποκτήσουν δύναμη στις βασικές οικονομίες της ΕΕ, αυτό θα μπορούσε να κλονίσει την ηρεμία στις ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων και να στερήσει από την ΕΚΤ την πολιτική υποστήριξη που απαιτείται για να δράσει.
Με την υπόθεση ότι τα spreads των κρατικών ομολόγων διευρύνονται κατά 300 μονάδες βάσης, όπως έκαναν στην κρίση χρέους της περασμένης δεκαετίας, το Bloomberg Economics υποστηρίζει ότι αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να μειώσει περισσότερο από 4% από την οικονομική παραγωγή μέχρι το τέλος του 2022, οδηγώντας την Ευρωζώνη σε ύφεση και αναζωογονώντας τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητά της.
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ σχετικά με το Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας πρόκειται να συνεχιστούν το 2022. Το να φτάσουμε στο ναι θα είναι δύσκολο, σχολιάζει το Bloomberg. Τι θα συμβεί αν διακοπούν οι διαπραγματεύσεις, διερωτάται, για να απαντήσει πως με βάση τις προηγούμενες εντάσεις του Brexit, η αβεβαιότητα θα έπληττε τις επιχειρηματικές επενδύσεις και θα υπονόμευε τη λίρα, ενισχύοντας τον πληθωρισμό και διαβρώνοντας τα πραγματικά εισοδήματα. Στην περίπτωση ενός πλήρους εμπορικού πολέμου , οι δασμοί και το «μπλόκο» στις μεταφορές θα μπορούσαν να ωθήσουν τις τιμές ακόμη υψηλότερα.
Οι κυβερνήσεις ξόδεψαν πολλά για να στηρίξουν τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις στην πανδημία. Πολλοί πλέον θέλουν να σφίξουν την πολιτική τους. Η υποχώρηση των δημόσιων δαπανών το 2022 θα ανέλθει σε περίπου 2,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, περίπου πέντε φορές μεγαλύτερη από τα μέτρα λιτότητας που επιβράδυναν την ανάκαμψη μετά την κρίση του 2008, σύμφωνα με εκτιμήσεις της UBS.
Υπάρχουν και εξαιρέσεις, σημειώνει το Bloomberg, αναφέροντας από τη μία ότι η νέα κυβέρνηση της Ιαπωνίας ανακοίνωσε μεγάλο οικονομικό πακέτο στήριξης και από την άλλη ότι οι αρχές της Κίνας σηματοδοτούν μια στροφή προς τη στήριξη της οικονομίας μετά από μια μακρά προσπάθεια να κρατήσουν κλειστό το πορτοφόλι.
Η πείνα είναι ιστορικά ο βασικός παράγοντας πρόκλησης κοινωνικής αναταραχής. Ο συνδυασμός των επιπτώσεων του Covid και των αντίξοων καιρικών συνθηκών έχει ωθήσει τις παγκόσμιες τιμές των τροφίμων κοντά σε επίπεδα ρεκόρ και θα μπορούσε να τις κρατήσει σε υψηλά επίπεδα και το επόμενο έτος.
Το τελευταίο σοκ στις τιμές των τροφίμων το 2011 προκάλεσε κύμα διαμαρτυριών, ειδικά στη Μέση Ανατολή. Μάλιστα πολλές χώρες της περιοχής παραμένουν το ίδιο εκτεθειμένες σήμερα. Το Σουδάν, η Υεμένη και ο Λίβανος - ήδη υπό πίεση - φαίνονται σήμερα το ίδιο ευάλωτες όσο το 2011, και μερικές ακόμα περισσότερο. Η Αίγυπτος μόνο είναι οριακά σε καλύτερη θέση.
Οι λαϊκές εξεγέρσεις σπάνια παραμένουν στα εσωτερικά όρια μιας περιοχής. Ο κίνδυνος ευρύτερης περιφερειακής αστάθειας είναι υπαρκτός, προειδοποιεί το Bloomberg.
Οποιαδήποτε κλιμάκωση μεταξύ της ηπειρωτικής Κίνας και της Ταϊβάν, από τον αποκλεισμό έως την πλήρη εισβολή, θα μπορούσε να προσελκύσει στην περιοχή άλλες παγκόσμιες δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ. Ένας πόλεμος μεταξύ υπερδυνάμεων είναι θα ήταν το χειρότερο σενάριο. Τα άλλα σενάρια περιλαμβάνουν κυρώσεις που θα παγώσουν τους δεσμούς μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου και κατάρρευση της παραγωγής ημιαγωγών στην Ταϊβάν που είναι ζωτικής σημασίας για την παγκόσμια παραγωγή όλων των προϊόντων, από smartphone μέχρι αυτοκίνητα.
Σε άλλα μέρη του χάρτη αυξάνεται επίσης η αβεβαιότητα. Η Βραζιλία, για παράδειγμα, αναμένεται να διεξαγάγει εκλογές τον Οκτώβριο - σε ένα πλαίσιο πανδημικής αναταραχής και μιας ακόμα ύφεσης οικονομίας. Και εκεί πολλά θα μπορούσαν να πάνε στραβά, αν και μια νίκη για έναν υποψήφιο που υπόσχεται αυστηρότερο έλεγχο των δημόσιων ταμείων θα μπορούσε να φέρει κάποια ανακούφιση.
Στην Τουρκία, από την άλλη, η αντιπολίτευση πιέζει να πραγματοποιηθούν το επόμενο έτος οι εκλογές που είναι προγραμματισμένες για το 2023, εν μέσω της νομισματικής κρίσης της λίρας στην οποία έχουν οδηγήσει οι ανορθόδοξες οικονομικές πολιτικές του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
naftemporiki.gr