Τους άξονες για την ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού, αλλά και τις τάσεις που διαμορφώνουν τις εξελίξεις στον παγκόσμιο και άρα και στην ελληνικό τουριστικό χάρτη προσδιορίζει η μελέτη «Ελληνικός Τουρισμός 2030 | Σχέδια Δράσης» που εκπονήθηκε από την κοινοπραξία εταιρειών Deloitte – Remaco για λογαριασμό του ΙΝΣΕΤΕ.
Τους άξονες για την ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού, αλλά και τις τάσεις που διαμορφώνουν τις εξελίξεις στον παγκόσμιο και άρα και στην ελληνικό τουριστικό χάρτη προσδιορίζει η μελέτη «Ελληνικός Τουρισμός 2030 | Σχέδια Δράσης» που εκπονήθηκε από την κοινοπραξία εταιρειών Deloitte – Remaco για λογαριασμό του ΙΝΣΕΤΕ.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη μελέτη, οι άξονες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη των τουριστικών προϊόντων της χώρας είναι:
Τα megatrends αποτελούν το αντικείμενο της πρώτης βασικής ενότητας της μελέτης, που ήδη διαμορφώνουν τις εξελίξεις στο παγκόσμιο και -κατά συνέπεια- στον ελληνικό τουρισμό. Τέτοια megatrends είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η βιώσιμη ανάπτυξη και η αειφορία, ο υπερτουρισμός, η οικονομία διαμοιρασμού, οι κοινωνικές και δημογραφικές αλλαγές, οι αναδυόμενοι προορισμοί, η ασφάλεια και η διαχείριση κρίσεων και η πανδημία Covid. Ταυτόχρονα, στη μελέτη αναφέρονται οι βασικοί τρόποι αντιμετώπισης και οι βέλτιστες πρακτικές που εφαρμόζουν ανταγωνιστικοί προορισμοί σχετικά με τις σύγχρονες τάσεις και τις προκλήσεις.
Αναλυτικότερα:
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, η ψηφιακή τεχνολογία αποτελεί πλέον αναπόσπαστο μέρος του κλάδου του τουρισμού, με την πλειονότητα των τουριστικών επιχειρήσεων να ακολουθεί τις σύγχρονες τάσεις της τεχνολογίας, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους. Προκειμένου οι προορισμοί να ανταποκριθούν στον ψηφιακό μετασχηματισμό, δημιουργούν υποστηρικτικούς μηχανισμούς που παρέχουν εμπειρογνωμοσύνη και πόρους σε επιχειρήσεις και οργανισμούς.
H βιωσιμότητα και η αειφορία σε όλες τους τις διαστάσεις (περιβάλλον, οικονομία, κοινωνία, πολιτισμός), έρχονται στο προσκήνιο των εθνικών τουριστικών πολιτικών και πρακτικών και ολοένα και περισσότερο αποτελούν βασικό πυλώνα των επιχειρηματικών πρακτικών των επιχειρήσεων του κλάδου. Οι προορισμοί εφαρμόζουν πρωτοβουλίες που προωθούν την περιβαλλοντική, πολιτιστική και κοινωνικοοικονομική βιωσιμότητα και αειφορία, ενώ παράλληλα επιδιώκουν την απόκτηση πιστοποιήσεων από διεθνώς αναγνωρισμένους φορείς και οργανισμούς, ώστε να προβάλουν στον σύγχρονο επισκέπτη τις ενέργειές τους και να διασφαλίσουν την έμπρακτη δέσμευσή τους στις αρχές αυτές.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η προβλεπόμενη «έκρηξη» στις μετακινήσεις / ταξίδια σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα αναμένεται να δημιουργήσει τουριστική συμφόρηση σε αρκετούς δημοφιλείς προορισμούς τα επόμενα έτη, με σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον, την κοινωνία και τον πολιτισμό. Τρόποι αντιμετώπισης του υπερτουρισμού αποτελούν η στοχευμένη προβολή και προώθηση λιγότερο επιβαρυμένων / αναδυόμενων προορισμών, η επιβολή ειδικών φόρων / προστίμων για την αποτροπή του φαινομένου και τη συγκέντρωση εσόδων για την αντιμετώπιση του, καθώς και ειδικά μέτρα μείωσης της κυκλοφορίας και ρύθμισης της προσφοράς καταλυμάτων και των δραστηριοτήτων σε δημοφιλείς περιοχές.
Με τη συνεχή άνοδο της οικονομίας διαμοιρασμού, κρίνεται απαραίτητη η ρυθμιστική διαχείριση, με σκοπό τη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού και της ασφάλειας των πολιτών και τουριστών. Επιπλέον, όπως επισημαίνεται στη μελέτη, για τη σωστή αξιολόγηση της συμμετοχής των συγκεκριμένων πλατφορμών στον τουριστικό κλάδο, εκτιμάται ότι πρέπει να αναπτυχθούν τα απαραίτητα εργαλεία συγκέντρωσης και καταγραφής στατιστικών στοιχείων σχετικά με αυτές.
Η αύξηση του πληθυσμού, σε συνδυασμό με τη πληθυσμιακή γήρανση και την ανάδειξη διαφορετικών προτιμήσεων και τάσεων ανά ηλικιακή ομάδα, έχουν σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση του παγκόσμιου τουρισμού. Αντίστοιχα, οι αλλαγές που προκύπτουν στις προτιμήσεις των ταξιδιωτών, καθώς και στο διαθέσιμο εισόδημα και την ανερχόμενη μεσαία τάξη, παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο, ενώ η ζήτηση για εξατομικευμένες υπηρεσίες συνεχώς αυξάνεται. Συνεπώς, ο τουρισμός πρέπει να προσαρμοστεί κατάλληλα, ώστε να συγκεντρώνει και επεξεργάζεται τα κατάλληλα δεδομένα για την ικανοποίηση των προσωποποιημένων καταναλωτικών προτιμήσεων.
Σύμφωνα με τη μελέτη, αναδυόμενοι προορισμοί, μη παραδοσιακά τουριστικά «hotspot», έχουν αρχίσει και αναμένεται να συνεχίσουν να συγκεντρώνουν το ταξιδιωτικό ενδιαφέρον, παρουσιάζοντας αύξηση της τουριστικής ζήτησης και των αφίξεων, καθώς οι ταξιδιώτες ολοένα και περισσότερο επιδιώκουν να αποφύγουν το μαζικό τουρισμό και να εξερευνήσουν σε βάθος λιγότερο δημοφιλή σημεία. Κατά συνέπεια, οι εναλλακτικοί και δευτερεύοντες προορισμοί αναπτύσσουν εξειδικευμένες στρατηγικές τουρισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στην στοχευμένη προβολή και προώθηση, ώστε να κεφαλαιοποιήσουν τα οφέλη από τη συγκεκριμένη τάση, να βελτιώσουν την τοποθέτησή τους και να εδραιωθούν στην παγκόσμια τουριστική αγορά.
Αρνητικά γεγονότα και κρίσεις, όπως φυσικές καταστροφές, τρομοκρατικές επιθέσεις, επιδημίες, πολιτική και κοινωνική αστάθεια, έχουν καθοριστικές συνέπειες στην τουριστική ζήτηση και την ταξιδιωτική συμπεριφορά των τουριστών. Οι προορισμοί θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή επιχειρησιακή ετοιμότητα και κατάλληλους μηχανισμούς στον τομέα της διαχείρισης κρίσεων, που συμβάλουν στην ανάκαμψη και στη δημιουργία κλίματος ασφάλειας.
Η πανδημία Covid έπληξε και επηρέασε καθοριστικά τον τουριστικό τομέα, καθώς ενδυναμώνει την ανάγκη των ταξιδιωτών για ασφάλεια, προστασία, αξιοπιστία και προσωποποιημένες εμπειρίες, επιταχύνοντας τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την υιοθέτηση πρακτικών βιωσιμότητας και οδηγώντας στην εμφάνιση νέων προορισμών. Οι επιχειρήσεις και οι οργανισμοί του τουρισμού εκτιμάται ότι θα χρειαστεί να προσαρμοστούν σε μία νέα κανονικότητα και πραγματικότητα. Στις αποτελεσματικές πρακτικές αντιμετώπισης των επιπτώσεων της πανδημίας συγκαταλέγονται σε αρχικό επίπεδο η υποστήριξη της τουριστικής ανάκαμψης με εστίαση στην οικονομική στήριξη και προστασία της απασχόλησης των πληγεισών τουριστικών επιχειρήσεων. Παράλληλα, απαιτούνται πρωτοβουλίες για την πληροφόρηση του κλάδου καθώς και σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα με στόχο τη δημιουργία και εφαρμογή αποτελεσματικών πρωτοκόλλων υγείας και ασφάλειας.
Όπως σημειώνει το ΙΝΣΕΤΕ, η μελέτη, η οποία θα δημοσιεύεται σταδιακά, θα αποτελέσει βάση για την αναγκαία δημόσια διαβούλευση και στοχεύει στην: α. χρονική διεύρυνση της τουριστικής δραστηριότητας, β. καλύτερη γεωγραφική κατανομή της τουριστικής ζήτησης και γ. αύξηση της μέσης δαπάνης και της διάρκειας παραμονής των επισκεπτών.