Αναλυτικές καταστάσεις με τα πλήρη στοιχεία και τον ακριβή αριθμό των εργαζομένων από όλες τις επιχειρήσεις, ακόμη και από τις αλλοδαπές που έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και από όλες τις δημόσιες αρχές, όπως το πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη» του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), ή το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), μπορεί να ζητεί ανά πάσα στιγμή η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προκειμένου να διαπιστώνει τον τρόπο φορολόγησης των εργαζομένων και κυρίως εάν τηρούνται οι αρχές της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Αναλυτικές καταστάσεις με τα πλήρη στοιχεία και τον ακριβή αριθμό των εργαζομένων από όλες τις επιχειρήσεις, ακόμη και από τις αλλοδαπές που έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και από όλες τις δημόσιες αρχές, όπως το πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη» του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), ή το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), μπορεί να ζητεί ανά πάσα στιγμή η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προκειμένου να διαπιστώνει τον τρόπο φορολόγησης των εργαζομένων και κυρίως εάν τηρούνται οι αρχές της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας.
Πρωταρχικός στόχος της ΑΑΔΕ είναι να εξακριβώσει εάν υφίσταται ο ειδικός τρόπος φορολόγησης εισοδήματος από μισθωτή εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα που προκύπτει στην ημεδαπή, φυσικών προσώπων που μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα.
Επισημαίνεται ότι ο φορολογούμενος, φυσικό πρόσωπο, που μεταφέρει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπάγεται σε φορολόγηση, για το εισόδημα από μισθωτή εργασία που αποκτά στην Ελλάδα με ειδικό τρόπο, εφόσον σωρευτικά:
α) δεν ήταν φορολογικός κάτοικος της Ελλάδος τα προηγούμενα πέντε από τα έξι έτη πριν από τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του στην Ελλάδα,
β) μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία από κράτος-μέλος της Ε.Ε. ή του ΕΟΧ ή από κράτος με το οποίο είναι σε ισχύ συμφωνία διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας με την Ελλάδα,
γ) παρέχει υπηρεσίες στην Ελλάδα στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης, που ασκείται είτε σε ημεδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα είτε σε μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπής επιχείρησης στην Ελλάδα και
δ) δηλώνει ότι θα παραμείνει στην Ελλάδα τουλάχιστον για μία διετία. Επισημαίνεται ότι εφόσον η αίτηση του φορολογούμενου γίνει δεκτή, το φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται από τον φόρο εισοδήματος και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης για το πενήντα τοις εκατό (50%) του εισοδήματός του από μισθωτή εργασία που αποκτά στην Ελλάδα μέσα στο φορολογικό έτος.
Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση από το φυσικό πρόσωπο εντός του έτους ανάληψης της υπηρεσίας του και όχι πέραν της 31ης Ιουλίου του έτους αυτού, ενώ εντός εξήντα (60) ημερών από την υποβολή της αίτησης η Φορολογική Διοίκηση εξετάζει την αίτηση και εκδίδει απόφαση, με την οποία την εγκρίνει ή την απορρίπτει, αναλόγως της συνδρομής ή μη των σχετικών προϋποθέσεων.
Πρέπει ωστόσο να διευκρινιστεί, όπως αποσαφηνίζεται σε εγκύκλιο (υπ’ αριθμ. Ε.2224/12.2021) της ΑΑΔΕ, ότι ο ανωτέρω ειδικός τρόπος φορολόγησης εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνο για την πλήρωση νέων θέσεων εργασίας. Κατά συνέπεια, το πενήντα τοις εκατό (50%) του εισοδήματος από μισθωτή εργασία που προέρχεται από την πλήρωση της νέας θέσης εργασίας απαλλάσσεται από τον φόρο εισοδήματος και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης, ενώ το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%) του εισοδήματος φορολογείται με την εκάστοτε ισχύουσα φορολογική κλίμακα, συναθροιζόμενο με τυχόν λοιπά εισοδήματα που φορολογούνται με την ίδια κλίμακα και η φορολόγησή τους άρχεται εκ του κατώτερου φορολογικού συντελεστή.
Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι τυχόν εισόδημα που αποκτάται από μισθωτή εργασία στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης που δεν πληροί την προϋπόθεση της πλήρωσης νέας θέσης εργασίας φορολογείται στο σύνολό του με τις γενικές διατάξεις.
Πάντως, διευκρινίζεται ότι για τα φυσικά πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στο εν λόγω καθεστώς και φορολογούνται με ειδικό τρόπο, το πραγματικό εισόδημα επί του οποίου υπολογίζεται το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής είναι το σύνολο του εισοδήματος που λαμβάνει από μισθωτή εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή τόσο το πενήντα τοις εκατό (50%) του εισοδήματος που φορολογείται με τις γενικές διατάξεις όσο και το πενήντα τοις εκατό (50%) του εισοδήματος που απαλλάσσεται του φόρου εισοδήματος και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.
Όσον αφορά ειδικότερα τη φορολόγηση του εισοδήματος από μισθωτή εργασία του φυσικού προσώπου που έχει υπαχθεί στον εν λόγω ειδικό τρόπο φορολόγησης και την παρακράτηση φόρου σε αυτό, με την ανωτέρω εγκύκλιο της ΑΑΔΕ δόθηκαν οι κατωτέρω διευκρινίσεις: