Οι εισηγμένες άφησαν πίσω τον φόβο της πανδημίας που ξεκίνησε το 2020 και φέτος κατάφεραν να αντλήσουν 6πλάσιο ποσό κεφαλαίων από το Χρηματιστήριο Αθηνών, μέσω αυξήσεων κεφαλαίων και εταιρικών ομολόγων, αλλά και ιδιωτικών τοποθετήσεων, πετυχαίνοντας την καλύτερη επίδοση από το 2016.
Από την έντυπη έκδοση
Του Ανέστη Ντόκα
[email protected]
Οι εισηγμένες άφησαν πίσω τον φόβο της πανδημίας που ξεκίνησε το 2020 και φέτος κατάφεραν να αντλήσουν 6πλάσιο ποσό κεφαλαίων από το Χρηματιστήριο Αθηνών, μέσω αυξήσεων κεφαλαίων και εταιρικών ομολόγων, αλλά και ιδιωτικών τοποθετήσεων, πετυχαίνοντας την καλύτερη επίδοση από το 2016.
Οι επενδυτές συμμετείχαν και στις 21 εκδόσεις της χρονιάς που φεύγει με αποτέλεσμα οι εισηγμένες να αντλήσουν πολύτιμη ρευστότητα με μηδενικό κόστος για να το χρησιμοποιήσουν για τα επενδυτικά τους σχέδια, αλλά και για τη μείωση του βραχυπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου δανεισμού.
Φέτος θα αντληθούν συνολικά 7,716 δισ. ευρώ -απομένει και η τελευταία έκδοση της χρονιάς από τη ΓΕΚ Τέρνα- από 1,19 δισ. ευρώ το 2020, καταγράφοντας μία αύξηση 648%.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι εκτός της συμμετοχής των εγχώριων χαρτοφυλακίων, καθοριστική ήταν η συμβολή και των ξένων επενδυτών από Αγγλία, ΗΠΑ, Γερμανία, Λουξεμβούργο που πρόσφεραν και μεγάλες υπερκαλύψεις.
Από τις μεγάλες εκδόσεις, σημειώνουμε την αύξηση κεφαλαίου κατά 2,36 δισ. ευρώ της Πειραιώς (μετατροπή CoCos) και την αύξηση κεφαλαίου με ιδιωτική τοποθέτηση 1,38 δισ. ευρώ, όπως και την αύξηση κεφαλαίου κατά 1,35 δισ. ευρώ της ΔΕΗ, καθώς και την αντίστοιχη κατά 800 εκατ. ευρώ της Alpha Bank.
Παράλληλα είχαμε την αύξηση κεφαλαίου κατά 151,85 εκατ. ευρώ της Attica Bank (μετατροπή Warrants), αλλά και τις αυξήσεις κεφαλαίων κατά 120,5 εκατ. ευρώ της Ελλάκτωρ, κατά 60 εκατ. ευρώ της Αεροπορίας Αιγαίου, κατά 47,5 εκατ. ευρώ της Premia, κατά 10,8 εκατ. ευρώ της ΕΛΓΕΚΑ και κατά 3 εκατ. ευρώ της Τζιρακιάν.
Στα εταιρικά ομόλογα ξεχώρισαν 7 νέες εκδόσεις (Motor Oil με 200 εκατ. ευρώ, Προντέα ΑΕΕΑΠ με 300 εκατ. ευρώ, Costamare με 100 εκατ. ευρώ, CPLP Shipping Holding με 150 εκατ. ευρώ, ElvalHalcor με 250 εκατ. ευρώ, Noval Property, θυγατρικές οι 2 τελευταίες του ομίλου Viohalco και η ΓΕΚ Τέρνα με 300 εκατ. ευρώ, με το νέο ομόλογο να πραγματοποιεί δημόσια εγγραφή από μεθαύριο Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου μέχρι και την Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου, όπου εκτιμάται σημαντική υπερκάλυψη ως δεύτερο πράσινο ομόλογο μετά της ΔΕΗ).
Συνολικά αναμένεται το 2022 η είσοδος 10 και πλέον εκδόσεων εταιρικών ομολόγων, ενώ έρχονται και ορισμένες εισαγωγές σημαντικών εταιρειών που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την εγχώρια κεφαλαιαγορά. Από τις 3-4 νέες εισαγωγές στην κύρια αγορά του Χ.Α. ξεχωρίζουν η είσοδος ξενοδοχειακού ομίλου, ενώ η Ευρωχαρτική βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο εισαγωγής. Από τον κλάδο των σούπερ μάρκετ, ο Μασούτης φαίνεται πως εξετάζει την είσοδό του στο ελληνικό Χρηματιστήριο, ενώ η Lamda Malls, θυγατρική της Lamda Development, αναμένεται να εισαχθεί το 2022.
Άλλες 3-4 νέες εισαγωγές αναμένονται στην ΕΝΑ, απ' όπου ξεχωρίζει μία εταιρεία λιανεμπορίου, η R Energy 1, που από το 2016 είναι εισηγμένη στο ΧΑΚ.
Από το 2011 ως σήμερα, αν και ελάχιστες ήταν οι νέες εισαγωγές, οι επιχειρήσεις άντλησαν, μέσω κυρίως αυξήσεων κεφαλαίων, 68 δισ. ευρώ (εκ των οποίων όμως τα 46,7 δισ. ευρώ αφορούν τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών της περιόδου 2013-2015).
Κοινή είναι η εκτίμηση πως το Χρηματιστήριο της Αθήνας χρειάζεται πλέον να προσελκύσει και νέες εισαγωγές εταιρειών από κλάδους αιχμής της οικονομίας που τώρα βρίσκονται εκτός αγοράς, καθώς και νέα διεθνή και εγχώρια κεφάλαια, ώστε να παίξει τον δικό του ρόλο στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Τα στοιχεία δείχνουν εξάλλου πως όσο ανεπτυγμένη είναι μια οικονομία τόσο πιο ανεπτυγμένη είναι και η κεφαλαιαγορά της. Π.χ. το ελληνικό Χρηματιστήριο αντιπροσωπεύει το 36% του ΑΕΠ της χώρας, έναντι 94% αντίστοιχα του μέσου όρου στην Ευρώπη και 287% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ. H αξία των επενδύσεων των νοικοκυριών σε εισηγμένες μετοχές και επενδυτικά κεφάλαια κυμαίνεται σήμερα μόλις στο 20% του ΑΕΠ στην Ελλάδα, έναντι 75% αντίστοιχα του μέσου όρου στην Ευρώπη.
Η άτυπη Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, που συστάθηκε από τους βασικούς φορείς της Κεφαλαιαγοράς (Ε.Κ., ΕΧΑΕ, ΕΘΕ, ΕΝΕΙΣΕΤ, ΕΕΤ, ΣΜΕΧΑ, ΣΕΠΕΥ, ΣΕΒ κ.ά.), υπέβαλε στο υπουργείο Οικονομικών ένα κείμενο με πάνω από 50 προτάσεις, για να καταστεί ελκυστικό το Χρηματιστήριο και να επιστρέψει η νέα γενιά επενδυτών.
Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν επίσης την ανάγκη εισαγωγής επιπλέον «green bonds» και «project specific bonds» στην εγχώρια αγορά εταιρικών ομολόγων, προκειμένου να βελτιωθούν το μέγεθος, το βάθος και η ρευστότητά της, με πολλαπλασιαστικό όφελος για την οικονομία, ενώ ομόλογα με βάση τους κανόνες ESG θα μπορούσαν να προσελκύσουν ξένα θεσμικά κεφάλαια.
Επίσης, αν και τα τελευταία χρόνια συμμετείχαν χιλιάδες μικροεπενδυτές - καταθέτες στις εκδόσεις ομολόγων, αυτό που είναι εμφανές είναι η έλλειψη δευτερογενούς ρευστότητας και γι' αυτό είναι αναγκαία η ενίσχυση του πλαισίου λειτουργίας της αγοράς.
Σήμερα στην εγχώρια πλατφόρμα εταιρικών ομολόγων του Χρηματιστηρίου της Αθήνας διαπραγματεύονται 14 εταιρικά ομόλογα συνολικής αξίας έκδοσης 2,536 δισ. ευρώ από τα συνολικά 21 ομόλογα που έχουν εκδοθεί από τον Ιούλιο του 2016, όταν ξεκίνησε ο θεσμός, με συνολική αξία 3,1 δισ. ευρώ.
Το ποσοστό υπερκάλυψης των υφιστάμενων εκδόσεων διαμορφώθηκε στις 2,8 φορές, καθώς τα προσφερόμενα κεφάλαια για τις 13 εκδόσεις έφθασαν τα 6,37 δισ. ευρώ.
Είναι απόλυτα σαφές ότι η πλατφόρμα των εταιρικών ομολόγων έχει αντικαταστήσει την τελευταία 6ετία (2016-2021) την παραδοσιακή αγορά της αύξησης κεφαλαίων με μετρητά στο Χρηματιστήριο, αφού αναδεικνύεται η νέα δεξαμενή άντλησης κεφαλαίων για εισηγμένες και μη εταιρείες.
Δεν είναι μικρό πράγμα για τις εισηγμένες να μπορείς να δανειστείς για πέντε ή επτά χρόνια με κλειδωμένο επιτόκιο 2% ή 3%, χωρίς να έχεις το ρίσκο μιας μελλοντικής μεγάλης ανόδου στο κόστος του χρήματος.
Από την άλλη πλευρά, οι αποταμιευτές, μέσω των εταιρικών ομολόγων, βρίσκουν διέξοδο σε αποδόσεις που είναι πολύ καλύτερες από αυτές των τραπεζικών επιτοκίων, αναλαμβάνοντας φυσικά και το σχετικό -περιορισμένο σε γενικές γραμμές- ρίσκο.
Ένας επενδυτής που τοποθετεί σήμερα 200.000 ευρώ σε ένα εταιρικό ομόλογο μπορεί να εισπράττει τόκους 4.000 ευρώ ετησίως, όταν το αντίστοιχο έσοδο από τις προθεσμιακές τραπεζικές καταθέσεις είναι μικρότερο των 200 ευρώ.
Η αγορά των ομολόγων προσφέρει στις εταιρείες μια αξιόπιστη, εναλλακτική πηγή άντλησης κεφαλαίων. Με φθηνότερο επιτόκιο από τον τραπεζικό δανεισμό, αλλά και χωρίς να χρειαστεί η έξοδος στις διεθνείς αγορές, αφού το ελληνικό στοιχείο έχει αποδείξει ότι μπορεί να συνδράμει αποφασιστικά στην κάλυψη ακόμη και των ιδιαίτερα απαιτητικών εκδόσεων. Ζητούμενο βεβαίως είναι και η βαθμιαία διεύρυνση της συμμετοχής των ξένων επενδυτών.