Φορολογικά έσοδα άνω των 50 δισ. ευρώ -ποσό που συνιστά μία από τις τρεις υψηλότερες επιδόσεις των τελευταίων δεκαετιών- πρέπει να εισπραχθούν μέσα στο 2022 για να επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος της επόμενης χρονιάς. Χωρίς να υπάρχουν αυξήσεις φορολογικών συντελεστών που να διασφαλίζουν την είσπραξη τουλάχιστον 3,5 δισ. ευρώ επιπλέον από τη φετινή χρονιά, το οικονομικό επιτελείο «ποντάρει» για την υλοποίηση του φιλόδοξου στόχου στην ισχυρή ανάκαμψη.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Φορολογικά έσοδα άνω των 50 δισ. ευρώ -ποσό που συνιστά μία από τις τρεις υψηλότερες επιδόσεις των τελευταίων δεκαετιών- πρέπει να εισπραχθούν μέσα στο 2022 για να επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος της επόμενης χρονιάς. Χωρίς να υπάρχουν αυξήσεις φορολογικών συντελεστών που να διασφαλίζουν την είσπραξη τουλάχιστον 3,5 δισ. ευρώ επιπλέον από τη φετινή χρονιά, το οικονομικό επιτελείο «ποντάρει» για την υλοποίηση του φιλόδοξου στόχου στην ισχυρή ανάκαμψη.
Με δεδομένη όμως την αβεβαιότητα που προκαλεί η πανδημία, καθώς ουδείς γνωρίζει αυτή τη στιγμή πώς θα ξεκινήσει το επόμενο οικονομικό έτος μετά τη νέα μετάλλαξη της πανδημίας, κρίνεται πλέον επιβεβλημένο, εκτός από την προσδοκώμενη ανάπτυξη, να υλοποιηθούν άμεσα σειρά διορθωτικών παρεμβάσεων που θα οδηγήσουν στην τόνωση των φορολογικών εσόδων. Οι κινήσεις αποσκοπούν τόσο στην αύξηση των έμμεσων φόρων -εκτιμάται ότι θα είναι η βασική πηγή τόνωσης των φορολογικών εσόδων της επόμενης χρονιάς, καθώς από εκεί αναμένεται ότι θα προέλθουν τα 2,3 δισ. ευρώ επιπλέον φόρων εκ των συνολικά 3,5 δισ. ευρώ- όσο και στη δήλωση μεγαλύτερων εισοδημάτων, κυρίως από την πλευρά των επιχειρήσεων.
Το καλάθι των παρεμβάσεων περιλαμβάνει την άμεση νομοθέτηση των κινήτρων για τη διενέργεια περισσότερων ηλεκτρονικών πληρωμών ώστε να αυξηθούν οι εισπράξεις κυρίως από τον ΦΠΑ. Εμπεριέχει τη συνεχή χορήγηση κινήτρων για τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, καθώς στα στοιχεία των φορολογικών δηλώσεων είναι ιδιαίτερα εμφανές ότι η αύξηση της απασχόλησης αυξάνει σημαντικά τη φορολογητέα ύλη. Η αλλαγή στο χρονοδιάγραμμα πληρωμής των φόρων ώστε να αποφευχθεί η υπερ-συσσώρευση φορολογικών βαρών για το β’ εξάμηνο αποσκοπεί στο να αυξηθεί ακόμη περισσότερο ο συντελεστής εισπραξιμότητας (κυμαίνεται στο 75%-80% τόσο στον ΕΝΦΙΑ όσο και στον φόρο εισοδήματος), ενώ καλύτερα εισπρακτικά αποτελέσματα εκτιμάται ότι θα φέρει και η πίεση για την προώθηση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης.
Στην τόνωση των φορολογικών εσόδων εκτιμάται ότι θα συμβάλει το 2022 και το Ταμείο Ανάκαμψης. Όχι μόνο εξαιτίας των παρεμβάσεων που περιέχει για τον εκσυγχρονισμό της φορολογικής διοίκησης και του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, αλλά και λόγω της προσπάθειας που εκτιμάται ότι θα καταβάλουν οι επιχειρήσεις να «φτιάξουν» την εικόνα των οικονομικών τους αποτελεσμάτων ώστε να κριθούν «αξιόχρεες» από τις τράπεζες. Αυτές άλλωστε θα έχουν και τον κύριο λόγο για να κρίνουν ποιοι θα μπορέσουν να εντάξουν τις προωθούμενες επενδύσεις τους στο «Ελλάδα 2.0» και ποιοι όχι.
Από το 2000 έως σήμερα
Από το 2000 και μετά, από τα χρόνια κιόλας της δραχμής, μόνο δύο φορές κατέστη εφικτό να συγκεντρωθούν έσοδα από φόρους άνω των 50 δισ. ευρώ. Η πιο πρόσφατη σχετική επίδοση ήταν το 2019 όταν συγκεντρώθηκαν 51,189 δισ. ευρώ και η αμέσως προηγούμενη το 2018 με την είσπραξη 50,09 δισ. ευρώ. Για αντίστοιχα νούμερα χρειάζεται μετά να επιστρέψουμε στο 2008, έτος βέβαια κατά το οποίο το ΑΕΠ ήταν περίπου 50 δισ. ευρώ υψηλότερο σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα, πέραν του ότι το «μνημόνιο» ήταν ακόμη άγνωστη λέξη. Επομένως, ακόμη κι αν επιτευχθεί ο στόχος του 2022, σε επίπεδο φορολογικών εσόδων δεν θα ανακτήσουν τα επίπεδα του 2019, παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ προβλέπεται ότι θα κλείσει περίπου 3 δισ. ευρώ υψηλότερα σε σχέση με τα επίπεδα του συγκεκριμένου έτους. Αυτό βεβαίως οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι οι φορολογικοί συντελεστές του 2022 θα είναι χαμηλότερα σε πολλά «πεδία» συγκριτικά με αυτούς του 2019. Πρώτον, θα λείπει η είσπραξη της εισφοράς αλληλεγγύης. Δεύτερον, τα κέρδη των επιχειρήσεων θα φορολογηθούν με 22%, όταν τα αντίστοιχα του 2018 (των οποίων η είσπραξη έγινε μέσα στο 2019) φορολογήθηκαν με 29%. Τρίτον, εφαρμόζεται πλέον η κλίμακα με τον υπερχαμηλό συντελεστή του 9%, κάτι που δεν συνέβη το 2019, ενώ εφαρμόζονται χαμηλότεροι συντελεστές προκαταβολής φόρου τόσο για τα φυσικά πρόσωπα με επαγγελματική δραστηριότητα όσο και για τις επιχειρήσεις.
Οι τέσσερις παρεμβάσεις
Το «κενό» που αφήνουν οι χαμηλότεροι φορολογικοί συντελεστές, το οικονομικό επιτελείο θα επιχειρήσει να το καλύψει με τις ακόλουθες παρεμβάσεις:
1. Κίνητρα για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας: Σημαντικό τμήμα του προγράμματος για τη δημιουργία 150.000 νέων θέσεων εργασίας που «τρέχει» το υπουργείο Εργασίας θα υλοποιηθεί μέσα στο 2022. Έχει ήδη διαπιστωθεί ότι η αύξηση των θέσεων απασχόλησης (και η μείωση της ανεργίας) αυξάνουν τη φορολογική βάση. Μόνο μέσα στο 2020 το δηλωθέν εισόδημα των μισθωτών αυξήθηκε κατά περίπου 3 δισ. ευρώ, ακριβώς λόγω της μείωσης της ανεργίας αλλά και εν μέρει λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού. Το ίδιο θα επιχειρηθεί να συμβεί και μέσα στο 2022. Με νέες θέσεις εργασίας και αύξηση του κατώτατου μισθού να αυξηθεί ακόμη περισσότερο το εισόδημα των μισθωτών.
2. Ενεργοποίηση κινήτρων για την τόνωση των ηλεκτρονικών πληρωμών: Το νομοσχέδιο αναμένεται να έρθει άμεσα στη Βουλή για να είναι ψηφισμένο το νέο πλαίσιο εν όψει του νέου έτους. Η επαναφορά των προστίμων για όσους δεν κάνουν τις υποχρεωτικές ηλεκτρονικές πληρωμές (30% του εισοδήματος) θα συνδυαστεί με την παροχή έκπτωσης φόρου για όσους πραγματοποιούν ηλεκτρονικές πληρωμές σε συγκεκριμένους επαγγελματικούς κλάδους. Είναι μέτρο που αποσκοπεί στην αύξηση των φορολογικών εσόδων τόσο μέσα από τη μείωση του λεγόμενου «κενού στον ΦΠΑ» (VAT GAP) όσο και μέσα από την αύξηση του δηλωθέντος εισοδήματος των αυτοαπασχολούμενων, το οποίο στην Ελλάδα παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο.
3. Επιβολή προστίμων για τα My data: Χωρίς τα πρόστιμα, το μέτρο της ηλεκτρονικής τιμολόγησης θεωρείται ουσιαστικά «κενό περιεχομένου». Και οι νομοθετικές διατάξεις για το συγκεκριμένο θέμα αναμένονται άμεσα στη Βουλή. Ο στόχος δεν είναι βεβαίως να εισπραχθούν έσοδα από πρόστιμα, αλλά να δημιουργηθεί κουλτούρα ηλεκτρονικής έκδοσης τιμολογίων και αυτόματης ενημέρωσης των φορολογικών αρχών. Ακόμη κι αν το μέτρο δεν αποδώσει άμεσα εισπρακτικά, εκτιμάται ότι μπορεί να συμβάλει στην αύξηση των δηλωθέντων εισοδημάτων των επαγγελματιών, καθώς η έκδοση εικονικών τιμολογίων δεν θα είναι πλέον και τόσο εύκολη υπόθεση από τη στιγμή που θα είναι πιο εύκολη η παρακολούθηση των συναλλαγών από τις φορολογικές αρχές, αλλά και η διενέργεια φορολογικών ελέγχων από το… γραφείο.
4. Ευκολίες πληρωμής για την πληρωμή των βασικών φόρων: Η διπλή παρέμβαση στο χρονοδιάγραμμα πληρωμής των μεγάλων φορολογικών υποχρεώσεων -ΕΝΦΙΑ και φόρος εισοδήματος- ώστε να μπορούν να πληρωθούν σε 10-12 δόσεις (για τον ΕΝΦΙΑ) και 8-10 δόσεις (για τον φόρο εισοδήματος), εκτός από τη διευκόλυνση των φορολογουμένων αποσκοπεί και στην αύξηση των συντελεστών εισπραξιμότητας των δύο φόρων. Οι συντελεστές αυτοί κυμαίνονται κάθε χρόνο στο 70%-80% με αποτέλεσμα εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ να πηγαίνουν στη δεξαμενή των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Σε συνδυασμό και με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, εκτιμάται ότι η αύξηση της εισπραξιμότητας μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση των φορολογικών εσόδων, καθώς σε έναν βαθμό θα αντιμετωπιστεί και το φαινόμενο της υπερ-συσσώρευσης φορολογικών βαρών στο τέλος του έτους, κάτι που πιέζει ιδιαίτερα νοικοκυριά αλλά και επιχειρήσεις.